
Η μελοποίηση ποιημάτων έχει θεωρηθεί ως ο κεντρικός πυλώνας της δημιουργικότητας του Μίκη Θεοδωράκη. Ο Μίκης έκανε την ποίηση λαϊκό ήχο, την έκανε τραγούδι και χορό και τραγουδήθηκε από τα χείλια κάθε Ελληνα.
Οι ποιητές παρελαύνουν στο έργο του: Άγγελος Σικελιανός, Ανδρέας Κάλβος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Γιάννης Ρίτσος, Μανόλης Αναγνωστάκης, αλλά και Πάμπλο Νερούδα, Λόρκα, Μπέρναρντ Μπίαμ.
Ο Μίκης Θεοδωράκης ουσιαστικά δημιούργησε το κίνημα της Μελοποιημένης Ποίησης, συμβάλλοντας στην ανάδυση μιας πλειάδας ποιητών και στην αναβάθμιση του τραγουδιού. Συγχρόνως, βοήθησε μια ολόκληρη γενιά να αποκτήσει τον δικό της λόγο.
Ο Μίκης Θεοδωράκης μελοποιεί τον Επιτάφιο του Ρίτσου
Θεσσαλονίκη. Μάης του 1936. Μια μάνα, καταμεσής του δρόμου, μοιρολογάει το σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της και πάνω της, βουίζουν και σπάζουν τα κύματα των διαδηλωτών - των απεργών καπνεργατών. Εκείνη συνεχίζει το θρήνο της. Στο δρόμο, νεκρός, ο 25χρονος αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης. Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος είδε τη φωτογραφία στην εφημερίδα: "Με συνεπήρε τόσο πολύ, που την ίδια μέρα άρχισα να γράφω τον Επιτάφιο. Μέσα σε δυο εικοσιτετράωρα, σχεδόν χωρίς να φάω και να κοιμηθώ, και πολλές φορές κλαίγοντας σαν μοιρολογίστρα Μανιάτισσα έγραψα τον "Επιτάφιο”, τα πρώτα 14 ποιήματα".
Όταν ο Επιτάφιος επανεκδόθηκε το 1958, ο Ρίτσος έστειλε ένα αντίτυπο στον Μίκη Θεοδωράκη που σπούδαζε τότε με υποτροφία στο Παρίσι. Λίγες ημέρες αργότερα, περιμένοντας στο αυτοκίνητο τη Μυρτώ που ψώνιζε στο ελληνικό μπακάλικο, όπως περιγράφει στη σειρά "Μελοποιημένη ποίηση" (εκδ. Υψιλον), άρχισε να διαβάζει τη συλλογή του Ρίτσου.
"Με έπιασε ξαφνικά μια βαθιά επιθυμία για μελοποίηση". Το ίδιο απόγευμα μελοποίησε τα περισσότερα ποιήματα.
Όπως είχε εκμυστηρευθεί ο ίδιος στον Γιώργο Μαλούχο: "Οταν γύρισα από τη Μακρόνησο, ήμουν ένα ερείπιο. Το σώμα δεν ήταν τόσο σπουδαίο, όσο ήταν το γεγονός ότι αυτές οι φοβερές εμπειρίες μού άφησαν μια φοβερή αρρώστια, δηλαδή είχα κρίσεις κανονικής επιληψίας, απώλεια συνείδησης. Ενα στάδιο ήταν ότι έχανα τις αισθήσεις μου, αλλά, όταν τις ξαναέβρισκα, είχα απώλεια προσωπικότητας, δεν ήξερα ποιος είμαι, οπότε έπρεπε να με προσέχουνε". Σχεδόν 10 χρόνια βίωνε αυτή την κατάσταση. Περιέργως, "όταν έγραψα τον "Επιτάφιο”, έγινα καλά. Ηταν πολύ σημαντικό αυτό. Μου έδειξε δηλαδή ότι όλα αυτά πηγαίνανε μαζί. Επρεπε να βρουν έναν τρόπο να εκτονωθούν και για μένα...".
Τελειώνοντας έστειλε τρία αντίτυπα, στον Γιάννη Ρίτσο, τον φίλο του Βύρωνα Σάμιο και τον Μάνο Χατζιδάκι που προθυμοποιήθηκε να τα ενορχηστρώσει και να τα ηχογραφήσει στην Αθήνα, με τη Νάνα Μούσχουρη σε μία από τις καλύτερες στιγμές της.
Επιστρέφοντας από το Παρίσι, ο Μίκης Θεοδωράκης ήθελε κάτι αδρότερο για να συνεγείρει τον λαϊκό κόσμο. Έτσι, ξεκίνησε να ηχογραφεί με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση που γνώριζε από τον στρατό και τον Μανώλη Χιώτη στην Columbia, παράλληλα με τον Χατζιδάκι που ετοίμαζε τη δική του εκδοχή στη Fidelity του Πατσιφά.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr