X

Πίστη, Αγάπη Ελπίδα: Οι χαμένες λέξεις ενός κόσμου που πεθαίνει

Ένα προφητικό έργο γραμμένο στον μεσοπόλεμο και οι ανατριχιαστικές αναλογίες με την εποχή μας σε μια παράσταση στη Στέγη. Μια κοινωνία παραδομένη στη βαρβαρότητα.

Γράφει: Αργυρω Μποζωνη

«Τίποτα δε μας δίνει τόσο πολύ την αίσθηση του απείρου όσο η βλακεία. Σε όλα μου τα έργα προσπαθώ να φανώ αλύπητος απέναντι στη βλακεία και την ψευτιά. Δεν πρόκειται για μια επίθεση εναντίον της πολιτικής αλλά εναντίον της μάζας αυτών που την εξασκούν, εναντίον της κατάχρησης των πολιτικών συνθημάτων, αυτής της προπάντων στη Γερμανία αισθητής αποτελμάτωσης. Ζούμε σε μια μεταβατική περίοδο όπου κυριαρχεί η χυδαιότητα».

Θα μπορούσε να έχει γραφτεί σήμερα. Ο θεατρικός συγγραφέας Έντεν φον Χόρβατ αποχαιρετά την Ευρώπη, δεκαετίες πριν, ανάμεσα στους δυο μεγάλους πολέμους. Μίλησε όχι μόνο για την βλακεία αλλά και για τη γλώσσα. Ως έννοια της ηθικής ενός κόσμου που παράπαιε. Όλο το έργο του σκιαγραφεί τη βαρβαρότητα της εποχής μας. Το έργο που έγραψε το 1932, «Πίστη Αγάπη, Ελπίδα», είναι ένα αριστούργημα του ευρωπαϊκού ρεπερτορίου, μια κωμικοτραγική δυστοπία.

Ο Έντεν φον Χόρβατ

Μια άνεργη γυναίκα, η Ελισάβετ, προσπαθεί να βρει μία οικονομική λύση στο αδιέξοδο της βάζοντας ως ενέχυρο το σώμα της στο Κρατικό Ανατομείο, και με αυτόν τον τρόπο να εξασφαλίσει μια άδεια πλασιέ για να μπορεί να εργαστεί. Στη συνέχεια όμως θα κατηγορηθεί για απάτη, θα συγχρωτιστεί με ένα αμάλγαμα ανθρώπων και θα ζήσει μια σύντομη ερωτική ιστορία με τον αστυνόμο Αλφόνσο που την συντηρεί. Όταν και η τελευταία ελπίδα της να σωθεί σβήσει θεαματικά από το προσκήνιο, τότε η Ελισάβετ θα πέσει στο ποτάμι επιχειρώντας να βάλει τέλος σε μια ζωή χωρίς ελπίδα.

Η παράσταση στη Στέγη

Το «Πίστη, Αγάπη Ελπίδα», είναι γραμμένο στο μεσοπόλεμο σε μια εποχή κρίσης και διαρκών οικονομικών προβλημάτων της εργατικής τάξης. Ο Χόρβατ χρησιμοποιεί τα πολιτικά κοινωνικά και οικονομικά γεγονότα της εποχής του, τον πληθωρισμό που έχει χτυπήσει τη γερμανική οικονομία και τους κλονισμένους πολιτικούς θεσμούς ως καμβά για να μιλήσει πρώτα για την προφασιστική κοινωνία του άγριου καπιταλισμού μέσα στην οποία κυριαρχούν μόνο ο κυνισμός και το ατομικό οικονομικό συμφέρον. Μια κοινωνία στην οποία η αναλγησία, ο μικροαστικός κανιβαλισμός και γλωσσική ανοησία δημιουργούν το πλέγμα μιας κοινωνίας παραδομένης στη βαρβαρότητα. Θα μιλήσει την ίδια εποχή και θα προειδοποιήσει για την αυγή του φασισμού και τους κινδύνους της.

Έργο του Γκρος, σχόλιο στον μεσοπόλεμο

«Πίστη, αγάπη, ελπίδα», έλεγε ο Χόρβατ, «θα μπορούσαν να τιτλοφορούνται όλα μου τα θεατρικά έργα, καθώς διαδραματίζονται σε καιρούς κατά τους οποίους το να πιστεύει, να αγαπάει και να ελπίζει κανείς είναι μια αναγκαία ουτοπία».

Οι συνθήκες φτώχειας μέσα στις οποίες δρουν οι ήρωές του, δεν παρουσιάζουν μόνο ανατριχιαστικές αναλογίες με την εποχή μας, αλλά το πώς η ανέχεια και η έλλειψη μόρφωσης οδηγούν στις γεμάτες ανοησία επιλογές, στις προκαταλήψεις και το κιτς.

Δρόμος του Βερολίνου στον μεσοπόλεμο

«Μου προσάπτουν» γράφει, «ότι είμαι πολύ σκληρός, αηδιαστικός, κυνικός και όποια άλλη παρόμοια ιδιότητα υπάρχει, αλλά τους διαφεύγει ότι δεν προσπαθώ τίποτε άλλο από το να περιγράψω τον κόσμο όπως είναι. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε κάποιος ν’ αποδείξει ότι το καλό κινεί αυτόν τον κόσμο, ούτε καν να το ισχυριστεί. Ένα μέρος του κοινού λοιπόν αντιδρά έτσι επειδή αναγνωρίζει τον εαυτό του πάνω στη σκηνή, και φυσικά υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να γελάσουν με τους εαυτούς τους, ιδιαίτερα σε τόσο προσωπικές στιγμές που αναφέρονται στα ορμέφυτά μας».

Η παράσταση στη Στέγη

Οι ήρωες του Χόρβατ είναι τραγικοί γιατί δεν κάνουν τίποτα για να διακριθούν, πιστεύοντας ότι η ομοιομορφία του πλήθους θα τους εξασφαλίσει την επιβίωσή τους. Οι ήρωές του είναι πνευματικά και σωματικά εξαντλημένοι, παραδομένοι σε φτηνά τσιτάτα και παλιές προκαταλήψεις. Δεν ονειρεύονται και δεν προσδοκούν. Πιστεύουν ότι τους αξίζει το χειρότερο. Το ανάγλυφο των προσώπων του Χόρβατ εξηγεί πολύ αναλυτικά την πλήρη παράδοση μιας ολόκληρης κοινωνίας στον ναζισμό.

Η παράσταση στη Στέγη

Γιός διπλωμάτη από την Αυστροουγγαρία ο Χόρβατ γεννήθηκε το 1901 στη Ριέκα της σημερινής Κροατίας και το 1919, έκανε τις σπουδές του στο Ludwig Maximilians Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Η γερμανική δεν ήταν η μητρική του γλώσσα. Το 1922 μετακόμισε στο Βερολίνο.

«Είχαμε τραχυνθεί», γράφει για τη γενιά του, «ούτε συμπόνια νιώθαμε ούτε δέος. Δε μας έλεγαν τίποτα ούτε τα μουσεία, ούτε η αθανασία της ψυχής και όταν κατέρρευσαν οι μεγάλοι εμείς μείναμε ανέπαφοι. Μέσα μας δεν κατέρρευσε τίποτα γιατί δεν υπήρχε τίποτα. Ως τότε εμείς απλώς παρατηρούσαμε».

Το πιστεύω του Χόρβατ είναι πολύ απλό, γράφει ο Ίαν Χιούις το 1980. Αντικατοπτρίζεται στο διαρκή αγώνα του ενάντια στο ψέμα και την ηλιθιότητα, στην προσπάθειά του να παρουσιάσει τον γιγαντιαίο αγώνα ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία, αυτή την αιώνια σφαγή που ποτέ δεν πρόκειται να καταλήξει σε ειρήνη, εκτός από τις ελάχιστες στιγμές όπου το ανθρώπινο ον απολαμβάνει την ψευδαίσθηση της ανακωχής. Οι διανοούμενοι της εποχής μας τον τοποθετούν άλλοι δίπλα στον Μπρεχτ και άλλοι ως συνεχιστή των συγγραφέων του fin du siècle, τον Τσέχωφ, τον Σνίτσλερ, τον Βέντεκιντ.

Ότο Ντιξ, το σαλόνι

Ο Χόρβατ ήταν παραγωγικός. Το έργο του, ιδιαίτερα τα είκοσι ένα έργα που δημοσιεύτηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του, κέρδισε διεθνές κύρος. Πίστευε ότι η γλωσσική αφασία ήταν η αιτία κάθε συναισθηματικής και ιδεολογικής κατάρρευσης. Υποστήριζε ότι οι άνθρωποι ξέρουν να διαβάζουν αλλά αυτό δεν τους κάνει μορφωμένους. Μιλά για τον ρόλο των μέσων μαζικής ενημέρωσης που δημιουργούν μια νέα μαζική κουλτούρα που υποβαθμίζει το επίπεδο της σκέψης στο να παράγει φράσεις κλισέ και συνθήματα που δημιουργούν συγκινησιακή έξαψη παρά λογικούς συλλογισμούς. Η ίδια αυτή σκέψη παράγει στην πολιτική υστερικά στερεότυπα, εθνικιστικές κοινοτυπίες με αποτέλεσμα το χάος και τον πόλεμο. Τα ρηχά, αυτοεξαπατώμενα άτομα που παράγει αυτή η κουλτούρα ήταν κατά τον συγγραφέα τα δυνητικά πιο δεκτικά στον φασισμό που σάρωνε με την άνοδό του τη Γερμανία.

Ναζιστική νεολαία

Το 1933, στις αρχές του ναζιστικού καθεστώτος στη Γερμανία, ο Χόρβατ μετακόμισε στη Βιέννη και το 1938 στο Παρίσι. Τον Ιούνιο του 1938 και πριν οι προφητείες του εκπληρωθούν, κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας, στα Ηλύσια Πεδία, απέναντι από το Théâtre Marigny, ένα κλαδί από ένα δέντρο τον σκοτώνει.

Κατά ένα ειρωνικό τρόπο λίγες μόνο μέρες νωρίτερα, ο Χόρβατ είχε πει σε ένα φίλο: «Δεν είμαι τόσο φοβισμένος από τους Ναζί ... Υπάρχουν και χειρότερα πράγματα που μπορεί να φοβάται κανείς, δηλαδή πράγματα που κάποιος φοβάται, χωρίς να ξέρει το γιατί. Για παράδειγμα, φοβάμαι τους δρόμους. Οι δρόμοι μπορεί να είναι εχθρικοί, με τρομάζουν».

Πληροφορίες:

Η παράσταση του έργου «Πίστη, Αγάπη, Ελπίδα» ανεβαίνει στη Στέγη από τις 19 έως τις 30 Δεκεμβρίου

Μετάφραση: Βασίλης Παπαβασιλείου
Σκηνοθεσία: Ακύλλας Καραζήσης
Σκηνικά: Μαρία Πανουργιά
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Κορνήλιος Σελαμσής
Φωτισμοί: Γιάννης Δρακουλαράκος
Επιμέλεια μαλλιών: Talkin’ Heads
Ερμηνεύουν: Γιώργος Γλάστρας, Ακύλλας Καραζήσης, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Σοφία Κόκκαλη, Άρης Μπαλής, Κορνήλιος Σελαμσής, Μαρία Σκουλά, Γιάννης Τσεμπερλίδης, Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου

Φωτογραφίες: Μαριλένα Σταφυλίδου