X

Σαν σήμερα: Γεννιέται ο μοναδικός Μοντιλιάνι με το αξεπέραστο ταλέντο

Πέθανε άρρωστος νέος και φτωχός και δεν πρόλαβε να δει τα έργα του να αποκτούν τεράστια αξία. Τα έργα του άλλαζαν χέρια για ένα πιάτο φαΐ.

Γράφει: Αργυρω Μποζωνη

Την τελευταία φορά που πουλήθηκε έργο του Μοντιλιάνι σε δημοπρασία η τιμή του άγγιξε τα 170 εκατομμύρια δολάρια. Ήταν ένα γυμνό από αυτά που όταν εξέθεσε το 1917 η αστυνομία έκλεισε την έκθεσή του και το κοινό σκανδαλίστηκε. Ο Μοντιλιάνι ζωγράφισε ελάχιστα γυμνά σε σχέση με την ποσότητα των έργων που μας άφησε. Ο κόσμος αναγνωρίζει σήμερα στα έργα του ένα στιλ μοναδικό και πρωτότυπο, μια ένωση από μοντέρνες ιδέες με την προσωπική χρωματική ευαισθησία του, δηλωτική ηδυπάθειας ή ερωτισμού.

Σήμερα ο Αμεντέο Μοντιλιάνι που δεν έζησε για να δει την «δόξα» και την αξία των έργων του θεωρείται εθνικός θησαυρός στην χώρα του, την Ιταλία. Παρόλο που η ίδια η Ιταλία άργησε πολύ να τον αναγνωρίσει ως μεγάλο ζωγράφο. Η πρώτη αναδρομική του έκθεση στην Ιταλία έγινε μόλις το 1930, στην 17η Μπιενάλε της Βενετίας δέκα χρόνια μετά το θάνατό του. Στην περίπτωση του Μοντιλιάνι όλα έγιναν μετά θάνατον. Ο ίδιος πέθανε σε απόλυτη φτώχεια. Η τραγική ζωή του δεν έχει καμία σχέση με την αποδοχή και την επιτυχία που γνώρισε και γνωρίζει. Οι συλλέκτες σε όλο τον κόσμο τρελαίνονται να αποκτήσουν ένα έργο του και το κοινό σχηματίζει ατελείωτες ουρές για να δει κάθε έκθεση που οργανώνεται με έργα του.

Ο Μοντιλιάνι γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου πριν από 132 χρόνια. Η μέρα της γέννησης του Μοντιλιάνι συνέπεσε με την πρώτη κατάσχεση που έγινε στους Μοντιλιάνι για την κάλυψη απλήρωτων φόρων για το σπίτι του Λιβόρνου και την ακίνητη περιουσία που είχε η οικογένειά του στην Σαρδηνία. Λένε πως η γέννηση του Αμεντέο έσωσε προσωρινά την οικογένειά του από την οικονομική κατάρρευση. Σύμφωνα με ένα αρχαίο νόμο που προστάτευε τα κρεβάτια των εγκύων γυναικών και των μητέρων με νεογέννητα παιδιά, ο πατέρας του Μοντιλιάνι απέτρεψε τους πιστωτές του από το κάνουν κατάσχεση στα περιουσιακά του στοιχεία συσσωρεύοντας τα πιο πολύτιμα στην κορυφή του κρεβατιού εγκύου γυναίκας του.

Ο Μοντιλιάνι έκανε μια και μοναδική ατομική έκθεση όσο ήταν εν ζωή με διάρκεια μόνο μιας ημέρας. Συνέβη στις 3 Δεκεμβρίου του 1917, στην γκαλερί του Παρισιού Berthe Weill. Εξέθεσε 30 έργα, τα οποία του είχαν ανατεθεί από τον φίλο του, έμπορο Leopold Zborovski. Οι γυμνές φιγούρες που εξέθεσε έγιναν επίκεντρο ενός δημόσιου σκανδάλου με την αστυνομία να κλείνει την γκαλερί μόλις λίγες ώρες αφότου άνοιξε.Το 1908, στο σαλόνι των Ανεξάρτητων, ο Μοντιλιάνι παίρνει μέρος με 6 έργα. Τα έργα του θορυβούν και ο τύπος και η κριτική είναι πάντα διχασμένη. Κανένας δε τον παίρνει πολύ στα σοβαρά, επειδή τα έργα του δεν εγγράφονται σε κανένα συγκεκριμένο καλλιτεχνικό ρεύμα. Τελικά η τέχνη του Μοντιλιάνι θα κρατήσει για πάντα μια ελευθερία και έναν αντικομφορμισμό στο στιλ, ο οποίος αποσταθεροποιεί όσους κριτικούς είναι υπερβολικά συνηθισμένοι να καταχωρίζουν σε καταλόγους, να ταξινομούν, να βάζουν ετικέτες.

Ο Μοντιλιάνι δήλωνε συχνά ότι αν κάνει ζωγραφική είναι για βιοπορισμό. Το πραγματικό του ενδιαφέρον στρέφεται στην γλυπτική, λέει συχνά ότι εκεί βρίσκεται η πραγματική του ελευθερία. Λέει ότι προτιμά τη συμπαγή υφή της πέτρας από το άυλο χρώμα σε ένα μουσαμά. Για αυτόν η γλυπτική είναι μείζων τέχνη, η μόνη που δίνει τη δυνατότητα σε έναν καλλιτέχνη να εκφραστεί. Όλα αυτά τα σχέδια που φτιάχνει με καταπληκτική ευκολία, τα θεωρεί αναγκαίες ασκήσεις και προετοιμασία για την τέχνη της λάξευσης της πέτρας. Αλλά όταν το λέει αυτό ασφαλώς δεν σκέφτεται την άστατη ζωή του, όπου είναι πιο εύκολο να μετακινείται με ένα κομμάτι μουσαμά παρά με ένα κομμάτι πέτρας, ξεχνάει την ευπάθεια των πνευμόνων του και το στίλβωμα της πέτρας που προκαλεί επίμονο βήχα και δυσφορία.

Τον δύσκολο δρόμο του θα φωτίσει η συνάντησή του με την ποιήτρια Άννα Αντρέγιεβνα Γκορένκο, γνωστή με το ψευδώνυμο Άννα Αχμάτοβα. Βρίσκεται στο Παρίσι με τον πρώτο της άντρα Νικολάι Γκουμίλεφ από τον οποίο θα πάρει διαζύγιο το 1916. Είναι 26 ετών και ο Μοντιλιάνι 25. Ερωτεύονται κεραυνοβόλα. Η ίδια γράφει «Ήταν φτωχός, έτσι στον κήπο του Λουξεμβούργου καθόμασταν πάντα σε παγκάκια, τις καρέκλες έπρεπε να τις νοικιάζουμε. Δεν παραπονιόταν για τίποτα ούτε για τη μιζέρια του, ούτε για το γεγονός ότι δεν είχε αναγνωριστεί. Όταν η Αχμάτοβα φεύγει για τη Ρωσία της γράφει παθιασμένα γράμματα και του απαντά με ποιήματα. Το 1911 επιστρέφει στο Παρίσι και του ποζάρει. Τα σχέδια αυτά, δυστυχώς εξαφανίστηκαν, καταστράφηκαν στα πρώτα χρόνια της ρώσικης επανάστασης.

H κόρη του Μοντιλιάνι Ζαν Μοντιλιάνι

Η σύντροφός του Ζαν Εμπουτέρν

Ο Μοντιλιάνι στη διάρκεια της ζωής του αντάλλαξε πολλά έργα του με ένα πιάτο φαγητό. Μερικά από αυτά σήμερα έχουν τις υψηλότερες τιμές στην αγορά έργων τέχνης. Όμως ο Μοντιλιάνι ήταν πάντα ένας πρίγκιπας. «Γνώρισα πραγματικά τον Μοντιλιάνι», λέει ο Βλαμένκ. «Τον γνώρισα πεινασμένο, τον είδα μεθυσμένο. Τον είδα να έχει κάποια χρήματα. Σε καμία περίπτωση δεν είδα να λείπει το μεγαλείο και η γενναιοδωρία. Ποτέ δεν έπιασα επάνω του το παραμικρό ταπεινό συναίσθημα. Αλλά τον είδα οργίλο, εκνευρισμένο από την διαπίστωση ότι η δύναμη του χρήματος που τόσο περιφρονούσε μερικές φορές αντιτασσόταν στη θέληση και την περηφάνια του».

Ο Μοντιλιάνι πέθανε μόλις δυο μέρες νωρίτερα από την ερωμένη του Jeanne Hebuterne, έγκυο τότε στο δεύτερο παιδί τους. Η πρώτη κόρη του ζευγαριού, Jeanne Modigliani, αργότερα θα γράψει την βιογραφία για τους γονείς της, και το γρήγορο πέρασμά τους από τη γη. Τα τελευταία λόγια του Μοντιλιάνι στο νοσοκομείο Σαριτέ, στον Ορτίς ντε Σαράτε, -φίλο του που τον μεταφέρει επειγόντως εκεί, αφού τον έχει βρει σε αθλία κατάσταση να τρώει επί οκτώ μέρες κονσέρβες σαρδέλα- είναι: «Δε μου μένει παρά ένα μικρό κομματάκι μυαλού... Νιώθω πως ήρθε το τέλος...Φίλησα τη γυναίκα μου, μείναμε σύμφωνοι για μια αιώνια χαρά». Η Ζαν αυτοκτόνησε και τον ακολούθησε στο θάνατο, πέφτοντας από το παράθυρο του πέμπτου ορόφου.

Τα στοιχεία προέρχονται από τις βιογραφίες του Μοντιλιάνι από τον Christian Parisot και την Meryle Secrest.