
Εφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις 52 ετών. Κι όμως, μέσα σε λιγότερο από 30 χρόνια κατάφερε μέσα από ταινίες, θεατρικά έργα και τηλεοπτικές σειρές να διαμορφώσει τη χιουμοριστική γραφή της εποχής του. Κι όχι μόνο. Να καταγράψει μια - μεταπολεμική - Ελλάδα φτωχότερη από τη σημερινή αλλά περισσότερο απλή και καλόκαρδη. Μια Ελλάδα που είναι εδώ και μοιάζει να μας κλείνει το μάτι στις ταινίες «του Σαββάτου» ή «της Κυριακής». Με την Καρέζη, τον Χορν, τον Αλεξανδράκη, τον Λάμπρο Κωνσταντάρα.
Τριανταεννιά χρόνια μετά το θάνατο του Κώστα Πρετεντέρη το 1978, η έκδοση του 2ου τόμου με τα Θεατρικά «Το καρέ του έρωτα», «Μιας πεντάρας νιάτα» και «Δεσποινίς Διευθυντής» (το δεύτερο και το τρίτο μαζί με τον Ασημάκη Γιαλαμά) από την Εστία μας θυμίζει αυτή την Ελλάδα στην οποία προστρέχουμε όταν αναζητούμε αυτό το τρυφερό και «καθαρό» χιούμορ που μοιάζει να μας «ξεπλένει» από τις αμαρτίες μας. Τα «Θεατρικά Β'» κυκλοφορούν με προλογικά σημειώματα των Ελένης Βαροπούλου, Σταμάτη Φασουλή και Ι.Κ. Πρετεντέρη είκοσι χρόνια μετά την κυκλοφορία των «Θεατρικών Α'» («Ο κουνενές», «Η κόμισσα της φάμπρικας» κι «΄Ενας ιππότης για τη Βασούλα»).
«Το χιούμορ του Πρετεντέρη είχε τρυφερότητα, αγάπη και καθόλου βαρβαρότητα», λέει στα Νέα ο Γιάννης Βογιατζής. Σ' αυτό, εξάλλου, οφείλει και μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, τον χαζούλη Μικέ. «Θυμάμαι, έπαιζα στο θέατρο Μουσούρη όταν ήρθε να μου προτείνει αυτό τον ρόλο τον οποίο θα ενέτασσε στο "Ημερολόγιο ενός θυρωρού". Τα έχασα, το θεώρησα μεγάλη μου τιμή, όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκα από τη χαρά μου, Επρόκειτο για μια μεγάλη ραδιοφωνική επιτυχία κι εκείνη την εποχή... Μάλιστα η ατάκα - σλόγκαν "Σας χαιρέτησα; Δεν σας χαιρέτησα. χαίρετε; Τι κάνετε; Καλά ευχαριστώ" την πρότεινα εγώ ο ίδιος στον Πρετεντέρη. Την έλεγα παιδί όταν είχα την αγωνία ότι δεν θα είμαι πολύ ευγενικός με τους προσκεκλημένους των γονιών του...»

«Εσείς γιατί πιανόσαστε;» Αυτή είναι μια άλλη ατάκα - του Διονύση Παπαγιαννόπουλου που μπαίνει αιφνιδίως σ' ένα δωμάτιο και βλέπει αγκαλιασμένους Καρέζη - Αλεξανδράκη - που έχει μείνει στο συλλογικό υποσυνείδητο, αυτή τη φορά από το «Δεσποινίς διευθυντής». Δεν είναι, όμως, μόνο μέσα από τις ταινίες (τα σενάρια κάποιων από τις οποίες βασίστηκαν σε θεατρικά του) που γνωρίζουμε τον Κώστα Πρετεντέρη. Είναι και οι «Χάντρες», «Μάμπο Μπραζιλέιρο», «Η πρώτη μας νύχτα», «Ποιος το ξέρει», «Χαρά μου» και άλλα τραγούδια τους στίχους των οποίων έγραψε και έχουν κερδίσει τη διαχρονική αγάπη του κοινού.
Η διεισδυτική καταγραφή της μεταπολεμικής ελληνικής κοινωνίας
«Πάντα πίστευα ότι το ελληνικό θέατρο της περιόδου 1953-1978, στο οποίο πρωταγωνίστησε και ο πατέρας μου (αυτή ήταν συνοπτικά η εικοσιπενταετία της δημιουργίας του...), δεν ήταν απλώς η καλλιτεχνική περιπέτεια μιας ομάδας – και μιας ευρύτερης παρέας – ταλαντούχων συγγραφέων, που είχε την τύχη να συμπέσει με μια γενιά αξεπέραστων ηθοποιών», σημειώνει ο γιος του, Γιάννης Πρετεντέρης.
«Ήταν ταυτοχρόνως το παρακολούθημα και η διεισδυτική καταγραφή μιας κοινωνίας που, μετά την αιματοβαμμένη δεκαετία του ’40, αλλάζει, εξελίσσεται και μεταμορφώνεται στην Ελλάδα όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε η δική μου γενιά. Μια Ελλάδα φτωχότερη ασφαλώς από τη σημερινή, αλλά σίγουρα πιο απλή, πιο αισιόδοξη και μάλλον πιο καλόκαρδη.
Υπ’ αυτήν την έννοια, το θέατρο εκείνης της εποχής φέρει βάρος μαρτυρίας για μια χώρα που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει πια παρά μόνο στις αναμνήσεις ή τα προσωπικά βιώματά μας. Αλλά η οποία, ευτυχώς για όσους τη γνώρισαν, πρωταγωνιστεί ακόμα σε παλιές κινηματογραφικές ταινίες και σε θεατρικές σκηνές».
Από δεκαεπτά χρονών έγραφε νούμερα για επιθεωρήσεις
Ο Κώστας Πρετεντέρης (1926-1978) γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου τελείωσε το Πειραματικό Σχολείο. Από δεκαεπτά χρόνων, μαθητής ακόμα, έγραφε νούμερα για επιθεωρήσεις. Αργότερα, σε συνεργασία με τον Γιώργο Οικονομίδη, έγραψε πολλές θεατρικές επιθεωρήσεις κι έκανε μεγάλες ραδιοφωνικές επιτυχίες. Το 1953 παντρεύτηκε την Άννα Βέννη κι απέκτησε έναν γιο.
Από το 1960 συνεχίζει μόνος στο ραδιόφωνο με τεράστιες επιτυχίες («Το ημερολόγιο ενός θυρωρού», «Τα καθημερινά του Καθημερινού» με τον Δημήτρη Χορν, «Το νυφικό κρεβάτι» με τον Δημήτρη Χορν και την Έλλη Λαμπέτη, κ.λπ.). Από το 1962 συνεργάζεται με τον Ασημάκη Γιαλαμά και γράφουν την πρώτη μεγάλη τους θεατρική επιτυχία για τον θίασο «Κατερίνας», «Τα παιδιά μας οι Κέρβεροι». Ακολουθούν άλλες μεγάλες επιτυχίες: «Δεσποινίς διευθυντής», «Ένας ιππότης για τη Βασούλα», «Η κυρία εκυκλοφόρησε», «Μιας πεντάρας νιάτα», «Η κόμισσα της Φάμπρικας» και άλλα. Από το 1972 συνεχίζει τη συγγραφική θεατρική του καριέρα μόνος, με τον «Νονό μου τον διάβολο» με το θίασο του Κώστα Βουτσά, ως το 1978 με το τελευταίο του έργο, τον «Κουνενέ», που παίχτηκε επί δύο ολόκληρα χρόνια.
Εργάστηκε ταυτόχρονα ως χρονογράφος στις εφημερίδες Βραδυνή, Αθηναϊκή, Καθημερινή και, τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του, στην Ελευθεροτυπία. Από το 1970 και εξής, στα πρώτα ακόμα χρόνια της ελληνικής τηλεόρασης, ο Πρετεντέρης γράφει τον «Κύριο συνήγορο» (πρώτη ελληνική σειρά γραμμένη ειδικά για τη μικρή οθόνη), την «Κοκορόμυαλη», τον «Ονειροπαρμένο», τη θρυλική «Γειτονιά μας», «Εκείνες κι εγώ», «Τα παιδιά του Ζεβεδαίου» και άλλα εξαιρετικά δημοφιλή έργα.

Info:
Το βιβλίο «Θεατρικά Β'» παρουσιάζεται την Τρίτη 28 Φεβρουαρίου (ώρα 20.00) στο Μικρό Παλλάς (Αμερικής 2). Μιλούν οι: Κώστας Γεωργουσόπουλος, Γιάννης Μπέζος, Σταμάτης Φασουλής, Γιάννης Πρετεντέρης. Πληροφορίες τηλ: 211 - 1000365
Βιβλιοπωλείον της Εστίας. Πρώτη έκδοση: Δεκέμβριος 2016

Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr