Οδηγίες και συστάσεις για τη διαχείριση των ασθενών με long covid, δηλαδή με μακροχρόνια συμπτώματα της λοίμωξης με κορονοϊό έδωσε στη δημοσιότητα η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρία.
Σύμφωνα με αυτήν, κάθε ασθενής που νοσεί από COVID-19 θα πρέπει να ενημερώνεται για την
πιθανότητα εμμενόντων συμπτωμάτων που συνήθως υποχωρούν μέσα σε 12 εβδομάδες
και εμφανίζονται ανάλογα με την βαρύτητα της νόσου και την προηγούμενη κατάσταση της
υγείας του. Σε περίπτωση μη βελτίωσης ή εμφάνισης νέων συμπτωμάτων οι ασθενείς θα
πρέπει να εξετάζονται από τον θεράποντα ιατρό τους.
Η Long COVID νόσος εμφανίζεται συχνότερα σε νοσηλευόμενους ασθενείς. Ωστόσο
συμπτωματολογία που επηρεάζει την ποιότητα της ζωής των ασθενών μπορεί να
εμφανίζεται και σε μη νοσηλευόμενους ασθενείς.
Η νόσος προσβάλλει πολλά συστήματα για την αντιμετώπιση των οποίων είναι
αναγκαία η γνώση τους αλλά και η συνεργασία διαφόρων ειδικοτήτων.
Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα κύρια συμπτώματα και νοσήματα/επιπλοκές του Post-COVID συνδρόμου.
Αναπνευστικές επιπλοκές Long-COVID συνδρόμου
Σε μία μελέτη παρατήρησης 38 νοσοκομείων στις ΗΠΑ, στις 60 ημέρες μετά την
έξοδο από το νοσοκομείο, απεβίωσε το 6,7% των ασθενών ενώ το 15,1% χρειάστηκε
επανεισαγωγή. Το 32,6% των ασθενών ανέφερε εμμένοντα συμπτώματα και το 18,9%
νέα συμπτωματολογία.
Το συχνότερο σύμπτωμα ήταν η δύσπνοια στην άνοδο μιας σκάλας (22,9%), ο βήχας (15,4%) και η εμμένουσα απώλεια γεύσης/όσφρησης (13,1%). Σε άλλη μελέτη νοσηλευόμενων ασθενών(6) το 68% και το 49% των ασθενών εμφάνιζε τουλάχιστον 1 σύμπτωμα στους 6 και 12 μήνες αντίστοιχα, με συχνότερα στους 6 μήνες την καταβολή (52%), τις διαταραχές ύπνου (27%), την τριχόπτωση (22%) και τις διαταραχές όσφρησης (11%).
Ενδιαφέρον εύρημα της μελέτης αυτής αποτελεί η αύξηση του ποσοστού των ασθενών που εμφάνιζαν δύσπνοια κατά MMRC>1 από τους 6 (26%) στους 12 μήνες (30%). Το συχνότερο εύρημα στις λειτουργικές δοκιμασίες των πνευμόνων είναι η μείωση στη διαχυτική ικανότητα DLCO η οποία σαφώς συσχετίζεται με την βαρύτητα της νοσηλείας.
Διαχείριση ασθενούς με long COVID σύνδρομο
Δεδομένου του σημαντικού αριθμού νοσούντων με COVID-19, σκοπός των
οδηγιών είναι η αξιολόγηση και αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, η έγκαιρη διάγνωση των
επιπλοκών της νόσου και η μείωση των μακροπρόθεσμων επιπλοκών της.
Εκτός από την φυσική εξέταση και την λήψη αναλυτικού ιστορικού μπορεί να είναι
αναγκαία και η διενέργεια περαιτέρω εργαστηριακού ελέγχου. Δεν υπάρχει εργαστηριακή
εξέταση που να διαχωρίζει τις POST-COVID καταστάσεις από άλλες αιτιολογίες και
νοσήματα.
Ο εργαστηριακός έλεγχος θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την κρίση του θεράποντος ιατρού, κατόπιν αξιολόγησης των συμπτωμάτων(είδος, βαρύτητα- διάρκεια) του ασθενούς, των ευρημάτων της κλινικής εξέτασης , της βαρύτητα της νόσησης από COVIDκαι των συνοσηροτήτων του ασθενούς. Δεν χρειάζεται όλοι οι ασθενείς που νόσησαν
από COVID-19 να υποβληθούν σε εργαστηριακό έλεγχο.
Προτείνεται ένα βασικός εργαστηριακός έλεγχος για τους ασθενείς που έχουν εμμένοντα συμπτώματα με σκοπό την διάγνωση και εκτίμηση καταστάσεων που ενδεχομένως χρειάζονται θεραπεία, μέχρι να υπάρξουν επαρκή δεδομένα για την αντιμετώπιση των POST-COVID καταστάσεων.
Προτείνεται επίσης ένας πιο ειδικός έλεγχος ανάλογα με την κλινική υποψία ή τα συμπτώματα του ασθενούς.
Διαβάστε αναλυτικά τις οδηγίες: