
Τραγική σύμπτωση: Την ερχομένη Τρίτη, ο Μένης Κουμανταρέας θα έκανε εισαγωγή σε κλινική της Αθήνας για να υποβληθεί εκ νέου σε θεραπεία. Τα νέα ήταν δυσάρεστα. Οι εξετάσεις στις οποίες είχε πρόσφατα υποβληθεί έδειξαν ότι ο καρκίνος στους λεμφαδένες ήταν πάλι, εδώ.
Ο συγγραφέας Θάνος Φωσκαρίνης, φίλος του Μένη Κουμανταρέα περισσότερο από τριάντα χρόνια και τελευταία, συνεργάτης -είχε αναλάβει την οργάνωση του αρχείου του- μιλά στο TheTOC.gr για τις τελευταίες ώρες του Μένη Κουμανταρέα.
Με την αμηχανία και το βάρος των στιγμών, σε μία αφήγηση που διατηρεί τον χαρακτήρα του προφορικού λόγου και την ασυνείδητη εναλλαγή, μεταξύ παρόντα και παρελθόντα χρόνου, ο Θάνος Φωσκαρίνης μιλά για τα τραγικά γεγονότα της περασμένης Παρασκευής και καταλήγει: «Μήπως το έχουμε ...συνειδητοποιήσει;».
Ήμουν πριν «φύγει» μαζί του…
«Είχαμε βγει για φαγητό, όπως το συνηθίζαμε, εκτός της Τετάρτης και της Πέμπτης. Τρώγαμε μαζί τα βράδια, κάναμε συντροφιά, μιλούσαμε για τις εκκρεμότητες του αρχείου, για τα κείμενα του - είχα αναλάβει το αρχείο του επειδή μου αρέσει η δουλειά του Μένη…
Είχαμε πάει στον πεζόδρομο, σε ένα μαγαζί για φαγητό, γύρω στις 20:45, μείναμε μέχρι τις 22:20.
Μετά ο Μένης είπε ότι είχε μία συνάντηση και εγώ είπα, τότε να πηγαίνω. Η συνάντηση ήταν στις 23:15 και ο Μένης λέει, γιατί δεν πας απέναντι, στο «Ηappening», να καθίσεις, να πιεις έναν καφέ; Είχε ξεχάσει να πάρει ένα χαπάκι -έπαιρνε ένα χάπι επιπλέον τα σαββατοκύριακα, ξέρετε έπασχε από καρκίνο και η κατάσταση είχε επιδεινωθεί τις τελευταίες ημέρες. Δεν ήταν μετάσταση, είχε καρκίνο στους λεμφαδένες, κάτω από τη γνάθο και ενώ οι γιατροί του είχαν πει ότι είχε εξαλειφθεί, ο καρκίνος εμφανίστηκε πάλι και έπρεπε να μπει την Τρίτη στο «Υγεία» για νέα θεραπεία.
Μου λέει, περίμενε, θα πάω επάνω, στο σπίτι, να πάρω το χαπάκι και θα κατέβω, να μου κάνεις παρέα μέχρι τις 23:00. Στις 23:00 θα πάρω ένα ταξί να συναντήσω αυτόν τον άνθρωπο -και προφανώς θα τον έφερνε στο σπίτι…», λέει ο Θάνος Φωσκαρίνης.
Η καθυστέρηση, η ανησυχία
«… Αλλά, ο Μένης καθυστέρησε. Κάθισα στις 22:30, μέχρι τις 22:45 δεν είχε κατέβει, στις 22:50 ανησύχησα, τηλεφώνησα στο κινητό και στο σταθερό, δεν απαντούσε ρώτησα και τον υπεύθυνο του καταστήματος που ξέρει τον Μένη, Λουκά, τι γίνεται, ανησυχώ, ο άνθρωπος με ρωτάει, έχεις κλειδιά, απαντώ, όχι βέβαια, δεν έχω κλειδιά, μήπως ξέρεις πώς μπορούμε να μπούμε, ρωτάει και μετά μου λέει να πάμε να χτυπήσουμε τα κουδούνια, εάν ανοίξει κάποιος, ανεβαίνεις πάνω και ίσως κάτι μπορεί να γίνει.
Πήγαμε μαζί με τον Λουκά, χτύπησε τα κουδούνια, άνοιξε η κυρία Μπατζίκα, το σπίτι της οποίας είναι στον επάνω όροφο από τον Μένη, ανέβηκα στο διαμέρισμα, από το «ματάκι» της πόρτας φάνηκε ότι υπήρχε φως -αλλά, έτσι κι αλλιώς, ο Μένης άφηνε φως στο διαμέρισμα- δεν άκουγα κάτι, κατέβηκε η γειτόνισσα του Μένη, λέω, μήπως δεν ακούω λόγω της ταραχής μου, αλλά συμφώνησε κι εκείνη, όντως δεν ακουγόταν κάτι, οπότε σκέφτηκα ότι πρέπει να ειδοποιήσω την ανιψιά του…».
Στο σπίτι της ανιψιάς του
«…Όμως, δεν είχα τον αριθμό της στο κινητό, έπρεπε να πάω στο σπίτι, να βρω τον αριθμό της και καθώς έφευγα, σκέφτομαι, καλύτερα αντί να πάρω τηλέφωνο να πάρω ένα ταξί και να πάω απευθείας. Πήρα ένα ταξί από την Κυψέλης, πήγα στη Χέυδεν, εκεί όπου είναι το σπίτι της ανιψιάς του, της Αλεξάνδρας, μίλησα σε εκείνη και στον άνδρα της και τους είπα ότι, ανησυχώ επειδή ο Μένης δεν απαντά, ούτε στο κινητό, ούτε στο σταθερό, ενώ είχαμε συνάντηση. Ζήτησα αντικλείδια για να μπούμε στο σπίτι, δεν είχαν όμως και το επόμενο βήμα ήταν να πάμε στο Παγκράτι. Η μητέρα της Αλεξάνδρας, μία από τις αδελφές της Λιλής (σ.σ. της γυναίκας του Κουμανταρέα, η οποία δεν βρίσκεται στη ζωή) είχε κλειδιά του σπιτιού του Μένη…».
Όταν ανοίξαμε την πόρτα
«… Έβαλα το κλειδί στην πόρτα -δεν ήταν κλειδωμένη. Το διαμέρισμα δεν ήταν τακτοποιημένο, όπως είναι κανονικά. Ήταν ανασηκωμένα τα μαξιλάρια του καναπέ, ανοιχτά τα φύλλα της ντουλάπας στον διάδρομο, τα ρούχα πεταμένα, δεξιά, στο δωμάτιο της Λιλής, όλα ανακατεμένα, στο βάθος, στο γραφείο του Μένη, άνω κάτω τα χαρτιά και ανοιγμένα τα ντουλάπια και αριστερά, ο Μένης.
Πεσμένος πάνω στο κρεβάτι ανάσκελα και χτυπημένος. Με μισάνοιχτα μάτια, αίματα, η άνω γνάθος μπλαβιασμένη, χτυπημένος κοντά στο αριστερό μάτι, χτυπημένος στα χέρια… Προσπαθήσαμε να κάνουμε μαλάξεις στην καρδιά, αλλά ήταν ήδη νεκρός. Δεν είχε ανάσα. Ειδοποιήσαμε αμέσως την αστυνομία, το ΕΚΑΒ και τους συγγενείς. Η πρώτη εκτίμηση των αστυνομικών ήταν ότι μάλλον «έφυγε» από ασφυξία… Ο Μένης φοβόταν την εξέλιξη σε σχέση με την υγεία του, ήταν εξαιρετικά ανήσυχος…Μήπως το έχουμε συνειδητοποιήσει;…».
Η κηδεία του Μένη Κουμανταρέα θα γίνει την Τρίτη, 9 Δεκεμβρίου, στις 2 το μεσημέρι, από το Α' Νεκροταφείο.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr