X

Μηνιγγίτιδα Β: Μία σοβαρή νόσος στα παιδιά και τους εφήβους που προλαμβάνεται

Οι πιο ευάλωτες ηλικιακές ομάδες είναι τα βρέφη κάτω του έτους, οι έφηβοι και τα νήπια 1 έως 4 ετών.

Γράφει: TheTOC

Γράφει η Ελένη Σμπόνια, παιδίατρος

Τον τελευταίο καιρό, εκτός από τον COVID-19 και τις νέες μεταλλάξεις που απασχολούν την επικαιρότητα, γονείς και παιδίατροι απασχολούνται με τις εποχικές ιώσεις που ταλαιπωρούν τα παιδιά αλλά και τους ίδιους. Τα παιδιατρεία έχουν αυξημένη επισκεψιμότητα, διότι οι εποχικές ιώσεις ήρθαν νωρίτερα στη ζωή μας. Πέρυσι σχεδόν ξεχάσαμε το βήχα και τις καταρροές στα παιδάκια, λόγω των αυστηρών μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης και των κλειστών σχολείων. Φέτος όμως, όλα αυτά έκαναν την επανεμφάνισή τους, και μάλιστα λίγο νωρίτερα σε σχέση με παλαιότερα.

Τα συνεχόμενα lockdown, τα αυστηρά μέτρα, και γενικότερα η πανδημία, φαίνεται να έχουν συμβάλλει στη δημιουργία κάποιων εμβολιαστικών "κενών" στα εμβόλια παιδιών και εφήβων στη χώρα μας αλλά και στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, ο εμβολιασμός κατά της μηνιγγίτιδας Β, η οποία συνεχίζει ακόμα και σήμερα να αποτελεί περίπου το 80% των περιστατικών μηνιγγίτιδας ή σηψαιμίας από μηνιγγιτιδόκοκκο στην Ελλάδα, κατέγραψε μία πτώση της τάξεως του 40%, όπως αναφέρθηκε το Μάρτιο από την Ελληνική Παιδιατρική Εταιρεία.

Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις λοιμώξεις που ήδη έχουν εμφανιστεί, εγείρουν ανησυχία για την επανεμφάνιση ξεχασμένων λοιμωδών νοσημάτων όπως η μηνιγγίτιδα Β, τη στιγμή που η κάλυψη έχει μειωθεί.

Η μηνιγγίτιδα Β, ήταν ανέκαθεν ένας φόβος τόσο για γονείς όσο και για παιδιάτρους. Είναι μια σπάνια αλλά πολύ σοβαρή νόσος, η οποία δεν κάνει ηλικιακές διακρίσεις. Εξελίσσεται ταχύτατα και μπορεί μέσα σε ένα 24ωρο να προκαλέσει μόνιμες βλάβες, αναπηρίες ή/και θάνατο.

Οι πιο ευάλωτες ηλικιακές ομάδες είναι τα βρέφη κάτω του έτους, οι έφηβοι και τα νήπια 1 έως 4 ετών.

Ιδιαίτερα ανησυχητικό με αυτή τη νόσο είναι το γεγονός πως στα αρχικά της στάδια δεν έχει ειδικά συμπτώματα: μπορεί να ξεκινήσει σαν ένα κοινό κρυολόγημα ή γρίπη, δηλαδή με πονοκέφαλο, πυρετό, ευερεθιστότητα, εμετό και να προχωρήσει σε αιμορραγικό εξάνθημα.

Λόγω της ιδιαιτερότητας της νόσου, ο αποτελεσματικότερος και ασφαλέστερος τρόπος για την πρόληψή της είναι ο εμβολιασμός. Τη δεδομένη στιγμή υπάρχουν 3 εμβόλια για τη μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο: το εμβόλιο έναντι της Β, της C και της ACWY. Πιο συγκεκριμένα, ο εμβολιασμός έναντι μηνιγγίτιδας Β μπορεί να ξεκινήσει από την ηλικία των 2 μηνών. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό δεδομένου ότι 1 στους 10 ενήλικες φέρει το βακτήριο ,χωρίς να εκδηλώνει συμπτώματα με συνέπεια να μπορεί να μεταδώσει τη νόσο σε νεαρά μέλη της οικογένειας του, μέσω καθημερινών συνηθειών όπως το φιλί, ο βήχας και το φτάρνισμα.

Το παραπάνω, είναι και η βάση του οράματος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO): ένας κόσμος χωρίς μηνιγγίτιδα. Σύμφωνα με τον WHO, η μηνιγγίτιδα έχει ακόμη υψηλά ποσοστά θνησιμότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ έχει την τάση να δημιουργεί επιδημικές εξάρσεις στον πληθυσμό. Υπολογίζεται πως για τη μηνιγγίτιδα, ενώ υπάρχουν διαθέσιμα εμβόλια, η πρόοδος της πρόληψης μέσω του εμβολιασμού είναι σημαντικά χαμηλότερη συγκριτικά με άλλα νοσήματα.

Ο σκοπός αυτού του οράματος είναι να εξαλειφθεί η νόσος, και οι συνέπειες της, οι οποίες προκαλούν μεγάλο βάρος στην ποιότητα ζωής πολλών από αυτών που έχουν προσβληθεί.

Δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πόσο σημαντική και σοβαρή είναι η σημασία της πρόληψης. Και είναι ακόμη πιο σοβαρή, όταν μιλάμε για τόσο σοβαρά νοσήματα όπως η μηνιγγίτιδα Β. Το Υπουργείο Υγείας μαζί με όλους τους αρμόδιους φορείς και την Ελληνική Παιδιατρική Εταιρεία οφείλουν να προωθήσουν άμεσα τον εμβολιασμό των παιδιών μας, χωρίς κανένα επιπλέον κόστος για τους γονείς με στόχο να επανέλθει η κοινωνία στα επιθυμητά εμβολιαστικά επίπεδα. Οι γονείς θα πρέπει να μιλήσουν με τον παιδίατρό τους, ώστε να ενημερωθούν, και να προγραμματίσουν το ραντεβού για εμβολιασμό το συντομότερο, ώστε την επόμενη περίοδο το παιδί τους να έχει προστατευθεί αποτελεσματικά και με ασφάλεια.