X

"Ο Καζαντζίδης έχανε συχνά το δίκιο του από την υπερβολή του" - Η σεναριογράφος της ταινίας "Υπάρχω" στο TheTOC

Η σεναριογράφος της ταινίας "Υπάρχω", Κατερίνα Μπέη, μιλά στο TheTOC για την επιλογή του Χρήστου Μάστορα, για το φαινόμενο "Καζαντζίδης" και απαντά στους επικριτές.

Γράφει: Χρυσα Σκουρα

Το φαινόμενο Στέλιος Καζαντζίδης εξακολουθεί να προκαλεί συζητήσεις - από θαυμαστές του και μη- ακόμα και 24 χρόνια μετά τον θάνατό του.

Η ταινία "Υπάρχω", για τη ζωή του κορυφαίου Έλληνα ερμηνευτή, με πρωταγωνιστή τον Χρήστο Μάστορα, σε σκηνοθεσία Γιώργου Τσεμπερόπουλου και σενάριο Κατερίνας Μπέη, έχει καταφέρει σε λιγότερο από ένα μήνα να ξεπεράσει τις 570.000 εισιτήρια.

Πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι υποκλίθηκαν στο ταλέντο του Χρήστου Μάστορα, αλλά πάρα πολλοί είναι και οι επικριτές, που ξεκίνησαν έναν "πόλεμο πληκτρολογίων", άσκωντας σκληρή κριτική -τις περισσότερες φορές με άσχημο τρόπο- κατά του νεαρού καλλιτέχνη και των δημιουργών της ταινίας.

Η σεναριογράφος της ταινίας Κατερίνα Μπέη, μιλώντας στο TheTOC, αναφέρεται στην επιλογή του Χρήστου Μάστορα για τον ρόλο του Καζαντζίδη, απαντά στους επικριτές, και περιγράφει τον τραγουδιστή όπως τον "γνώρισε" μέσα από τη συγγραφή του σεναρίου της.

"Σε καμιά περίπτωση δεν θέλαμε να κάνουμε αγιογραφία αλλά ούτε και να τον αδικήσουμε προβάλλοντας τις μεταγενέστερες στιγμές του, που αναλώθηκε σε κόντρες και δικαστήρια [...] Ο Καζαντζίδης ήταν εξαιρετικά ενοχικός με τα πάντα: με τα λεφτά, με την χαρά κτλ. Σαν να μην άντεχε όλη αυτή την τεράστια απήχηση που είχε", λέει μεταξύ άλλων στο TheTOC η Κατερίνα Μπέη.

"Ήταν και ανικανοποίητος και επαναστάτης. Και είχε δίκαιο και το έχανε συχνά, από την υπερβολή του", σημειώνει η ίδια.

Η σεναριογράφος Κατερίνα Μπέη

Η συνέντευξη της Κατερίνας Μπέη στο TheTOC:

"Εκείνο το βράδυ σάπισε η ψυχή μου". Aυτή είναι μια φράση που ακούγεται στην ταινία από τον Στέλιο Καζαντζίδη μετά από μια ακραία "παραγγελιά" ενός μεθυσμένου με όπλο στο νυχτερινό κέντρο που τραγουδούσε. Πόση αλήθεια κρύβει αυτή η φράση για τον ίδιο και την πορεία του στον χώρο του τραγουδιού;

Κατ' αρχάς να πούμε πως το περιστατικό είναι πραγματικό, και ήταν ο λόγος, μεταξύ άλλων, που έκαναν τον Στέλιο να σιχαθεί και να παρατήσει τη νύχτα. Είχε όντως φτάσει σε σημείο να μην αντέχει άλλο, να ταλαιπωρείται ψυχικά, να μην εκτιμάει ούτε την νύχτα, ούτε τον κόσμο που ερχόταν στα κέντρα, αλλά ούτε και τον εαυτό του που συνέχιζε κάτι που έφθειρε και τον ταλαιπωρούσε. Ήταν εξαιρετικά ενοχικός και με τα πάντα: με τα λεφτά, με την χαρά κτλ. Σαν να μην άντεχε όλη αυτή την τεράστια απήχηση που είχε. Η συγκεκριμένη φράση είναι μεν προϊόν μυθοπλασίας, με την έννοια ότι δεν αναφέρεται πουθενά ότι την είπε έτσι, αλλά είναι αποτύπωση, αυτού που ένιωθε και τον έσπρωξε να αποσυρθεί.

Το μόνο που άξιζε για τον ίδιο ήταν οι συναυλίες που έδινε για τους ομογενείς στο εξωτερικό. Όμως και πάλι βλέπουμε σε σκηνές από την ταινία να μην "καλοδέχεται" την αγάπη και τον ενθουσιασμό των ανθρώπων, να είναι δηλαδή απρόθυμος και αποστασιοποιημένος. Ποια ήταν η βαθύτερη αιτία που ο ίδιος δεν φαινόταν να απολαμβάνει την τεράστια επιρροή του στον κόσμο;

Με απασχόλησαν πολύ όλα αυτά, προκειμένου να τον κατανοήσω, ώστε μετά να προσπαθήσω να τα μεταφέρω. Τα πράγματα που μας διαμορφώνουν συνήθως σχετίζονται με τραύματα της παιδικής ηλικίας κι ο μικρός Στέλιος είχε πολλά, με κυρίαρχο τον ξυλοδαρμό και μετά τον θάνατο, του πατέρα του μπροστά στα μάτια του, από τους Χίτες. Νομίζω ο πατέρας του έπαιξε μεγάλο ρόλο, στην ενοχή του. Ήταν αριστερός, ενδεχομένως ήρωας στα μάτια του.

Περιφρονούσε τα χρήματα και ό,τι είχε, το μοίραζε. Παίρνοντας τη σκυτάλη, του αρχηγού της οικογένειας, από εκείνον, ο δωδεκάχρονος Στέλιος, προφανώς έπαιρνε και μια τεράστια ευθύνη στις παιδικές του πλάτες. Μπορεί να ένιωθε πως ο πατέρας του δεν θα χαιρόταν να τον βλέπει να τραγουδάει σε ακριβά κέντρα, με κόσμο να ξοδεύει λεφτά, με νονούς της νύχτας, ανθρώπους εκτός εαυτού κτλ. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μην μπορεί να χαρεί. Κάποιος που τον γνώριζε μου είπε, πως πήγε και τον έπιασε και του είπε: "Εγώ δεν γελάω ποτέ". Μεταξύ άλλων, ήταν ένας άνθρωπος προσκολλημένος στην οικογένεια, με μεγάλη αίσθηση ευθύνης, εσωστρεφής,
αυστηρός, δίκαιος, ξεροκέφαλος, παρορμητικός, έντονος, ευαίσθητος αλλά και σκληρός. Αυτά κατάλαβα εγώ. Τώρα γιατί δυσφορούσε με τον κόσμο; Δεν το έκανε πάντα. Υπήρχαν στιγμές που το απολάμβανε, όμως από ένα σημείο και μετά τον κατέτρεχαν παντού. Στο εξοχικό του, κάποια στιγμή, πήγαν με πούλμαν. Από μια φάση και μετά, ήθελε την ησυχία του και δεν μπορούσε να τη βρει.

Ήταν η μοναδική φωνή του ένα "τάλαντο" με το οποίο προσπαθούσε να πληρώσει σε όλη του τη ζωή τα τραύματα της παιδικής και νεανικής του ηλικίας;

Νομίζω πως κάποιες στιγμές τον εκνεύριζε το χάρισμά του αυτό. Εξ' ού και προσπάθησε να κάνει διάφορες επιχειρήσεις, το ούζο "Υπάρχω" και κάποια μαγαζιά στην Αμερική. Ήταν σαν να ήθελε να αποδείξει πως δεν είναι μόνο η φωνή του. Γι' αυτό ίσως ήταν και καχύποπτος με τους ανθρώπους, νόμιζε διαρκώς πως όλοι τον πλησίαζαν για τον Καζαντζίδη κι όχι για τον Στέλιο κι ίσως και να μην είχε κι εντελώς άδικο.

Καζαντζίδης και δισκογραφικές εταιρείες. Έχουν ακουστεί πολλά ανά τα χρόνια. Τελικά, ανικανοποίητος ή επαναστάτης;

Ήταν περίπλοκο το θέμα με τις εταιρίες. Από τη μια του έδιναν γη και ύδωρ από την άλλη προσπαθούσαν να τον αντικαταστήσουν, προμοτάροντας νέους τραγουδιστές και δίνοντάς τους να τραγουδήσουν τα σουξέ του, σε β’ εκτέλεση. Ένιωθε αδικημένος και την ίδια στιγμή, έμπαινε μπροστά για τα δικαιώματα του κλάδου του. Ήταν και ανικανοποίητος και επαναστάτης. Και είχε δίκαιο και το έχανε συχνά, από την υπερβολή του.

Κατερίνα Μπέη-Χρήστος Μάστορας-Γιώργος Τσεμπερόπουλος-Κλέλια Ρένεση-Άννα Συμεωνίδου

Εσάς, ποια ήταν η "σχέση" σας με τον Καζαντζίδη πριν από την ταινία; Δυσκολευτήκατε να αποτυπώσετε την προσωπικότητά του;

Είχα την σχέση που έχουν πάνω κάτω όλοι οι Έλληνες της γενιάς μου. Ήξερα αρκετά τραγούδια του και κάποιες ιστορίες από τις περιπέτειές του με τις εταιρίες και τις γυναίκες του. Έμαθα κάποια περισσότερα, όταν ασχολήθηκα με το σενάριο της "Ευτυχίας". Όταν αποφασίσαμε με την εταιρία παραγωγής, την Tanweer να κάνουμε την ταινία, διάβασα κάποια βιβλία και συνεντεύξεις, αλλά με βοήθησαν πολύ κι ο Γιώργος Λιάνης με τον Κώστα Μπαλαχούτη που ήταν εκτός από βιογράφοι του και φίλοι του. Στην αρχή δεν καταλάβαινα κι εγώ γιατί έδειχνε καχύποπτος και θυμωμένος, τη στιγμή που ήταν όλοι στα πόδια του και λατρευόταν σαν λαϊκό είδωλο. Όταν πήγα όμως στα παιδικά του χρόνια και είδα τα πράγματα που τον καθόρισαν, τον κατανόησα και τον συμπόνεσα.

Διαβάζοντας σημείωνα, ό,τι μου έκανε εντύπωση. Στο τέλος έκανα μια λίστα με χαρακτηριστικά που ένιωθα ότι τον σκιαγραφούν και προσπάθησα να βρω τρόπο, μέσα από καταστάσεις ή διαλόγους να περάσουν στο σενάριο. Εδώ να πω πως εσκεμμένα η ταινία τελειώνει, στη μέση της ζωής του, μόλις ο Καζαντζίδης, επιστρέφει από την Αμερική γιατί ζητούμενό μας ήταν να αποτυπώσουμε το πώς ένα ορφανό παιδάκι από τον Πόντο, μέσα από τόσες αντιξοότητες, κατάφερε να γίνει αυτό το φαινόμενο που έγινε.

Αφετέρου, μια μεγάλη δυσκολία που έχουν οι βιογραφίες, είναι πως είναι σχεδόν αδύνατο να συμπυκνώσεις ολόκληρη ζωή-και τέτοια ζωή!- σε δυο ώρες. Κάναμε λοιπόν την επιλογή να ασχοληθούμε με τα νιάτα του: Το success story του. Θελήσαμε να ψάξουμε τον χαρακτήρα του, τη δύναμή του και να δείξουμε και τους δαίμονές του που τον βασάνιζαν και τον οδήγησαν στην απόφαση, να μη ξανατραγουδήσει. Να εξερευνήσουμε γιατί ήταν έτσι και να φωτίσουμε τις πιο χαρακτηριστικές του στιγμές. Σε καμιά περίπτωση δεν θέλαμε να κάνουμε αγιογραφία αλλά ούτε και να τον αδικήσουμε προβάλλοντας τις μεταγενέστερες στιγμές του, που αναλώθηκε σε κόντρες και δικαστήρια.

Πολλά σχόλια έχουν ακουστεί και από ανθρώπους του καλλιτεχνικού χώρου, αλλά και από θαυμαστές του Καζαντζίδη, για την επιλογή του Χρήστου Μάστορα στον ρόλο του σπουδαίου ερμηνευτή. Αρχικά, πώς έγινε η επιλογή ενός τραγουδιστή για τον ρόλο; Και επίσης, πιστεύετε πως ένας ηθοποιός –έστω και με λιγότερο καλή φωνή- θα σκιαγραφούσε καλύτερα τον ψυχισμό του ερμηνευτή;

Η επιλογή και του Χρήστου και των άλλων ηθοποιών έγινε με κάστινγκ. Kάποιοι άνθρωποι, (ο σκηνοθέτης, ο παραγωγός, ο executive producer, ο casting director) βλέπαμε τα τελικά δοκιμαστικά των επικρατέστερων επιλογών του σκηνοθέτη (Γιώργου Τσεμπερόπουλου) λέγαμε τη γνώμη μας και κάπως αποφασίζαμε και προχωρούσαμε. Ο Χρήστος-που ήταν ιδέα του casting director Μάκη Γαζή- έκανε ένα πολύ καλό δοκιμαστικό: αληθινό κι αυθεντικό. Μπορεί επειδή είναι τραγουδιστής, κι έχει ενδεχομένως ανάλογα βιώματα από τη νύχτα. Μπορεί επειδή είναι ερασιτέχνης κι έπαιζε χωρίς επιτήδευση, με το ένστικτο. Μπορεί επειδή έχει ταλέντο κι είναι κι ένα παιδί που ακούει και δουλεύει πολύ. Όπως και να χει μας κέρδισε, αμέσως, από την αρχή.

Έχουν ειπωθεί πάρα πολλά και αστεία, για διάφορα κυκλώματα, που έσπρωξαν τον Χρήστο κτλ. Συγγνώμη, αλλά η ταινία αυτή κοστίζει πάνω από δύο εκατομμύρια ευρώ, τα περισσότερα ιδιωτικό χρήμα. Επίσης, την παραγωγή την κάνει μια εταιρία που έχει δείξει πως φροντίζει τις παραγωγές της, που καταφέρνουν επί το πλείστο να φέρουν τον κόσμο στις αίθουσες και να κάνουν πολλά εισιτήρια. Είναι δυνατόν να ρισκάρουν τόσοι άνθρωποι, για κάποιον που δεν
θεωρούν τον καταλληλότερο δυνατό; Κάτι καθόλου αυτονόητο, που έχει επίσης ο Χρήστος, είναι πως τον αγαπάει πολύ ο φακός κι έχει πολύ ζεστό βλέμμα. Αυτό νομίζω έπαιξε ρόλο στον να κάνει και τον ήρωα πιο προσιτό, πιο ευάλωτο, πιο ανθρώπινο. Ίσως να υπάρχουν ηθοποιοί που μπορούν να ερμηνεύσουν πιο τεχνικά άρτια τον ρόλο, όμως πιστεύω πως το κράμα-αυθεντικότητας, αλήθειας, καλοσύνης, ενστίκτου, εργατικότητας- που έφερε ο Χρήστος,
έφτιαξε ένα ήρωα που γέμισε το γυαλί και εκ των πραγμάτων και τις αίθουσες…

Τι απαντάτε σε όλους όσοι έχουν εξαπολύσει μύδρους κατά της ταινίας, αλλά και κατά του πρωταγωνιστή;

Σε αυτούς που είδαν την ταινία και δεν τους άρεσε, λέω πως κάναμε ο καθένας από το πόστο του, ό,τι μπορούσε καλύτερο. Είναι δύσκολη δουλειά το σινεμά και οι βιογραφίες είναι ακόμα δυσκολότερο, γιατί πρέπει να αποδώσεις κι ένα μέρος της πραγματικότητας. Λυπάμαι που
δεν άρεσε σε κάποιους-τους καταλαβαίνω, δεν αρέσουν όλα σε όλους- κι ελπίζω στην επόμενη ταινία να τα πάμε καλύτερα.

Σε αυτούς που δεν είδαν την ταινία και βρίζουν τον Χρήστο, την ταινία, τον Τσεμπερόπουλο, εμένα, την παραγωγή, θα πω πως χαίρομαι γιατί τους δώσαμε μια αναίμακτη, ευκαιρία εκτόνωσης, έστω και γραφικής. Υπάρχει πολλή οργή κι επιθετικότητα στον κόσμο. Καλό είναι σε κάθε περίπτωση, κάποιος να βρίζει εμάς, τον Καζαντζίδη και το "σύστημα", ακόμη και για ένα "έγκλημα" που δεν ξέρει αν όντως διαπράξαμε- παρά πχ. να δέρνει τη γυναίκα του.

Μπορεί τελικά ένας τέτοιος μύθος να… "απομυθοποιηθεί";

Νομίζω πως δεν μπορεί να απομυθοποιήσει κανείς κανέναν, παρά μόνο ο εαυτός του.

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε Επίσης