
Το αναδρομικό αφιέρωμα στον Ντίκο Βυζάντιο αποτελεί έναν οφειλόμενο φόρο μνήμης στον διακεκριμένο ζωγράφο της διασποράς, ο οποίος επί μισό και πλέον αιώνα διέπρεψε στο εικαστικό καλλιτεχνικό προσκήνιο του Παρισιού. Γιος του ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου ανατράφηκε σ’ ένα οικογενειακό περιβάλλον το οποίο επηρέασε ποικιλοτρόπως (στις μετέπειτα επιλογές του) τους πνευματικούς και καλλιτεχνικούς του προσανατολισμούς. Σε ηλικία 16 ετών έγινε δεκτός στην ΑΣΚΤ.
Τον Δεκέμβριο του 1945, αναγκάστηκε στον εκπατρισμό προκειμένου να αποφύγει τη δίνη του αδελφοκτόνου εμφυλιακού διχασμού. Ήταν ο νεότερος μεταξύ των διακοσίων Ελλήνων επιβατών του θρυλικού μεταγωγικού Ματαρόα που οι δυο φιλέλληνες του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών OctaveMerlierκαι Roger Milliex με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης του άνοιξαν τον δρόμο προς την ελευθερία της σκέψης.

Στο Παρίσι, που έμελλε να γίνει η άλλη του πατρίδα, από την πρώτη στιγμή γνώρισε τη θαλπωρή και την καθοδήγηση στο φιλόξενο περιβάλλον του Δημήτρη Γαλάνη. Σύντομα συνδέθηκε με φιλία με τον Alberto Giacometti και προϊόντος του χρόνου με καλλιτέχνες όπως τους P. Soulage, S. Poliakoff, Vieira da Silva και άλλους.
Κατά την καλλιτεχνική του διαδρομή τρεις υπήρξαν οι σημαντικοί κύκλοι του έργου του:
1) Η αφαιρετική περίοδος η οποία διήρκησε μέχρι το 1972 και ολοκληρώθηκε με μια αναδρομική έκθεση στο Μουσείο Galliera. (1945 – 1972)
2) Η περίοδος των μαυρόασπρων σχεδίων σε χαρτί τα οποία εγκωμίασε με ένα εμβριθές και διορατικό κείμενο ο φιλόσοφος Michel Foucault. (1972 – 1981)
3) Η περίοδος των ανθρωποκεντρικών συνθέσεων που άρχισε από το 1981 και διήρκεσε μέχρι το τέλος της ζωής του και παρουσιάστηκαν σε μια πλειάδα εκθέσεων διεθνώς. (1981 – 2007)
Έργα του περιλαμβάνονται στις συλλογές μεγάλων μουσείων της Ευρώπης. Η Γαλλική κυβέρνηση θέλοντας να εξάρει την συμβολή του στην τέχνη και θεωρώντας τον ως ένα σημαντικό εκπρόσωπο της École de Paris τον τίμησε απονέμοντάς του υψηλές διακρίσεις όπως του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής (Chevalier de la Légion d’Honneur) και αργότερα του Ιππότη Τεχνών και Γραμμάτων (Officier des Arts et des Lettres).

"Ο πατέρας του, ο ζωγράφος Περικλής Βυζάντιος, γόνος παλιάς φαναριώτικης οικογένειας, με δυναμική παρουσία στην καλλιτεχνική ζωή της Αθήνας του Μεσοπολέμου, κατάφερε από πολύ νωρίς να μεταγγίσει στον Ντίκο το καλλιτεχνικό ταλέντο και την έφεση προς τις αξίες του ουμανισμού. Αυτά για να πούμε ότι ο Ντίκος έζησε σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με έντονη κοινωνική και πνευματική ζωή, το οποίο, όπως ήταν επόμενο, επηρέασε καταλυτικά τις κατοπινές επιλογές του.
Αυτές τις αδιαπραγμάτευτες αρχές και αξίες πήρε στις αποσκευές του φεύγοντας για το Παρίσι ο Βυζάντιος. Η άφιξή του εκεί είναι βέβαιο ότι του προσέφερε την ισχύ της απελευθέρωσης. Παρά τον ενθουσιασμό, την οξυδέρκεια, την έμφυτη επικοινωνιακή άνεση με την οποία δέχθηκε τα πρωτοποριακά σκιρτήματα και τις κρατούσες συνθήκες σύγχυσης εννοιών και αντιφατικών αναφορών, σημειολογικών και εικονογραφικών, χρειάστηκε, όπως ήταν επόμενο, μια περίοδο προσαρμογής και εξοικείωσης με τα αφαιρετικά σημαινόμενα στο χώρο της τέχνης.
Η αφαίρεση, κυρίαρχη τότε συνιστώσα της τέχνης, η οποία δεν αποτελούσε παρά απόκριση της τέχνης στη γενικότερη δυναμική των καιρών και απάντηση στην πρόκληση των νέων ιδεών, επόμενο ήταν να επενεργήσει αποπροσανατολιστικά στον Βυζάντιο, ο οποίος προερχόταν από ένα συντηρητικό καλλιτεχνικό περιβάλλον, που ήταν η ΑΣΚΤ, όπου από τα δεκαέξι του άρχισε να εντρυφεί στα στερεοτυπικά δεδομένα των καλλιτεχνικών διδαχών της. Το βασικό αξίωμα του ανεικονισμού, που ήθελε την αφηρημένη τέχνη πνευματική, διανοουμενίστικη έκφραση μια άυλης πτυχής και όχι της απτής ένυλης πραγματικότητας, ιδιοσυγκρασιακά αισθανόταν ότι δεν ανταποκρινόταν στις δικές του ευαισθησίες. Και αν περιστασιακά προσχώρησε στον ανεικονισμό, ήταν γιατί σύντομα αντιλήφθηκε ότι η φόρμα και το χρώμα είχαν αναγορευθεί σε αυτόνομες αξίες και ότι το ζητούμενο δεν ήταν πλέον ο τρόπος απεικόνισης της μορφής, αλλά ο τρόπος δράσης τους.

Κατά την άφιξή του, το Παρίσι έχαιρε μιας εξαιρετικής συγκυρίας. Ήταν το κατεξοχήν κέντρο συνάντησης ανθρώπων της τέχνης οι οποίοι αναζητούσαν νέα δεδομένα και τρόπο ένταξής τους στις πρωτοποριακές ζυμώσεις. Οι Αμερικανοί, γοητευμένοι από τη ζωγραφική της δράσης (actionpainting), τοdrippingκαι τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό, ταξίδευαν στην Ευρώπη αναζητώντας ιδέες και ερείσματα στα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά πρότυπα. Καλλιτέχνες όπως ο SergePoliakoff, ο PierreSoulages, η VieradaSilva,oNicolasdeStaël, ο JeanFautrierκαι ιδιαίτερα ο AlbertoGiacometti, με τους οποίους ο Βυζάντιος συνδέθηκε, είναι βέβαιο ότι επηρέασαν τους αρχικούς αφαιρετικούς προσανατολισμούς του. Παρά τις επιρροές αυτές, το ανεικονικό διάβημά του παρέμεινε ιδιόμορφο και προσωπικό και τούτο διότι το γλωσσικό του ιδίωμα, αισθητά ή ανεπαίσθητα, παραπέμπει σε εικονογραφικές προσλήψεις του δικού του κόσμου.
Δέκα χρόνια μετά τον εκπατρισμό του, το 1956, όταν κατάφερε να αποκτήσει διαβατήριο, έκανε το πρώτο ταξίδι του στην Ύδρα. Κατά ομολογία του, ήταν μια επιστροφή στις πηγές του εκθαμβωτικού φωτός της Ελλάδας. Το φως αυτό ένιωθε να εισβάλλει στη ζωγραφική του διαλύοντας και αλλοιώνοντας τα περιγράμματα, ακυρώνοντας τα όρια και μετασχηματίζοντας το ζωγραφικό αντικείμενο. Το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου, σε έκθεση που έγινε σ’ ένα νέο χώρο τέχνης στην Αθήνα, στην γκαλερί «Ζυγός», παρουσιάστηκαν επτά τοπία της Ύδρας για τα οποία η κριτική υπήρξε θετική" γράφει για τον Ντίκο Βυζάντιο ο Κυριάκος Κουτσομάλλης.


Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr