
Φτάνουν στο φετινό φεστιβάλ για να παρουσιάσουν τη δουλειά τους. Ανάμεσά τους ονόματα αγαπητά στο ελληνικό κοινό όπως αυτά του Καστελούτσι, του Ροντρίγκο Γκαρσία, της Λόλα Αρίας, του Μπρέτ Μπέιλι, του Οσκάρας Κορσουνόβας.

Για τέταρτη φορά έρχεται στην Ελλάδα ο αργεντινός Ροντρίγο Γκαρσία. Ο οποίος ουκ ολίγες φορές έχει αναστατώσει το κοινό ή το έχει αφήσει παγερά αδιάφορο. Βλάσφημα και ωμά τα έργα του προκαλούν τα όρια του κοινού το οποίο έχει κάποιες φορές επιδοθεί με μεγάλη χαρά σε ρίψεις καθισμάτων εναντίον των ηθοποιών. Το «τρομερό παιδί του σύγχρονου θεάτρου», επισκέπτεται για τρίτη φορά το Φεστιβάλ Αθηνών, με την τελευταία του παραγωγή: 4
Τέσσερις ηθοποιοί, δεμένοι μεταξύ τους με λεπτό σκοινί σαν ιστό αράχνης, περιφέρονται στη σκηνή δημιουργώντας δυνατές εικόνες για ένα θέμα ταμπού: την παιδική σεξουαλικότητα. Σε μια σκηνική σύνθεση που χαρακτηρίστηκε από τη διεθνή κριτική ως βαθιά ποιητική και ταυτόχρονα κωμική, ο Γκαρσία συνδυάζει φαινομενικά άσχετα και αντιθετικά μεταξύ τους στοιχεία: οι αναμνήσεις του δημιουργού από την παιδική του ηλικία συνυπάρχουν, μεταξύ άλλων, με μια μορφή σαμουράι από τις ταινίες του Κουροσάβα, ένα υπερμέγεθες σαπούνι Μασσαλίας και ένα drone, ενώ ακούγεται η Τέταρτη συμφωνία του Μπετόβεν.

Οι πάντα sold out παραστάσεις του Ρομέο Καστελούτσι έχουν αφήσει εποχή στο Φεστιβάλ Αθηνών. Μετά τη Θεία Κωμωδία, το «Περί της έννοιας του προσώπου του Υιού του Θεού» και το «Go down, Moses», ο Ιταλός δημιουργός παρουσιάζει τον σαιξπηρικό Ιούλιο Καίσαρα. Ο δημιουργός ασχολήθηκε με τον σαιξπηρικό ήρωα για πρώτη φορά το 1997. Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά, επιστρέφει σε αυτόν, για να παρουσιάσει μια περφόρμανς - μελέτη πάνω στο λόγο και την ομιλία. Παρά το ότι μοιάζει περίεργο, καθώς ο Ιταλός δημιουργός και η ομάδα του έχουν συνηθίσει το κοινό τους σε μια εννοιολογική εικονοποιία όπου ο λόγος έχει δευτερεύοντα ή καθόλου ρόλο, με το Spare parts ο Καστελούτσι καταφέρνει να συνδυάσει τη μοναδική εικονοπλαστική του ικανότητα με κάτι που μέχρι πρότινος φαινόταν να μη συμπεριλαμβάνεται στα εργαλεία του. Σε μια εποχή όπου η αφθονία του λόγου είναι δεδομένη, η απουσία του μπορεί να είναι βαρύ φορτίο, ενώ η επιβολή του μέσο πίεσης. Με τη βοήθεια μιας ενδοσκοπικής κάμερας που φτάνει μέχρι τις φωνητικές χορδές του ενός καθώς μιλάει, όσο ο άλλος ηθοποιός στέκεται ανίκανος να εκφέρει λόγο (εξαιτίας της εγχείρησης αφαίρεσης λάρυγγα που έχει υποστεί), η παράσταση μελετά το πώς ο αέρας μετασχηματίζεται σε ήχο.

Third World Bunfight, το όνομα της ομάδας από τη Νότιο Αφρική, με σκηνοθέτη τον Μπρέτ Μπέιλι που τοποθετεί, τη δράση της όπερας Μακμπέθ του Βέρντι στις ανατολικές επαρχίες του Κονγκό. Τα τελευταία είκοσι χρόνια, τα θύματα στη Δημοκρατία του Κονγκό ξεπερνούν σε αριθμό αυτά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα βασικά θέματα που διατρέχουν το έργο τόσο του σαιξπηρικού όσο και του μεταγενέστερου οπερατικού έργου, η απληστία, η τυραννία και οι τύψεις αποκτούν νέα βαρύτητα σε αυτό το δραματικό περιβάλλον. Όταν ο στρατηγός Μάκμπεθ και η φιλόδοξη σύζυγός του δολοφονούν τον νόμιμο βασιλιά, ξεσπούν στη χώρα πλήθος συμφορές: εθνικός διχασμός, διπλές εθνικές προδοσίες, αδίστακτη εξουσία, ακραία βία και φρικαλεότητες, «ματωμένα» ορυχεία. Ο βέλγος συνθέτης Fabrizio Cassol ξαναγράφει το μουσικό θέμα του Βέρντι, προσαρμοσμένο για δώδεκα μουσικούς και δέκα τραγουδιστές όπερας. Μαζί τους, επί σκηνής βρίσκεται η διαβαλκανική ορχήστρα No Borders Orchestra, υπό τη διεύθυνση του σέρβου μαέστρου Premil Petrovic.

Η Αργεντίνα Λόλα Αρίας, συγγραφέας, σκηνοθέτις θεάτρου και περφόρμερ, παρουσιάζει μια παράσταση βασισμένη σε αφηγήσεις Βρετανών και Αργεντίνων βετεράνων που πολέμησαν στα νησιά Φώκλαντ ή, κατά τους Αργεντίνους στις Μαλβίνες νήσους, το 1982. («Minefield»). Η κυριαρχία της Βρετανίας στα νησιά αμφισβητείται από την Αργεντινή μέχρι σήμερα. Η σκηνή της παράστασης λειτουργεί σαν χρονομηχανή, μέσω της οποίας οι ήρωες μεταφέρονται 34 χρόνια πίσω, ανασύροντας τις προσωπικές τους μνήμες και εμπειρίες. Η Λόλα Αρίας δουλεύει με το βίωμα, αυτό είναι το βασικό συστατικό της δραματουργίας της. Εδώ, ερευνά σχέση μεταξύ εμπειρίας και αφήγησης, συνδυάζοντας το θέατρο, τον κινηματογράφο και τις visual arts, πράγμα το οποίο εφαρμόζει στις παραστάσεις της για περισσότερο από μια δεκαετία.

Ο πολυβραβευμένος λιθουανός σκηνοθέτης Οσκάρας Κορσουνόβας προσεγγίζει με τρόπο διαφορετικό τον σαιξπηρικό Άμλετ. Χρησιμοποιώντας τον Άμλετ ως βάση, ο Κορσουνόβας μιλάει για την πιο πρόσφατη Ιστορία και θέτει σύγχρονους προβληματισμούς. Ο Άμλετ του αρχίζει με το ερώτημα: «Ποιος είσαι;», για να καταλήξει στο τέλος με το σπαρακτικό ερώτημα προς εαυτόν: «Ποιος είμαι;». Με βασικό σκηνικό τους καθρέφτες των θεατρικών καμαρινιών, κάτω από το σκληρό λευκό φως και τις φωτοσκιάσεις που δημιουργούνται καθώς οι καθρέφτες μετακινούνται διαρκώς, το κλασικό έργο κατακερματίζεται. Προκαλώντας τα όρια της θεατρικότητας, οι ηθοποιοί μακιγιάρονται επί σκηνής, περιτριγυρισμένοι από ενοχλητικούς ήχους και απειλητικές φιγούρες, ενώ η ροή του κειμένου αλλάζει ακατάπαυστα με αποτέλεσμα οι χαρακτήρες να αντιδρούν απρόσμενα.

Η βέλγικη ομάδα Needcompany επισκέπτεται για δεύτερη φορά την Ελλάδα, μετά το Δωμάτιο της Ισαβέλλας το 2007. Στην πιο πρόσφατη δουλειά του, ο ιδρυτής και καλλιτεχνικός διευθυντής Jan Lauwers συνεργάζεται και πάλι με τον συνθέτη Maarten Seghers, για να δημιουργήσουν μια παράσταση για τον τρόπο που γράφεται και φτάνει ως εμάς η Ιστορία. Το The blind poet μιλά για τη ζωή δύο ποιητών, του τυφλού Άραβα Αμπού αλ’ αλά αλ Μααρί, δημοφιλή τον 10o και 11ο αιώνα, και της ανατρεπτικής Βαλλιάντα μπιν αλ Μουστακφί από την αραβική Ανδαλουσία, ποιήτριας που έγραψε κατά τον 11ο αιώνα. Οι δύο αυτοί δημιουργοί αποτύπωσαν στο έργο τους μια εποχή όπου οι γυναίκες είχαν ισχυρή εξουσία, ο αθεϊσμός ήταν διαδεδομένος και η Ευρώπη ήταν εντελώς διαφορετική από ό,τι πιστεύουμε σήμερα. Με αφορμή τα έργα των ποιητών και μετά από έρευνα του θιάσου, η παράσταση αποκαλύπτει πώς ό,τι ονομάζουμε ευρωπαϊκή ταυτότητα είναι δομημένο σε αμέτρητα ψεύδη.

Το έργο της Αμερικανίδας Λυν Νότατζ «Ruined» που γράφτηκε μετά την επίσκεψη της συγγραφέως στην Ουγκάντα, και βασίζεται σε μαρτυρίες γυναικών που επέζησαν του ίδιου πολέμου που θα παρουσιαστεί σε πανελλήνια πρεμιέρα με τη σύμπραξη Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, σε σκηνοθεσία του Βρετανού Ντέννις Ρέιντ σε συν-σκηνοθεσία με τη Γιούλα Μπούνταλη. Το έργο αναφέρεται σε μια γυναίκα που προσπαθεί να επιβιώσει μέσα στον εμφύλιο, διατηρώντας ένα μπαρ στο οποίο εργάζονται ως πόρνες γυναίκες-θύματα ομαδικών βιασμών. Μέσα από το χιούμορ, συνδυάζοντας τη φόρμα του θεάτρου-ντοκουμέντο, με συνοδεία ζωντανής μουσικής αλλά και πρωτότυπων βιντεοπροβολών, η παράσταση μιλά για όλους αυτούς που, είτε για λίγο είτε για πολύ, ενσωματώνονται στην κοινωνία μας χωρίς οι υπόλοιποι να γνωρίζουν τα οδυνηρά τους βιώματα. Οι ηθοποιοί της παράστασης, αμερικανικής, αφρικανικής και ελληνικής καταγωγής, αφηγούνται τις ιστορίες ανθρώπων που αγωνίζονται να ζήσουν σε συνθήκες απίστευτης αγριότητας.

Το The Dark Ages αποτελεί το δεύτερο μέρος της ευρωπαϊκής τριλογίας του βραβευμένου Ελβετού σκηνοθέτη Μίλο Ράου για τον πόλεμο. Ο Ράου, με αυτή την παράσταση, εξετάζει την πρόσφατη ιστορία των πολέμων στην ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, εστιάζοντας στις προσωπικές αφηγήσεις των ανθρώπων που βίωσαν τα γεγονότα.Πέντε ηθοποιοί, από τη Βοσνία ,τη Σερβία, τη Γερμανία και τη Ρωσία, αφηγούνται επί σκηνής και μπροστά σε μια κάμερα τις ιστορίες τους, με τα πρόσωπά τους να προβάλλονται σε μεγάλη οθόνη. Οι συγκλονιστικές βιογραφίες τους εμπλέκονται με ιστορικά γεγονότα και ερωτήματα, καθώς οι ίδιοι μιλάνε για τον πόλεμο, τον ξεριζωμό, τη φυγή και το νέο τους ξεκίνημα. Τη μουσική για την παράσταση έχει γράψει το ιστορικό cult συγκρότημα από τη Σλοβενία, οι Laibach, που εδώ και δεκαετίες μιλούν μέσω της μουσικής τους για τη σχέση μεταξύ τέχνης και ιδεολογίας.

Τα ακραιόφιλα, οι μικροοργανισμοί που επιβιώνουν σε ακραίες συνθήκες, στα βάθη των ωκεανών, χωρίς οξυγόνο, αντιπαραβάλλονται με τις ζωές των ανθρώπων. Καθώς η παγκοσμιοποίηση δοκιμάζει τη μεταξύ μας επικοινωνία, όνειρα, επιθυμίες και αναμνήσεις συναντιούνται σε μια παγκόσμια πλατφόρμα και υποτάσσονται σε έναν και μοναδικό νόμο, το νόμο της αγοράς .Το έργο της Μπαντεά (Μεγάλο Βραβείο Δραματικής Λογοτεχνίας Γαλλικού Κέντρου Θεάτρου 2013) Ακραιόφιλο, αφηγείται μια κατάδυση σε βαθιά νερά, αφού επιχειρεί να φωτίσει τις ρωγμές της συνείδησης τριών προσώπων: ενός πολιτικού, συμβούλου υπουργών, ενός στρατιώτη που χειρίζεται drones και μιας ερευνήτριας που απαρνείται την επιστήμη για χάρη μιας πολυεθνικής. Σπαράγματα σκέψεων, κύματα λόγου, ρεύματα λέξεων, όλα σκόρπια, αφήνουν τις συνδέσεις να δημιουργούνται και να διαλύονται μπροστά στα μάτια μας. Μια παράσταση σε σκηνοθεσία Elizabeth Marie και μετάφραση Ρηνιώς Κυριαζή στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr