
Το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των φορολογουμένων «να καταβάλουν φόρο ο οποίος να αντιστοιχεί στην πραγματική και όχι στην πλασματική τους περιουσία», αποτελεί τον πυρήνα της σχεδόν ομόφωνης απόφασης του ΣτΕ που φέρνει τα πάνω κάτω στη φορολογία ακινήτων καθώς υποχρεώνει την Κυβέρνηση να προχωρήσει εδώ και τώρα και σε αναδρομική αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων. Πρόκειται για μια απόφαση - πιλότο που αντανακλά την αναγνώριση του παραλογισμού που επικρατεί στην... λογική της φορολογίας στην Ελλάδα.
Η απόφαση ανοίγει τον δρόμο για προσφυγές από όσους φορολογούμενους έκαναν μεταβιβάσεις ακινήτων από τις 21 Μαϊου και μετά και κατέβαλαν φόρο επί αντικειμενικών αξιών που είναι υψηλότερες από τις εμπορικές. Όσο μεγαλύτερη θα είναι η μείωση των αντικειμενικών αξιών κατά μέσο όρο, τόσο μεγαλύτερη αύξηση φορολογικών συντελεστών θα πρέπει να κάνει το υπουργείο Οικονομικών για να εισπράξει έσοδα 2,65 δισεκατομμυρίων ευρώ και κατά τη διάρκεια του 2016 κάτι που αποτελεί βασικό στόχο του προϋπολογισμού αλλά και μνημονιακή δέσμευση.
Tα κύρια σημεία
Στην απόφαση αυτή με την οποία η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε παράνομη την παράλειψη της Κυβέρνησης να μην εκδώσει υπουργική απόφαση με την οποία θα αναπροσαρμὀζονται οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων της χώρας, οι σύμβουλοι Επικρατείας :
Σταθμίζοντας τα συμφέροντα τόσο των φορολογουμένων που έχουν προσφύγει στο ΣτΕ όσο και του Ελληνικού Δημοσίου και συνεκτιμώντας και τις παρούσες συνθήκες , «ιδίως δε -όπως αναφέρουν-την ύπαρξη έντονου δημόσιου συμφέροντος, συνισταμένου στην κατά το δυνατόν αποφυγή αιφνίδιας διακύμανσης των φορολογικών εσόδων, συνισταμένου στην, κατά το δυνατόν, αποφυγή αιφνίδιας διακύμανσης των φορολογικών εσόδων του κράτους, υπό της παρούσες δυσμενείς δημοσιονομικές συνθήκες» έκριναν ότι η ακύρωση της κυβερνητικής παράλειψης να εκδώσει απόφαση αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών της χώρας πρέπει να ανατρέξει όχι «στο χρόνο συντέλεσης της παράλειψης», αλλά στην ημερομηνία λήξης της προθεσμίας (21.3.2015) εντός της οποίας η Κυβέρνηση όφειλε να εκδώσει την απόφασή της.
Σημειώνουν ότι η απόφαση που υποχρεούνται να εκδώσει η Κυβέρνηση πρέπει να έχει αναδρομική ισχύ από 21.5.2015, καθώς τοτε έληξε η προθεσμία που είχε λάβει για να εκδώσει νέα απόφαση καθορισμού των αντικειμενικών αξιών επισημαίνοντας ότι με το σύστημα προσδιορισμού αξιών των ακινήτων πρέπει να διασφαλίζεται η νόμιμη αξίωση των πολιτών «να καταβάλλουν φόρο, ο οποίος να αντιστοιχεί σε πραγματική και όχι πλασματική τους περιουσία», όπως προβλέπει το Σύνταγμα (άρθρο 78).
Στην επίμαχη δικαστική απόφαση αναφέρεται ακόμη, ότι το Δημόσιο επικαλέστηκε ότι «η ακολουθία των πολιτικών εξελίξεων και η κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας των τελευταίων μηνών είχαν ως αποτέλεσμα το πάγωμα όλων των σχετικών ενεργειών».
Όπως όμως αντιτείνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις πραγματικές αξίες της αγοράς «αποτυπώνεται και στις υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στα Μνημόνια, από το 2012.
Το κράτος, αναφέρουν οι δικαστές, «συνέχισε να εισπράττει τις υφιστάμενες κατά το χρόνο ισχύος των αντικειμενικών αξιών έτους 2007 φορολογικές επιβαρύνσεις επί της ακίνητης περιουσίας αλλά και να επιβάλλει νέες χωρίς να αναπροσαρμόζει τις αντικειμενικές αξίες» και να δηλώνει αντικειμενική αδυναμία αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών.
Ωστόσο, η Κυβέρνηση την ίδια στιγμή εντάσσει νέες περιοχές στο αντικειμενικό σύστημα (4.489 οικισμοί σε διάφορες περιοχές της χώρας) και καθορίζει τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων στις περιοχές αυτές, «με ισχύ από 1.1.2011, δηλαδή εν μέσω οικονομικής κρίσης», ενώ παράλληλα την ίδια χρονική περίοδο προσδιόρισε και τις αντικειμενικές αξίες στο Ψυχικό Αττικής.
Η αλλεπάλληλη παράταση των προθεσμιών αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, τονίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, «δεν αποδεικνύει αδυναμία αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, αλλά καθυστέρηση στην δημιουργία κατάλληλου πλαισίου συλλογής και επεξεργασίας των απαραίτητων δεδομένων για την ανεύρεση των αγοραίων τιμών των ακινήτων, καθυστέρηση η οποία πάντως δεν μπορεί να αποβεί σε βάρος των φορολογουμένων, ούτε να δικαιολογήσει τη συνεχιζόμενη επιβολή φορολογικών βαρών βάσει αντικειμενικών αξιών που δεν ανταποκρίνονται στις αγοραίες».
Μέσα στο σκεπτικό της απόφασης γίνεται εκτενής αναφορά και στις αιτιάσεις της Κυβέρνησης , όπως ότι από τότε που ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας η πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου ήταν «σε διαρκή κρίσιμη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, ακολούθησε η προκήρυξη και διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, η σύναψη της νέας δανειακής σύμβασης και στην συνέχεια νέας δανειακής σύμβασης και στη συνέχεια η προκήρυξη νέων εθνικών εκλογών».
Aκόμα σύμφωνα με το Δημόσιο όπως καταγράφεται μέσα στη δικαστική απόφαση, «η απόπειρα αναπροσαρμογής των αντικειμενικών άξιων, υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες καθίσταται επισφαλής διότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην εκπληρώνεται ο στόχος της επικαιροποίησης των τιμών για αξιόπιστη και δίκαιη προσέγγιση των τιμών της αγοράς».
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr