X

Με δύο εκθέσεις Ψυχοπαίδη σε μια μοναδική παρουσίαση στον Πόρο

Στη γκαλερί Citronne και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πόρου

Γράφει: TheToc team

H γκαλερί CITRONNE ξεκινά το καλοκαίρι του 2019 την καλοκαιρινή της λειτουργία με την θεματική «Ίχνη στον Χρόνο». Παρουσιάζονται δύο ατομικές εκθέσεις του Γιάννη Ψυχοπαίδη, στην γκαλερί Citronne το «Λεμονοδάσος – Ημερολόγια ενός καλοκαιριού» και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πόρου «Το Αλφάβητο – Αρχαϊκό Παλίμψηστο», στο πλαίσιο της ετήσιας συνεργασίας τής γκαλερί με το Μουσείο.

Κοινός τόπος των δύο εκθέσεων είναι τα βιβλία- είτε ως ορατά αντικείμενα είτε ως μνημονική αναφορά. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πόρου, τα έργα του Γιάννη Ψυχοπαίδη είναι 24 βιβλία, με αντιστοίχιση στα ισάριθμα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου. Στην γκαλερί CITRONNE τα έργα έχουν αφετηρία το εμβληματικό μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη, το «Λεμονοδάσος».

Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης αποκαλεί και τις δύο αυτές εκθέσεις εικαστικά ημερολόγια. Αναφέρεται, δηλαδή, πάλι σε μια τακτή καταγραφή, στο πλαίσιο της οποίας εκτυλίσσεται μια αφήγηση προσωπική, αλλά με αναφορές σε συλλογική μνήμη.

Ίχνη-αποτυπώματα στον χρόνο, θραύσματα εικόνων, διάλογος παρελθόντος -παρόντος, απαρτίζουν το μνημονικό υλικό πίσω από τις ενότητες των έργων στις εκθέσεις αυτές. Άλλωστε, το έργο του Γιάννη Ψυχοπαίδη στο σύνολό του χαρακτηρίζεται από την σχέση του με το παρελθόν, η οποία και καθορίζει την εικαστική του ταυτότητα.

Τα «Ίχνη του Χρόνου», δηλαδή τα αποτυπώματα της μνήμης του Γιάννη Ψυχοπαίδη υποχρεώνουν τον θεατή σε μια διάβαση: να διαβεί το σύνορο, να διαβάσει μια σύνθεση από στοιχεία φαινομενικά ασύνδετα, να αποδεχθεί το αδιαχώριστο του χρόνου στην βιούμενη πραγματικότητα.

Η διπλή αυτή έκθεση επιχειρεί να δώσει μια όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα από την σύνθετη προσωπικότητα και την εικαστική αναζήτηση του σημαντικού αυτού Έλληνα καλλιτέχνη.

«ΛΕΜΟΝΟΔΑΣΟΣ – ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΕΝΟΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ», Γκαλερί CITRONNE

Το «Λεμονοδάσος – Ημερολόγια ενός καλοκαιριού» στην γκαλερί CITRONNE είναι μία ενότητα από 67 νέα έργα, νεκρές φύσεις. O τίτλος της έκθεσης παραπέμπει αμέσως στο ομώνυμο δάσος στον Γαλατά, στην ακτή της Πελοποννήσου- το οποίο, όμως, αποδίδεται στον Πόρο και έχει απαθανατιστεί μέσα στο ομότιτλο βιβλίο του Κοσμά Πολίτη.

Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης στην σειρά αυτών των έργων επαναπροσεγγίζει την «Νεκρή Φύση», η οποία, εξ ορισμού, έχει να κάνει με στοιχεία αποκεκομμένα από την ροή της ζωής, αλλά συμβολοποιούμενα ως κομμάτια του φυσικού βίου. Η αντίφαση της ονομασίας, νεκρός και φύση, δηλαδή ζωή και θάνατος, αποτελεί μια πρώτη ένδειξη για την διαλεκτική ανάγνωση της Ιστορίας από τον καλλιτέχνη.

Όλα τα έργα αναπτύσσονται μέσα σε ένα μαύρο φόντο. Κεντρικό και κοινό σημείο της εικαστικής σκηνοθεσίας είναι το λεμόνι, τα λεμόνια. Καρπός που συνδέεται με τον μεσογειακό πλούτο, φυσικό και πολιτισμικό, το λεμόνι βρίσκεται στην καθημερινότητα των ανθρώπων, άλλοτε ως έδεσμα, άλλοτε ως γιατρικό, άλλοτε ως σύμβολο του ορθοδόξου μυστηρίου- ακόμη και ως γυναικείο όνομα.

Τα λεμόνια αυτά, ως «νεκρά φύσις», συνυπάρχουν με φαινομενικά ετερόκλητα αντικείμενα: θραύσματα αγαλμάτων, καρτ ποστάλ, φωτογραφίες, εργαλεία μετρήσεων και χειρονακτικής εργασίας. Με αυτή την σκηνοθετική διαδικασία, ο καλλιτέχνης αποτυπώνει ίχνη από μνήμες, από εικόνες, από παραστάσεις. Πρόκειται για επιστρώσεις του χρόνου, οι οποίες συγχέουν τις περιόδους μεταξύ τους, αλλά ταυτοχρόνως καλλιεργούν την ιδέα του «γραπτού μνημείου», του ντοκουμέντου. Ο ρεαλιστικός τρόπος της αποτύπωσης και η εικαστική τεχνική ενός ψευδο-κολάζ εντείνουν την αίσθηση αυτή.

Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης αναπτύσσει ένα ολόκληρο σύστημα συμβόλων. Τα έργα αυτής της ενότητας είναι επιμέρους τμήματα ενός σπονδυλωτού έργου, έργα – σελίδες ενός εικαστικού ημερολογίου. Οι χρυσοί καρποί συνοδεύονται από στοιχεία της καθημερινότητας: το ψωμί, «ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος», το θεμελιακό σύμβολο της επιβίωσης, το οποίο εξελίσσεται ιστορικά σε κοινωνικό αίτημα· χρηστικά αντικείμενα, σύμβολα δουλειάς και μόχθου· άνθη και φρούτα, κλασική παραπομπή στην νεότητα και την γονιμότητα. Δίπλα σε αυτές τις μαρτυρίες του βίου, ο Ψυχοπαίδης εγκαλεί τον θεατή σε ένα ηχηρό ῾memento mori῾ με ίχνη του παρελθόντος και της ελλοχεύουσας Ιστορίας: σπασμένα αρχαία αγάλματα· φθαρμένα ξύλα, ναυάγια της θάλασσας· παλαιές φωτογραφίες με ακίνητα πρόσωπα· καρτ –ποστάλ με απολιθωμένες θαλασσινές εικόνες.

Με αφετηρία έναν τόπο, το Λεμονοδάσος, στοιχείο της ταυτότητας του Πόρου, ο Γιάννης Ψυχοπαίδης ανοίγεται στον μεσογειακό πολιτισμό, στο φυσικό περιβάλλον, στην θάλασσα. Από το αποτύπωμα μιας προσωπικής ανάμνησης επεκτείνεται στην ευρεία και αναπόφευκτη συλλογική μνήμη.

«ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ – ΑΡΧΑΪΚΟ ΠΑΛΙΜΨΗΣΤΟ», Αρχαιολογικό Μουσείο Πόρου

Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Πόρου, ο Γιάννης Ψυχοπαίδης αποτυπώνει τον χρόνο και τα ίχνη της Ιστορίας σε εικοσιτέσσερα ισομεγέθη έργα-βιβλία, το καθένα των οποίων αντιστοιχεί σε ένα γράμμα της ελληνικής Αλφαβήτου. Η αρίθμηση αυτή παραπέμπει ευθέως στην διαίρεση των ομηρικών επών σε ισάριθμες ραψωδίες. Άλλωστε, από τα έπη του Ομήρου ξεκινούν οι βασικές έγνοιες, τα διαχρονικά διλήμματα της Ανθρωπότητας: θάνατος-ζωή, μνήμη-λήθη, ταυτότητα-αποξένωση, αγάπη-αποστροφή, υπέρβαση-ύβρις. Η διαλεκτική αυτή σχέση κατέχει τον πρωταρχικό νοηματικό ρόλο στο σύνολο του έργου του Ψυχοπαίδη ο οποίος κατασκευάζει ένα “παλίμψηστο” από μαρτυρίες.

Ιχνογραφείται μια παράδοση χιλιετιών, η ελληνική γλώσσα και τα σύμβολά της, οι χαρακτήρες της. Τα βιβλία-αλφάβητα ανακαλούν στην μνήμη τα ιστορημένα κείμενα της Βυζαντινής περιόδου, αλλά και τα παιδικά αλφαβητάρια. Είναι ανοιχτά-κλειστά· δείχνουν ή υπαινίσσονται θραύσματα και αποσπάσματα της Ιστορίας. Είναι εικόνες μιας γλώσσας που πιέζεται, αναρωτιέται και αναζητεί την χαμένη ενότητα με το παρελθόν και την σχέση της με το μέλλον.

Στην παράθεση αυτή ο Ψυχοπαίδης έχει προσθέσει δύο πρόσφατα έργα-αποτυπώματα του Μουσείου, τα οποία υποχρεώνουν τον θεατή σε μια σχεδόν βίαιη αίσθηση της σύγχρονης πραγματικότητας. Το πέλμα και το γυναικείο αγαλματίδιο, εκθέματα του Μουσείου, ατόφια ή αλλοιωμένα, υπερτίθενται και εισάγουν τοπία προσφυγιάς: η διά θαλάσσης απόδραση, ο εγκλωβιστικός περιορισμός πίσω από τα συρματοπλέγματα. Πρόκειται για μια ιδεολογική κοινωνική ανάγνωση του παρόντος το οποίο, με την σειρά του, υπενθυμίζει το πιο σκοτεινό παρελθόν και προειδοποιεί για το απειλητικό μέλλον.

Το έργο της σύνθεσης εναπόκειται στον επισκέπτη θεατή.