Η αστυνομία προχώρησε στην εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης που διέπραττε κακουργηματικές απάτες σε βάρος του Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υποβάλλοντας ψευδές αιτήσεις αποζημίωσης ενοικίου (COVID-19), επιστρεπτέων προκαταβολών, επιδοτήσεων ΕΣΠΑ και εισφορών ΕΦΚΑ.
Το παράνομο οικονομικό όφελος ξεπερνάει τα 5.700.000 ευρώ, ενώ τα μέλη αποπειράθηκαν κατά τον ίδιο τρόπο να αποσπάσουν επιπλέον 3.777.562,19 ευρώ.
Ειδικότερα, τα μέλη της οργάνωσης, στην οποία αρχηγικό ρόλο είχε αναλάβει λογιστής με εξειδικευμένες γνώσεις, εκμεταλλεύονταν τις διαδικασίες υποβολής αιτήσεων σε κρατικούς και ευρωπαϊκούς φορείς, μέσω πλαστών δικαιολογητικών που κατάρτιζαν, για να αποσπάσουν μεγάλα χρηματικά ποσά.
Όπως προέκυψε από την έρευνα της ΕΛΑΣ, τα μέλη διαχειρίζονταν δίκτυο 40 εταιριών και χρησιμοποιούσαν 55 ακίνητα (μεταξύ των οποίων και οι οικίες τους), για την υποβολή εικονικών συμβάσεων μίσθωσης, στις οποίες δήλωναν υπερβολικά υψηλά μισθώματα, ασύμβατα με τις πραγματικές αξίες και τις χρήσεις τους, με σκοπό την εξαπάτηση του Δημοσίου κατά την περίοδο των μέτρων στήριξης λόγω του κορονοϊού.
Παράλληλα, τα μέλη, εκμεταλλευόμενα το δίκτυο εταιριών που διαχειρίζονταν, υπέβαλαν αιτήσεις για να λάβουν είτε επιχορηγήσεις μέσω ΕΣΠΑ, είτε ενισχύσεις ως επιστρεπτέες προκαταβολές, με χρήση πλαστών εγγράφων, ψευδών στοιχείων και εικονικών παραστατικών.
Ταυτόχρονα, μέσω "αχυρανθρώπων", τους οποίους δήλωναν ως διαχειριστές στις ανωτέρω εταιρείες προκειμένου να αποφύγουν την ευθύνη, ασφάλιζαν σε αυτές προσωπικό χωρίς την καταβολή εισφορών, ζημιώνοντας τον ΕΦΚΑ.
Όσον αφορά τη νομιμοποίηση των παρανόμων εσόδων τους, σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, αυτά απορροφούνταν από το παραπάνω δίκτυο εταιριών και τοποθετούνταν στους ίδιους τραπεζικούς λογαριασμούς που πιστώνονταν τα κέρδη από τη νόμιμη δραστηριότητα των εταιριών.
Στη συνέχεια, τα χρήματα επενδύονταν πίσω στις εταιρίες με την επέκταση της νόμιμης δραστηριότητας τους, όπως για παράδειγμα ανέγερση ακινήτων κ.λπ., είτε μεταφέρονταν σε τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό, ή χρησιμοποιούνταν για την κάλυψη των ατομικών καταναλωτικών τους αναγκών.
Ειδικότερα, είχαν εγκαταστήσει ένα διατραπεζικό κανάλι αποτελούμενο από 122 τραπεζικούς λογαριασμούς, που ανήκαν στο εταιρικό δίκτυο. Μέσω αυτών, πραγματοποίησαν τουλάχιστον 57.253 συναλλαγές, κατά τις οποίες μετέφεραν συνεχώς ποσά που εισέπρατταν, για την αποφυγή του εντοπισμού τους. Όπως προέκυψε, πραγματοποιήθηκαν μεταφορές μεταξύ τραπεζικών λογαριασμών που ξεπερνούν το ποσό των 10.897.157,30 ευρώ.
Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν, σε διάφορες περιοχές της Αττικής και Κορινθίας, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν, μεταξύ άλλων:
- 61.900- ευρώ,
- τραπεζικές επιταγές συνολικού ποσού -24.200- ευρώ,
- 2- χρυσές λίρες,
- πλήθος καρτών ανάληψης,
- πλήθος εγγράφων και σφραγίδων εταιρειών,
- 8- συσκευές κινητών τηλεφώνων,
- ζυγαριά ακριβείας,
- 21,48- γραμμάρια κοκαΐνης και
- 9- ναρκωτικά δισκία ecstasy.