«Είμαστε ανδρείκελα στα χέρια σκληρών ανθρώπων’’. Τη φράση της Εμμης, της ηρωΐδας της «Λέσχης», του πρώτου μέρους της τριλογίας «Ακυβέρνητες Πολιτείες» του Στρατή Τσίρκα χρησιμοποιεί η Εφη Θεοδώρου για να μιλήσει για την πολιτική και κοινωνική κατάσταση σήμερα. Η σκηνοθέτης της «Λέσχης» που σηματοδοτεί την «παρθενική» συνεργασία του Εθνικού θεάτρου με το Θέατρο Τέχνης και μάλιστα με το διετές εγχείρημα της θεατρικής μεταφοράς των «Ακυβέρνητων Πολιτειών», μίλησε για το θέατρο, τη ζωή και την πολιτική στο TheTOC.
- Πως προέκυψε η «παρθενική» συνεργασία του Εθνικού θεάτρου με το Θέατρο Τέχνης και μάλιστα με το διετές εγχείρημα της θεατρικής μεταφοράς των «Ακυβέρνητων Πολιτειών»;
«Η συνεργασία αυτή ήταν μια πρωτοβουλία του Στάθη Λιβαθινού. Είχε στη διάθεσή του την πρότασή μου για το ανέβασμα της ‘’Λέσχης’’ - με τη ‘’Λέσχη’’ είχα ασχοληθεί και το 2009 στο πλαίσιο του μαθήματος δραματουργίας του Σάββα Κυριακίδη στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, είχαμε μάλιστα παρουσιάσει στο τέλος της χρονιάς το έργο με τους τριτοετείς φοιτητές. Θέλησα να ξαναδώ το έργο αυτό και δραματουργικά και σκηνοθετικά και το πρότεινα στο Εθνικό Θέατρο. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού είχε την έμπνευση το μείζον αυτό έργο της μεταπολεμικής νεοελληνικής πεζογραφίας να γίνει κοινή υπόθεση των δύο ιστορικότερων θεάτρων, του Εθνικού και του Θεάτρου Τέχνης, στο πλαίσιο ενός διετούς εγχειρήματος όπου θα παρουσιαστούν και τα τρία έργα της τριλογίας, με τρεις διαφορετικούς σκηνοθέτες. Η πρόταση αυτή βρήκε ένθερμη υποστήριξη από την καλλιτεχνική διευθύντρια του θεάτρου Τέχνης, την Μαριάννα Κάλμπαρη και έτσι προέκυψε η πρώτη συμπαραγωγή στην ιστορία των δύο θεάτρων, μια χειρονομία με ιδιαίτερο συμβολισμό»
- Είναι ασυνήθιστο στα ελληνικά θεατρικά πράγματα να προγραμματίζεται σε βάθος διετίας η παρουσίαση μιας τριλογίας όπως συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση με το έργο του Τσίρκα;
«Είναι πράγματι ένα ασυνήθιστο εγχείρημα για τα ελληνικά πράγματα ένας θεατρικός προγραμματισμός σε βάθος διετίας. Στην προκειμένη περίπτωση όμως ήταν κομμάτι της σύλληψης του σχεδίου. ‘Επρεπε να συμφωνηθούν οι χρόνοι παρουσίασης, να καθοριστούν οι σκηνές, να επιλεγούν οι συντελεστές, να καθοριστεί το κόστος παραγωγής. Χρειάστηκε μεγάλη προετοιμασία μέχρι να ξεκινήσουν οι πρόβες της ‘’Λέσχης’’ τον Γενάρη του 2017. Και να σκεφτεί κανείς πως οι πρόβες διήρκησαν δύο μήνες και μια εβδομάδα, για ένα τεράστιο υλικό που κατέληξε σε μια παράσταση σχεδόν τριών ωρών με το διάλειμμα. Είχε προηγηθεί, βέβαια, μεγάλη προετοιμασία δική μου και των συνεργατών μου για τη δραματουργία, τη χρήση του σκηνικού χώρου κλπ. Και τώρα που ανέβηκε ‘’Η Λέσχη’’ και παίζεται στο ‘’Υπόγειο’’ του Θεάτρου Τέχνης, ξεκινά αμέσως πρόβες ο Γιάννης Λεοντάρης για την ‘’Αριάγνη’’ που θα ανεβεί τον Οκτώβριο και μόλις ανεβεί και αυτή ξεκινάει ο Αρης Τρουπάκης με τη ‘’Νυχτερίδα’’, που θα παρουσιαστεί τον Γενάρη του 2018. Και τα τρία έργα ανεβαίνουν με την ίδια 10μελή ομάδα ηθοποιών. Υπάρχει μια σκέψη με την ολοκλήρωση της τριλογίας να παρουσιαστούν και τα τρία έργα μαζί σε έναν θεατρικό μαραθώνιο διάρκειας περίπου 10 ωρών σε χώρο που δεν έχει ακόμα καθοριστεί».
- Γιατί μέχρι σήμερα το έργο αυτό δεν έχει παρουσιαστεί σε ελληνική σκηνή νομίζετε;
«Από τα όλα τα παραπάνω είναι φανερό πως δεν πρόκειται για ένα συνηθισμένο εγχείρημα, το αντίθετο μάλιστα. Χρειάζεται τη συνέργεια δύο μεγάλων μηχανισμών με εμπειρία και υποδομή, χρειάζεται υποστήριξη και σωστή προετοιμασία για την υποδοχή ενός άγνωστου για τη νεότερη γενιά έργου, που φέρνοντας στο φως ένα κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας σε κρίσιμα χρόνια, μοιάζει να μιλά με ασυνήθιστη αμεσότητα στον σύγχρονο θεατή που ζει και πάλι, μετέωρος και δίχως βεβαιότητες - μισό αιώνα και πλέον αφότου γράφτηκε το έργο - σε μια νέα δίνη που ταράσσει τον κόσμο. Από αυτή τη σκοπιά, η επιλογή της παρουσίασης της τριλογίας του Τσίρκα σήμερα, από τους δύο σοβαρότερους θεατρικούς θεσμούς της χώρας, αποτελεί γεγονός».
- Πως προσεγγίσατε τη «Λέσχη», τον πρώτο τόμο της Τριλογίας, δραματουργικά και σκηνοθετικά;
«Σ' αυτή τη δεύτερη προσέγγιση της ‘’Λέσχης’’ όπου ανέλαβα τη δραματουργία - με τη συμβολή της δραματουργού Παναγιώτας Κωνσταντινάκου - και τη σκηνοθεσία, έβαλα εξ’ αρχής ως στόχο μου να διατηρηθεί η αφηγηματική δομή του έργου του Τσίρκα. Αυτή η επιλογή έγινε, θα έλεγα, για λόγους αισθητικούς- θεατρικούς αλλά και ιδεολογικούς. Ο Τσίρκας καινοτομεί υφολογικά σε αυτή την τριλογία, αποτολμά, παίρνοντας μεγάλα ρίσκα, νεωτερικές τεχνικές αφήγησης πιο κοντά στο ευρωπαΐκό και αμερικανικό μυθιστόρημα που γνωρίζει πολύ καλά αφού ζει στην Αλεξάνδρεια και μιλάει καλά τρεις γλώσσες - γαλλικά, αγγλικά και αραβικά - και λιγότερο στον ελληνικό τρόπο. Για τη ‘’Λέσχη ‘’ δέχεται δριμύτατη κριτική τόσο για την αισθητική της όσο και για την ιδεολογία της - στα σημαντικά έργα ,συχνά, αυτά πηγαίνουν χέρι - χέρι. Η ‘’Λέσχη’’ λοιπόν, αποτιμάται ως ένα πειραματικό έργο, μια δοκιμή κατ’ άλλους, του οποίου το ‘’παρακμιακό ύφος και ήθος’’ δεν αποδέχεται η επίσημη κριτική στην Ελλάδα καθώς επιπλέον ‘’συκοφαντεί τους λαΐκούς αγωνιστές και το κίνημα’’. Αυτή τη τολμηρή αφηγηματικά δομή – αφηγήσεις σε πρώτο, δεύτερο και τρίτο πρόσωπο , για τον Μάνο Σιμωνίδη, την Φράου Άννα Ρόζενταλ- Φέλντμαν και την ‘Εμμη Μπόμπρετσμπεργκ αντίστοιχα, που εναλλασσόμενες προχωρούν την πλοκή – αποτυπώνει η δραματουργία και η σκηνοθεσία. Στην παράσταση, μια αφηγηματική κοινότητα 10 ηθοποιών, διαρκώς επί σκηνής εναλλάσσουν αφήγηση και δράση και ενίοτε παίζουν και περισσότερους από έναν ρόλους, εξασφαλίζοντας αυτό που για τη ‘’Λέσχη’’ είναι προγραμματικό και κύριο : Την πολυφωνία και την πολυπρισματική θέαση των γεγονότων και των χαρακτήρων. ’’Η Λέσχη’’ του Τσίρκα δεν είναι ούτε ρομάντζο με άδοξο τέλος, ούτε ανέξοδη καταγραφή συντελεσμένων ιστορικών γεγονότων. Έχει γραφτεί με πολύ κόπο και ο συγγραφέας της πλήρωσε γι αυτήν βαρύ τίμημα: Τη διαγραφή του από την οργάνωση των Ελλήνων κομμουνιστών της Αιγύπτου. Αυτή η περιπέτεια της συγγραφής αποτυπώνεται στην παράσταση με τα ένθετα κείμενα από τα ‘’Ημερολόγια της Τριλογίας’’ και την αλληλογραφία του. Όλο αυτό το υλικό καλούνται να γνωρίσουν και να αποτιμήσουν οι θεατές του ‘’Υπογείου’’ σήμερα».
- Τι ρόλο παίζει ο έρωτας στο έργο;
«Η εμφάνιση της ‘Εμμης Μπόμπρετσμπεργκ, της λάγνας καλλονής, συζύγου του τέως Υπουργού της Αυστρίας, λειτουργεί ως καταλύτης στη ζωή του Μάνου Σιμωνίδη, αριστερού διανοούμενου που βρίσκεται σε ρήξη με την παράνομη αντιφασιστική οργάνωση στην οποία ανήκει και κρύβεται ζώντας σε κατάσταση παρανομίας στα Ιεροσόλυμα το καλοκαίρι του 1942, την στιγμή που τα χιτλερικά στρατεύματα προελαύνουν στη Μέση Ανατολή. Μεταξύ τους θα αναπτυχθεί ένας βαθύς και αδιέξοδος έρωτας. Ο διάχυτος ερωτισμός της ‘Εμμης θα πυροδοτήσει τη δράση στην ακυβέρνητη πολιτεία και θα σπρώξει τον Μάνο Σιμωνίδη πίσω στις γραμμές της παράταξής του και από κει στο μέτωπο. Αυτό είναι αντικείμενο του δεύτερου βιβλίου, της ‘’Αριάγνης’’. Θα το παρακολουθήσουμε στην παράσταση που ακολουθεί τον Οκτώβριο».
- Μιλήστε μας για τους συντελεστές της παράστασης. Με τι κριτήρια έγινε η επιλογή τους;
«Από τους συντελεστές της παράστασης κάποιοι είναι σταθεροί συνεργάτες μου, όπως ο Νίκος Πλάτανος που γράφει την πρωτότυπη μουσική που εκτελεί ζωντανά επί σκηνής παίζοντας πιάνο ο ηθοποιός και πολύ καλός μουσικός Θανάσης Βλαβιανός. Επίσης ο Σάκης Μπιρμπίλης στους φωτισμούς και ο Ερμής Μαλκότσης στην επιμέλεια της κίνησης, είναι μόνιμοι συνεργάτης μου. Για τα σκηνικά και τα κοστούμια συνεργάστηκα για πρώτη φορά με τη ‘Αση Δημητρολοπούλου. Όπως επίσης για πρώτη φορά δούλεψα με την Παναγιώτα Κωνσταντινάκου στη δραματουργία και με την Παρασκευή Λυπημένου στο ρόλο της βοηθού σκηνοθέτη. Η συνεργασία με όλους, παλιούς και νέους, ήταν άψογη. Όσον αφορά τους ηθοποιούς της παράστασης ξέραμε από την αρχή ότι θα ήταν 10 και μάλιστα κοινοί και για τα τρία έργα. Επίσης πολύ νωρίς είχε ανακοινωθεί πως μέρος της διανομής θα προερχόταν από μεγάλη και ανοιχτή ακρόαση που διοργάνωσε το Εθνικό Θέατρο. Η προσέλευση ήταν πολύ μεγάλη λόγω του ειδικού ενδιαφέροντος γι αυτήν την ξεχωριστή παραγωγή. Τελικά, με κοινή απόφαση των δύο θεάτρων και των τριών σκηνοθετών, αποφασίστηκε να στηριχτούμε σε κάποιους ηθοποιούς που είχαμε προαποφασίσει και που κάλυπταν βασικές ανάγκες και των τριών έργων, 4 τον αριθμό. Οι άλλοι 6 ηθοποιοί επελέγησαν από την ακρόαση και αυτό ήταν ακόμα ένα δύσκολο κομμάτι καθώς θα έπρεπε να εξυπηρετηθούν οι εντελώς διαφορετικές ανάγκες των τριών έργων από τα ίδια πρόσωπα. Με τον Γιάννη και τον Άρη είχαμε μια πολύ ωραία συνεργασία, όλα κύλησαν ήρεμα και οι αποφάσεις πάρθηκαν με σεβασμό για τις ανάγκες και των τριών μας. Είναι σημαντικό στις μέρες που διανύουμε αυτό το ‘’μαζί’’ των δύο θεάτρων, των τριών σκηνοθετών και των δέκα ηθοποιών, πιστεύω πως αξίζει να τονιστεί».
- «Ελπίζω και πρέπει να τα καταφέρει ο Αλέξης Τσίπρας», έχετε πει, διότι πάνω του στηρίξαμε πολλές προσδοκίες. Εξακολουθείτε να το πιστεύετε;
« Το πιστεύω κατά μείζονα λόγο σήμερα, καθώς μέρα με τη μέρα αποκαλύπτεται πως ‘’είμαστε ανδρείκελα στα χέρια σκληρών ανθρώπων’’ όπως λέει και η Έμμη, η ηρωίδα της ‘’Λέσχης’’. Και συνεχίζει: ‘’ Οι άνθρωποι αυτοί εκμεταλλεύονται τα πάθη μας’’. Ας ονομάσουμε το πάθος της μικρής μας χώρας ‘’πάθος για ζωή’’ που όμως κοστίζει ακριβά, καθώς φαίνεται. Παρόλα αυτά, όπως μας μηνύει ο Τσίρκας και παρατηρεί η Τζίνα Πολίτη: ‘’Πρέπει να συνεχίσουμε. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε όπως πριν. Κι όμως ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΜΕ».
Κεντρική Φωτογραφία: Εφη Θεοδώρου (credit: Βασίλης Μαθιουδάκης)