X

Καρυάτιδες της Αμφίπολης: Μέσα 3ου αι. π.Χ.

«Οι Καρυάτιδες της Αμφίπολης δείχνουν την πρώτη γενιά μετά τον Αλέξανδρο». Η Κατερίνα Ρωμιοπούλου, επίτιμη διευθύντρια Κλασικών Αρχαιοτήτων στο TheTOC.gr

Γράφει: Ειρηνη Ορφανιδου

Οι Καρυάτιδες της Αμφίπολης που «μιλούν» όχι απλά για έναν καλό γλύπτη, αλλά για μία εποχή που διαθέτει την ευαισθησία να αντιγράψει ωραία το πρωτότυπο, οι «φωτογραφίες εργασίας», η επισήμανση ότι μέχρι τώρα στους μακεδονικούς τάφους βρέθηκαν ωραία σκαλισμένοι μαρμάρινοι θρόνοι «όμως άλλο το θρονί που σκαλίζεται και παριστάνει ένα κάθισμα και άλλο ένα άγαλμα…», ο «ημίβραχος» της Αμφίπολης και η ιδιαιτερότητα του Τύμβου Καστά που δείχνει να έχει μορφή σπηλαίου.

«Πρέπει να κρατάμε μία επιφύλαξη έως ότου ολοκληρωθεί η ανασκαφική εργασία» υπογραμμίζει η Κατερίνα Ρωμιοπούλου, επίτιμη διευθύντρια Κλασικών Αρχαιοτήτων, η οποία, πέραν όλων των άλλων, γνωρίζει καλά την Αμφίπολη, αφού στο πλαίσιο των ανασκαφικών εργασιών σε Μακεδονία και Θράκη, είχε εργαστεί και σε ανασκαφή στην Αμφίπολη την περίοδο 1959 – 1964.

Μακεδονικός τάφος, αλλά πολύ πιο πολύπλοκος

«Με τα μέχρι σήμερα χαρακτηριστικά έχουμε τάφο «μακεδονικού τύπου», αλλά σε παραλλαγή. Διότι οι περίπου εκατό μακεδονικοί τάφοι που γνωρίζουμε από τις ανασκαφές έως τώρα, είναι είτε με δύο θαλάμους, είτε με έναν θάλαμο.

Ο Τύμβος Καστά είναι ένα ιδιόμορφο αρχιτεκτονικό σχήμα. Καρυάτιδες -ανεξαρτήτως χρονολόγησης και καλλιτεχνικής αποτίμησης- δεν έχουν βρεθεί σε άλλον τάφο, λέει στο TheTOC.gr η Κατερίνα Ρωμιοπούλου, επίτιμη διευθύντρια Κλασικών Αρχαιοτήτων

Εχουν μία είσοδο -εξωτερικά- έναν διάδρομο που οδηγεί στον πρώτο θάλαμο, ο οποίος παίρνει και τη μορφή προ-θαλάμου και έναν δεύτερο, τον κυρίως νεκρικό θάλαμο, «κυρίως», επειδή έχει τα στοιχεία ότι εκεί εναποτέθησαν τα υπολείμματα του νεκρού, ο οποίος προηγουμένως και με ένα τελετουργικό, είχε αποτεφρωθεί (εκτός ταφικού μνημείου).

Αρα, ο Τύμβος Καστά σαφώς έχει τον «αέρα», την ατμόσφαιρα ενός μακεδονικού τάφου, αλλά είναι πιο πολύπλοκος στην κατασκευή του.

Είναι πιο βαθύς, έχει περισσότερους θαλάμους -αλλά, τι σημαίνει, δεν μπορώ να το ερμηνεύσω αυτή τη στιγμή, πολύ απλά, γιατί δεν έχουμε παρόμοιο παράδειγμα.

Από κει και πέρα, το να κάνουμε υποθέσεις, όπως σε ποιόν ανήκει, γιατί έχει αυτή την κατασκευή και όχι άλλη, γιατί έχει μορφή σπηλαίου -εάν το σκεφθεί κανείς, μοιάζει με τα τούνελ των ορυχείων- γιατί έχει τέτοιο σχήμα, τόσο «μακρύ», δεν έχει νόημα.

Δεν εκπλήσσομαι ποτέ με τους μακεδονικούς τάφους. Κανείς δεν είναι όμοιος με τον άλλον. Συνεπώς, πρόκειται για παραλλαγή μακεδονικού τάφου. Το μνημείο έχει τα βασικά χαρακτηριστικά ενός μακεδονικού τάφου».

Τα «βασικά στοιχεία»

«Ενας τάφος μακεδονικού τύπου μπορεί να έχει έναν διάδρομο ή μία ράμπα που οδηγεί προς τα κάτω -αυτά τα μνημεία είναι πάντα υπόγεια, οπότε η είσοδος έχει μία κατωφέρεια, που πότε διαμορφώνεται σε κανονικό διάδρομο, ο οποίος είναι σκεπασμένος ή μη, ακάλυπτος, πότε (όχι σε όλη την έκταση), μία κλίμακα (αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν σκαλοπάτια σε όλους τους μακεδονικούς τάφους).

Σε άλλες περιπτώσεις δεν υπάρχει καν διάδρομος, αλλά μία είσοδος, το σκάμμα και στο βάθος του σκάμματος το μνημείο.

Το οποίο μνημείο έχει μία οροφή με καμάρα, εξού και η ονομασία «καμαρωτός τάφος».

Κάποιες φορές υπάρχει και μία σύνθετη εκδοχή: Το μπροστινό μέρος έχει επίπεδη στέγη, την οποία όμως δεν βλέπουμε από μπροστά, γιατί καλύπτεται από το λεγόμενο «αέτωμα» ή γείσο της προσόψεως του μνημείου, οπότε η επίπεδη οροφή βρίσκεται πιο βαθιά από πίσω, πιο χαμηλά και δεν φαίνεται, τη σκεπάζει το αέτωμα, το οποίο συνήθως φέρει στις τρεις άκρες του και ακρωτήρια.

Στο κυρίως μνημείο που είναι ορθογώνιο πάντα, η οροφή είναι καμαρωτή. Συνήθως δε, στη Μακεδονία, επειδή δεν υπάρχει αφθονία μαρμάρου ή καλού πελεκητού λίθου, χρησιμοποιούν πωρόλιθο. Η ποιότητα των πωρόλιθων στη Μακεδονία, διαφέρει. Εξαρτάται από την περιοχή. Τα περισσότερα ταφικά μνημεία μακεδονικού τύπου είναι χτισμένα με πωρολίθους. Η Βεργίνα έχει τους δικούς της πωρολίθους. Στα Λευκάδια, άλλο σημείο με πολλούς μακεδονικούς τάφους, ακριβώς κάτω από τη Νάουσα, οι πωρόλιθοι είναι σαν σφουγγάρια, υποδεέστερης ποιότητας.

Τον φυσικό βράχο της Αμφίπολης, δεν τον λέγαμε ποτέ «αληθινό βράχο» όταν σκάβαμε εκεί, τον λέγαμε «ημίβραχο» επειδή ήταν μαλακός, λαξεύονταν».

Ανασκαφή στην Αμφίπολη

«… Και βέβαια, έχω σκάψει στην Αμφίπολη και μάλιστα, εφέτος, στον τελευταίο τόμο της Αρχαιολογικής Εφημερίδος έγραψα άρθρο για την αρχή των ανασκαφών, όταν αποφάσισε η Αρχαιολογική Υπηρεσία να αρχίσει συστηματικές ανασκαφές, το 1956, προκειμένου να σταματήσει η δραστηριότητα των αρχαιοκαπήλων -τυμβωρύχων. Ο Λαζαρίδης άρχισε το ’56, εγώ ήμουν από το 1959 μέχρι το 1964.

Συνεπώς, έχω σκάψει στην Αμφίπολη, το διάστημα κατά το οποίο ήμουν στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Καβάλας (όπου υπαγόταν και η Αμφίπολη), όπως έχω σκάψει και στα Λευκάδια, που ανέφερα προηγουμένως. Οπως και στη Βεργίνα. Δεν έσκαψα με τον Ανδρόνικο, αλλά τον βοήθησα τεχνικά, υπό την τότε ιδιότητα μου, της διευθύντριας του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης…»

Είμαι με εκείνους οι οποίοι υποστηρίζουν ότι οι Καρυάτιδες της Αμφίπολης αντιγράφουν ένα αρχαϊκό πρότυπο με πολύ ιωνισμό. Αλλά αυτή η αντιγραφή έχει γίνει σε πλησιέστερη χρονολογική απόσταση από το πρωτότυπο.

Ας τελειώσει η εργασία και μετά

«Τα τελευταία χρόνια πήγαινα στην Αμφίπολη, κατά το τέλος του φθινοπώρου ή τον χειμώνα, για να μελετήσω τα παλιά ευρήματα της Αμφίπολης των οποίων έχω αναλάβει τη δημοσίευση -αναφέρομαι στις ανασκαφές Λαζαρίδη.

Ωστόσο, δεν έχω επισκεφθεί την ανασκαφή της κυρίας Περιστέρη, παρότι μου είχε απευθύνει πρόσκληση -ήταν δική μου επιλογή. Είπα, ας τελειώσει η ανασκαφική εργασία και μετά. Τα μνημεία δεν φεύγουν, παραμένουν στη θέση τους…»

Οι «φωτογραφίες εργασίας»

«Μιλάτε με έναν άνθρωπο που ό,τι ξέρει είναι μόνο από τις φωτογραφίες που δίνει η επίσημη ενημέρωση του υπουργείου Πολιτισμού. Και ως προς τις Καρυάτιδες, γιατί αυτό είναι το θέμα συζήτησης των τελευταίων ημερών, θα ήθελα να τονίσω ότι οι φωτογραφίες είναι κάκιστες. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η φωτογράφηση στον χώρο όπου βρίσκονται, τα γλυπτά φωτίζονται με άγριους προβολείς. Για να γίνει σωστή φωτογράφηση, απαιτείται άλλου είδους προετοιμασία και άλλου είδους εξοπλισμός. Μόνο τότε θα είναι σε θέση οι αρχαιολόγοι να καταθέσουν άποψη, τόσο ως προς τη χρονολόγηση όσο και ως προς τις επιμέρους λεπτομέρειες. Αυτή τη στιγμή έχουμε στη διάθεση μας μόνο «φωτογραφίες εργασίας».

Καρυάτιδες, μέσα 3ου αιώνα π.Χ.

«Σε γενικές γραμμές συμφωνώ με την κυρίαρχη άποψη. Με εξαίρεση την κυρία Παλαγγιά, η οποία συνδέει το μνημείο με μιαν άλλη εποχή και ένα άλλο ιστορικό γεγονός, τη μάχη των Φιλίππων -η υπόθεση της μένει να βρει υποστηρικτές.

Είμαι με εκείνους οι οποίοι υποστηρίζουν ότι οι Καρυάτιδες της Αμφίπολης αντιγράφουν ένα αρχαϊκό πρότυπο με πολύ ιωνισμό. Αλλά αυτή η αντιγραφή έχει γίνει σε πλησιέστερη χρονολογική απόσταση από το πρωτότυπο.

Δεν συμφωνώ με την κυρία Τιβερίου για το τέλος του 4ου αι. π.Χ., εκτιμώ ότι, από τις τεχνοτροπικές ή στυλιστικές, όπως συνηθίζουμε να λέμε, λεπτομέρειες, μπορεί άνετα να χρονολογηθεί έως και τα μέσα του 3ου αι.π.Χ.»

Η ευαισθησία να αντιγράψει ωραία

«Είναι ένα ελληνιστικό αντίγραφο, γι αυτό και διατηρεί τη δροσιά του πρωτοτύπου. Μια τόσο ωραία δουλειά στο κεφάλι, στο πρόσωπο και γενικά στις πτυχώσεις, δείχνει όχι απλά έναν καλό γλύπτη, αλλά μία εποχή που διαθέτει την ευαισθησία να αντιγράψει ωραία το πρωτότυπο.

Δεν μπορώ να το χρονολογήσω εκτός της ελληνιστικής εποχής και μάλιστα, της πρώτης γενιάς μετά τον Αλέξανδρο, εξού και λέω, έως τα μέσα του 3ου αι., έως το 250 π.Χ…»

Πρώτη φορά γλυπτική σε μακεδονικό τάφο

«… Τώρα, γιατί οι Καρυάτιδες βρίσκονται εκεί και ποιος ο ρόλος τους, αυτά θα ειπωθούν στην πορεία. Το μόνο που μπορούμε να πούμε τώρα είναι ότι φρουρούν ή προστατεύουν κάτι. Ή ότι, συμβολίζουν κάτι που συνδέεται με τη ζωή μετά τον θάνατο.

Ο Τύμβος Καστά είναι ένα ιδιόμορφο αρχιτεκτονικό σχήμα (έτσι όπως είναι κτισμένο και διαιρεμένο εσωτερικά). Ιδιαίτερο το καθιστά, εκτός από την αρχιτεκτονική και η διακόσμηση του. Γλυπτά, όπως οι Καρυάτιδες -ανεξαρτήτως χρονολόγησης και καλλιτεχνικής αποτίμησης- δεν έχουν βρεθεί σε άλλον τάφο.

Κι αυτό δεν σημαίνει ότι, οι Μακεδόνες δεν είχαν καλλιτέχνες. Ανέβηκαν από τη νότια Ελλάδα γλύπτες και ζωγράφοι και σχημάτισαν περιοδεύοντα συνεργεία μέσα στα οποία δούλευαν και οι εντόπιοι. Όπως έχουμε τη μεγάλη ζωγραφική στη Μακεδονία, που δεν διασώθηκε πουθενά αλλού, παρά μόνον στους μακεδονικούς τάφους, έτσι τώρα έχουμε, για πρώτη φορά και παραδείγματα γλυπτικής. Μπορεί να βρέθηκαν ωραία σκαλισμένοι μαρμάρινοι θρόνοι, όμως άλλο το θρονί που σκαλίζεται και παριστάνει ένα κάθισμα και άλλο ένα άγαλμα…»