Το ερώτημα ήρθε ξανά και ξανά στο προσκήνιο αυτή την εβδομάδα με τα κόμματα της αντιπολίτευσης να πιέζουν την κυβέρνηση προς αυτή την κατεύθυνση και η τελευταία να απαντά ότι προτιμά να ασκήσει πιέσεις στις διοικήσεις των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην κατεύθυνση της μείωσης των προμηθειών και των λοιπών βαρών που επιβάλλονται στους πελάτες τους. Είναι γεγονός ότι και το "ναι" και το "όχι" του συγκεκριμένου ερωτήματος, συγκεντρώνουν αρκετά επιχειρήματα. Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες εμφάνισαν πολύ μεγάλη αύξηση κερδοφορίας εξαιτίας της αύξησης των επιτοκίων αλλά και της επιβολής των προμηθειών.
Ήδη στο 9μηνο του 2024, τα κέρδη ξεπέρασαν τα 3,7 δις. ευρώ και οδεύουμε για ρεκόρ κερδοφορίας στο σύνολο του έτους ενώ στα δύο έτη που προηγήθηκαν (2022 και 2023) τα συνολικά αθροιστικά κέρδη προσέγγισαν τα 8 δις. ευρώ. Η αύξηση των επιτοκίων ήταν το "φάρμακο" για να αντιμετωπιστεί η πληθωριστική κρίση οπότε μπαίνει το ερώτημα: αφού για τον ίδιο λόγο φορολογήθηκαν οι εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας και τα διυλιστήρια γιατί όχι και οι τράπεζες.
Είναι επίσης γεγονός ότι σημαντικό κομμάτι των κερδών που αποκομίζουν οι τράπεζες αποδίδεται και θα αποδίδεται πλέον στους μετόχους μεταξύ των οποίων και τους επενδυτές που κάλυψαν τις αποκρατικοποιήσεις των τελευταίων μηνών στις οποίες προχώρησε το ελληνικό δημόσιο μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Ενώ όμως τα κέρδη αποδίδονται στους μετόχους, ταυτόχρονα υπάρχει και μια μεγάλη υποχρέωση απέναντι στο δημόσιο: η λεγόμενη "αναβαλλόμενη φορολογία" μια υποχρέωση η οποία εκτιμάται στα 13 δις. ευρώ. Μπαίνει επομένως και το ακόλουθο ερώτημα: πώς γίνεται οι τράπεζες να "χρωστούν" 13 δις. ευρώ αλλά να επιλέγεται ως προτεραιότητα η διανομή μερίσματος;
Το τρίτο γεγονός έχει να κάνει με το κόστος ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Στην περίοδο 2012-2016, το κράτος (δηλαδή ο φορολογούμενος) διέθεσε περισσότερα από 42-43 δις. ευρώ για την διάσωση των τραπεζών (ή κάτι λιγότερο από 40 δις. ευρώ αν ληφθούν υπόψη και τα ποσά που μπήκαν στα κρατικά ταμεία από τις πρόσφατες αποκρατικοποιήσεις) αλλά σήμερα ουσιαστικά δεν έχει πλέον συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών το οποίο έχει περάσει υπό τον έλεγχο ιδιωτών.
Προκύπτει λοιπόν, από τα παραπάνω το συμπέρασμα ότι οι τράπεζες έχουν επανέλθει στην κερδοφορία εξαιτίας και της αύξησης των επιτοκίων, ότι μπορούν πλέον να μοιράζουν μέρισμα στους μετόχους τους (άρα και να κρατούν ζωντανό το επενδυτικό ενδιαφέρον) και ταυτόχρονα ότι χρειάζονται αρκετά χρόνια ακόμη για να κλείσουν τις εκκρεμότητές τους όσον αφορά το θέμα της αναβαλλόμενης φορολογίας (σ.σ εκτιμάται ότι λόγω της κερδοφορίας θα φτάσουμε στο 2035 για να κλείσει το ζήτημα ενώ αρχικά υπήρχε η εκτίμηση ότι θα φτάναμε το 2042).
Αυτά είναι τα δεδομένα. Και μπαίνει το ερώτημα: να επιβληθεί μια έκτακτη φορολογία η οποία θα μπορούσε να αποφέρει (για παράδειγμα) περί τα 100-200 εκατ. ευρώ ως έκτακτο έσοδο στον κρατικό προϋπολογισμό; Αν η κυβέρνηση προχωρούσε στη συγκεκριμένη επιλογή, το πιθανότερο είναι ότι θα προκαλούσε τριγμούς στις σχέσεις με τους επενδυτές όπως συνέβη και στην Ισπανία. Όχι τόσο εξαιτίας του ποσού, όσο εξαιτίας του θα δημιουργούνταν η εικόνα της αιφνίδιας αλλαγής των "κανόνων του παιχνιδιού". Οι αποκρατικοποιήσεις έγιναν προκειμένου να υπάρχει ένα ισχυρό και ανταγωνιστικό τραπεζικό σύστημα ικανό να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία. Αυτή είναι και η "μεγάλη εικόνα": Όλα τα μεγάλα προωθούμενα σχέδια (επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, χρηματοδοτήσεις για αγορά ακινήτων κλπ) περνούν μέσα από το τραπεζικό σύστημα το οποίο αν κάνει σωστά τη δουλειά του, θα συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων για την ανάπτυξη της οικονομίας συνολικά. Το ερώτημα είναι αν γίνεται σωστά η δουλειά. Από τη χθεσινή ομιλία του πρωθυπουργού προέκυψε ότι η κυβέρνηση δεν είναι ικανοποιημένη, γι’ αυτό και προανήγγειλε ανακοινώσεις την επόμενη εβδομάδα. Το περιεχόμενο θα αποκαλυφθεί. Θα κινείται πάντως στην κατεύθυνση της περαιτέρω μείωσης των προμηθειών αλλά και του "κλεισίματος" του επιτοκιακού περιθωρίου που συνιστά άλλο ένα μείζον πρόβλημα για τους πολίτες αυτής της χώρας. Έχουμε από τις μεγαλύτερες "ψαλίδες" στην Ευρώπη ανάμεσα στα επιτόκια καταθέσεων και στα επιτόκια χορηγήσεων και αυτό συνιστά μεγάλο ζήτημα για εκατομμύρια συναλλασσόμενους με τις τράπεζες.
Η "αποτίμηση" των επιλογών θα γίνει μετά τις προγραμματισμένες ανακοινώσεις. Μια έκτακτη φορολογία φέρνει κάποια έκτακτα έσοδα στον κρατικό προϋπολογισμό τα οποία μπορούν να χρηματοδοτήσουν κάποιο έκτακτο μέτρο στήριξης (σ.σ για παράδειγμα, 200 εκατ. ευρώ φτάνουν για να πάρουν 100-150 ευρώ οι χαμηλοσυνταξιούχοι εφάπαξ). Μια συνολικότερη παρέμβαση για τις προμήθειες και τα επιτόκια μπορεί να φέρει όφελος που μεταφράζεται σε σαφώς περισσότερα χρήματα για το σύνολο των συναλλασσόμενων με τις τράπεζες. Υπομονή λοιπόν μερικές ημέρες για να πέσουν όλα τα χαρτιά πάνω στο τραπέζι.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr