
Αν ο Γιαν Φαμπρ παρουσίαζε το σκεπτικό του Φεστιβάλ σε άλλη χώρα και σε άλλο χρόνο πιθανώς θα είχαμε σηκωθεί και θα χειροκροτούσαμε. Η πλατφόρμα που παρουσίασε στην Ελλάδα σήμερα, άφησε πολλά κενά και δημιούργησε πολλά ερωτηματικά. Το βέβαιον είναι ότι το Φεστιβάλ με τη μορφή που το γνωρίζαμε δεν υπάρχει πια. Το φεστιβάλ, που καθώς δεν υπήρχαν επιχορηγήσεις ερχόταν να παίξει στην ουσία αυτό το ρόλο, των αναθέσεων μέσα στο καλοκαίρι, το ξεχνάμε οριστικά και κάπως βίαια. Και όχι γιατί μετονομάζεται από Ελληνικό φεστιβάλ σε Διεθνές, αλλά γιατί το πρόγραμμα (το οποίο θα ανακοινωθεί αναλυτικά στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα) δεν έχει καμία σχέση με ανεξάρτητες παραστάσεις που συγκροτούν έναν κορμό. Αυτό γνωρίσαμε μέχρι σήμερα και με αυτό το πρόγραμμα ο Γιώργος Λούκος μας χάρισε παραστάσεις και εμπειρίες που ακόμα και οι μεγάλοι πολέμιοι της παρουσίας του δε μπορούν να αρνηθούν.

Η περίοδος που ανοίγεται μπροστά μας είναι μια αλλαγή βιβλίου, όχι σελίδας. Το οποίο φυσικά μπορεί και να μη μας αρέσει. Είναι όμως ένα νέο βιβλίο στο οποίο θα σκύψουμε για να το κατανοήσουμε αρχικά. Μας δυσκολεύει γιατί δεν έχουμε δεδομένα. Μας δυσκολεύει και για έναν άλλο λόγο. Γιατί πρόκειται για μια αποκοπή από όσα γνωρίζαμε χωρίς να τηρείται καμία συνέχεια των προηγουμένων. Η εξασφάλιση της συνέχειας που επικαλείται ο Φαμπρ έρχεται από το 2016 και έπειτα. Το παρελθόν σε όλα τα επίπεδα είναι λευκό χαρτί.
Το φετινό πρόγραμμα είναι ένα αφιέρωμα στο Φαμπρ και τους Βέλγους δημιουργούς, αυτή είναι η πρώτη κυρίαρχη εντύπωση που τον φέρνει απέναντι σε σχεδόν όλο τον ελληνικό καλλιτεχνικό κόσμο που απουσιάζει από τα δρώμενα. Αυτό είναι και το πιο δύσκολο να ανατραπεί. Πρέπει να είναι αληθινά πολύ καλό και πολύ ενδιαφέρον για να κάμψει τις πολύ έντονες αντιδράσεις. Να αποδείξει ότι το Βέλγιο είναι η χώρα με την οποία αξίζει να ασχοληθεί κανείς (οι Έλληνες συγκεκριμένα) αποκλειστικά σχεδόν για ένα καλοκαίρι.
Ξεκινώντας από την ιστορία ο Γιαν Φαμπρ, στις 11 Φεβρουαρίου 2016, ορίστηκε από το Υπουργείο Καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ. Ο ίδιος στη συνέντευξη τύπου ονόμασε τον εαυτό του curator, ξεκαθάρισε ότι δε θα έχει καμία σχέση με τα οικονομικά θέματα, τα οποία αναλαμβάνει το Δ.Σ.
Αναλαμβάνει την καλλιτεχνική διεύθυνση του φεστιβάλ για τέσσερα χρόνια. Ετησίως οι επιλογές θα προέρχονται από διαφορετική δεξαμενή ιδεών και στη βάση διαφορετικών θεματικών. Η παρουσίαση των ετήσιων θεματικών περιλαμβάνει για τη φετινή χρονιά ένα αφιέρωμα στο Βέλγιο, τον εαυτό του και πολλών διεθνούς φήμης καλλιτεχνών. Οι δυο επόμενες χρονιές θα έχουν διεθνή προσανατολισμό με ένα 30% συμμετοχή Ελλήνων καλλιτεχνών μετά από αξιολόγηση των αιτήσεών τους. Η δεύτερη χρονιά θα έχει σαν θέμα την σύμπραξη και θα επικεντρωθεί σε εικαστικούς, παραστατικούς καλλιτέχνες και συγγραφείς πάλι με το ένα τρίτο Έλληνες, και το 2018 στο επίκεντρο θα βρίσκεται ο ηθοποιός και ο συγγραφέας. Η Ιζαμπέλ Ιπέρ, ο Καστελούτσι, ο Μπαρίσνικοφ, ο Γουίλσον, ο Τερζόπουλος, είναι τα ονόματα που ακούσαμε για αυτή τη χρονιά. Τέλος, το 2019, η επιμέλεια του Φαμπρ θα ολοκληρωθεί με το «Ελληνικό Μάτριξ», με μια παράσταση του Φαμπρ και τους Έλληνες καλλιτέχνες να έχουν κεντρική θέση καθώς η σκυτάλη περνάει σε αυτούς.

Ο συνδυασμός της συνέχειας και της καινοτομίας που επιδιώκει ο Φαμπρ απαιτεί χρόνο. Φιλοδοξεί να αναπτύξει μια δημιουργική ισορροπία ανάμεσα στην ομάδα του και τους Έλληνες καλλιτέχνες και επιθυμεί ένα καθοριστικό μέρος του προγράμματός του να αποτελείται από Έλληνες δημιουργούς – τόσο καθιερωμένους όσο και ανερχόμενους. Ο Φαμπρ δε θα λύσει τα προβλήματα των κλάδων μέσω του φεστιβάλ, είναι σαφές. Ούτε κάνει φεστιβάλ για να δώσει εργασία για το καλοκαίρι στους Έλληνες ηθοποιούς. Γιατί έτσι συμβαίνει στα διεθνή φεστιβάλ και αυτό γνωρίζει. Εδώ είχαμε συνηθίσει αλλιώς.
Για το 2016, το πρόγραμμα επικεντρώνεται στο «Βέλγικο πνεύμα».
Η είδηση είναι εδώ ότι το ΕΜΣΤ ανοίγει στις 29 Ιουνίου με έκθεση Βέλγικης τέχνης σε συνεργασία με το ΜΗΚΑ της Αμβέρσας, ενώ στο Μουσείο Μπενάκη θα παρουσιαστούν τα Stigmata, αναδρομική παράσταση του Γιαν Φαμπρ. Στο πρόγραμμα του 2016 θα υπάρχουν Βέλγοι καλλιτέχνες όπως η Αν Τερέζ ντε Κεερσμάκερ και ο Σίντι Λάρμπι Τσερκάουι η παράσταση του Φαμπρ Mount Olympus και Βέλγοι καλλιτέχνες της νέας γενιάς. Ακόμα πλατφόρμες συγγραφέων, μουσικών, κινηματογραφιστών.
Το πιο ενδιαφέρον της παρουσίασης είναι το κομμάτι που αφορά τους νέους καλλιτέχνες. Ο Φαμπρ και η ομάδα του πιστεύουν στην καινοτομία και την εκπαίδευση. Για να έρθουν σε επαφή με τους Έλληνες καλλιτέχνες συστήνουν την ΑΥΑ ή αλλιώς Ακαδημία Νέων Καλλιτεχνών. Μια πλατφόρμα για νέους καλλιτέχνες με μια πολυεπίπεδη διαδικασία της δημιουργίας και του προβληματισμού γύρω από την τέχνη, με πρόγραμμα εργαστηρίων και παραστάσεων (θα επιλεγούν βάσει αίτησης 50 νέοι καλλιτέχνες διαφορετικών ειδικοτήτων) και ένα πρόγραμμα θερινού σχολείου.
Στο πάνελ ο Φαμπρ κάθισε ανάμεσα στους συνεργάτες του. Με την εικόνα της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου του Βελγίου πίσω του για να περάσει το μήνυμα της νέας κοινωνίας μέσα στην οποία κυριαρχεί η πολυπολιτισμικότητα.
Αναμφίβολα είδαμε ανθρώπους δίπλα του που γνωρίζουν καλά το αντικείμενό τους. Δεν έκρυψε κανείς ότι ενεπλάκησαν πολύ αργά στη διαδικασία συγκρότησης του προγράμματος και επομένως δεν ήταν δυνατό να συμπεριληφθούν πολλοί νέοι Έλληνες καλλιτέχνες στον προγραμματισμό του 2016.
Αν ήθελε ο Φαμπρ να κρατήσει τις ισορροπίες θα έβαζε δέκα ελληνικές ομάδες και αντίρρηση δε θα υπήρχε. Θα ήταν και εύκολο μια και τα ρέστα θα τα ζητούσαμε από το Υπουργείο για την επιλογή. Ως παρένθεση, οι θεσμικές παραστάσεις, οι τρεις του Εθνικού Θεάτρου, η μία του ΚΘΒΕ και οι παραστάσεις της Λυρικής θα υπάρχουν στο πρόγραμμα του 2016.
Η σημερινή συνέντευξη τύπου δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένας μικρός κύβος στην πυραμίδα απουσίας της πολιτιστικής πολιτικής που υπάρχει εδώ και χρόνια και απλώς την μπαλώνουμε. Η θεωρία του Φαμπρ ( ο οποίος δεν έχει αφήσει καθόλου κακές εντυπώσεις από τα φεστιβάλ που πέρασε), φαίνεται εντελώς εξωφρενική, χωρίς όρους και όρια σε μια χώρα που έχει δυσλειτουργικές ή ανύπαρκτες δομές και κάθε όραμα να παραμερίζεται από την επιβίωση.
Ο Φαμπρ είναι η αγκίθα στο πρόβλημα. Ας δούμε πρώτα από όλα τι Φεστιβάλ θέλουμε. Είναι στο χέρι μας να αποφασίσουμε. Και να πούμε ειλικρινά ότι αυτό που λείπει και για το οποίο δε φωνάζουμε είναι οι επιχορηγήσεις. Αν αυτές υπήρχαν δε θα κοιτάζαμε με αυτό τον τρόπο το Φεστιβάλ, θα ήταν πιο ανεξάρτητο. Ας δούμε και τι Μέγαρο θέλουμε, γιατί και εκεί είμαστε στο κενό, τι Φάληρο θέλουμε, τι Εθνικό Θέατρο. Όλα αυτά είναι δικά μας. Και οι Έλληνες καλλιτέχνες μπορούν να μπουν σε όλα αυτά. Μήπως μέσα στο Βέλγικο κόνσεπτ είναι η ώρα της ελληνικής, έντιμης και ανοιχτής συζήτησης; Γιατί όλα τα προβλήματα μόλις άνοιξαν και μας περιμένουν.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr