Από τα εγκαίνιά του το 1977, το μουσείο Πομπιντού δεν έπαψε να είναι στην πρώτη γραμμή των μουσείων της Γαλλικής πρωτεύουσας. Το πολιτιστικό κέντρο που χτίστηκε στην καρδιά του Παρισιού και ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών, εξακολουθεί να διαψεύδει τους επικριτές του και να θεωρείται πολιτιστικό ορόσημο στη σεβάσμια πλέον ηλικία των 40 ετών.
Η επέτειος θα γιορταστεί με ένα διετές λίφτινγκ που θα κοστίσει 100εκ. ευρώ. Το ανακαινισμένο κτίριο που χαρακτηρίστηκε κάποτε σαν διυλιστήριο πετρελαίου θα παραδοθεί στο κοινό το 2020, ενώ έχει προγραμματιστεί η ανακαίνιση της κυλιόμενης σκάλας που το διατρέχει σαν φίδι και αυτή θα είναι η μόνη επέμβαση στην εξωτερική μορφή του κτιρίου. Το μουσείο δε θα κλείσει αλλά θα εντάξει τις εργασίες του σε ένα είδος κατασκευής ενός παιχνιδιού δήλωσε ο διευθυντής του Σερζ Λαβίν.
Ο Λαβίν δήλωσε ακόμα ότι οι φθορές είναι κυρίως εξωτερικές αφού προκειμένου να ελευθερωθεί χώρος για τις εκθέσεις οι αρχιτέκτονες του κτιρίου Ρέντζο Πιάνο και Ρίτσαρντ Ρότζερς έχουν τοποθετήσει εξωτερικά πολλά δομικά στοιχεία που ταλαιπωρούνται από την έκθεσή τους στα καιρικά φαινόμενα.
Το μουσείο είχε κλείσει για ανακαίνιση και το 1998 μέχρι το 2000. Όταν προκηρύχθηκε ο διεθνής διαγωνισμός για τον σχεδιασμό του κτιρίου, το 1977, είχε προσελκύσει περισσότερες από 600 διεθνείς συμμετοχές. Επελέγησαν οι νέοι και σχετικά άγνωστοι τότε Πιάνο και Ρότζερς οι οποίοι παρέδωσαν ένα βιομηχανικό κτίριο για το οποίο η συντηρητική παράταξη του Πομπιντού είχε δηλώσει ότι είναι απλά θλιβερό, ενώ η Μοντ το αποκαλούσε Κινγκ Κονγκ που βιάζει την πόλη. Οι επικριτές του εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να λένε το αστείο ότι «Η καλύτερη θέα του Παρισιού είναι η ταράτσα του Πομπιντού, όχι επειδή μπορείτε να δείτε τα αξιοθέατα της πόλης αλλά γιατί δε μπορείτε να δείτε το κτίριο.
Όπως είχε γίνει και παλαιότερα με τον πύργο του Άιφελ που δέχτηκε ένα σωρό επικρίσεις για τη βαριά σιδερένια «άσχημη κατασκευή» μέσα στην ομορφιά του Παρισιού της μπελ - επόκ, έτσι και το κέντρο Πομπιντού έγινε τοπόσημο της πόλης και ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά πολιτιστικά κέντρα. Όσοι έλεγαν ότι έμοιαζε με ένα πελώριο πολυκατάστημα, ακόμα και καλλιτέχνες που δεν ήθελαν να κάνουν εκεί έκθεση, πιστεύουν σήμερα ότι είναι ένα πρότυπο της αρχιτεκτονικής.
Ενώ ο κόσμος που επισκέφθηκε το Λούβρο και το Musée d'Orsay το 2016, μειώθηκε, κυρίως εξαιτίας του φόβου της τρομοκρατίας, ο αριθμός των επισκεπτών που επισκέφθηκαν το Πομπιντού αυξήθηκε, μαζί και τα έσοδά του σε 3,33 εκατομμύρια ευρώ. Αιτία της αύξησης της επισκεψιμότητας είναι οι εκθέσεις που οργανώνονται, όπως του Πάουλ Κλέε και του Ρενέ Μαγκρίτ. Το Πομπιντού έχει καταφέρει να είναι όχι μόνο ένα μουσείο εκθέσεων αλλά τόπος πολλών εκδηλώσεων, ενώ η βιβλιοθήκη του και το αναγνωστήριο είναι από τα πιο δημοφιλή μέρη του Παρισιού. "Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις, ο Γάλλος πήρε την απόφαση να μην κάθεται στο σπίτι, αλλά να βγαίνει έξω και να απολαμβάνει την προσφορά του πολιτισμού», είπε ο Λαβίν. «Αυτός είναι ο λόγος που οι εκθέσεις μας είχαν μια τέτοια επιτυχία. Είμαστε υπερήφανοι γι 'αυτό». Από τα 120.000 έργα τέχνης που έχει στις συλλογές του το Μουσείο, εκτίθεται μόνο το 5%.
Ιστορία ενός πρωτοποριακού μουσείου
Το Κέντρο Ζωρζ Πομπιντού, γνωστό και ως Κέντρο Μπομπούρ ή απλά Μπομπούρ (Beaubourg), είναι πολιτιστικό κέντρο και βρίσκεται στο τέταρτο δημοτικό διαμέρισμα στην περιοχή Μπομπούρ του Παρισιού. Εγκαινιάστηκε το 1977 και φιλοξενεί τη Δημόσια Βιβλιοθήκη Πληροφοριών και το Εθνικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης.
Η κατασκευή του Κέντρου ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1972 και τα αρχιτεκτονικά σχέδια ανήκαν στους αρχιτέκτονες Ρέντσο Πιάνο (Renzo Piano), Ρίτσαρντ Ρότζερς (Richard Rogers) και Τζιανφράνκο Φρανκίνι (Gianfranco Franchini). Εξωτερικά δεσπόζουν ο μεταλλικός σκελετός του κτιρίου και οι διαφανείς ή έγχρωμοι σωλήνες που το περιβάλλουν. Οι χρωματισμοί των σωλήνων, ακολουθούν μία συγκεκριμένη σύμβαση: μπλε χρώμα για τους αγωγούς αέρος, πράσινο για σωλήνες νερού και κίτρινο για τις γραμμές ηλεκτρισμού. Στοιχεία που συνδέονται με τη μετακίνηση, όπως οι ανελκυστήρες, διαθέτουν επίσης κόκκινο χρώμα. Η βιβλιοθήκη του Κέντρου φιλοξενείται στους τρεις πρώτους ορόφους του κτιρίου, ενώ το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης καταλαμβάνει τον τέταρτο και πέμπτο όροφο.
Το Κέντρο Πομπιντού φιλοξενεί το Εθνικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, το οποίο περιλαμβάνει σήμερα περίπου 120.000 έργα τέχνης, από τα οποία εκτίθενται δημόσια περίπου 2.000, μεταξύ αυτών έργα ζωγραφική, γλυπτικής και φωτογραφίας. Στα πλαίσια των εκθέσεών του, εκπροσωπούνται ρεύματα της μοντέρνας τέχνης, όπως του Φωβισμού, του Υπερρεαλισμού ή του Κυβισμού. Στεγάζει επίσης μια σημαντική συλλογή βιομηχανικού σχεδιασμού.