
Η εμβληματική ατάκα "Άλλος με τη βάρκα μας;" από την ταινία "Μανταλένα" (1960) του Ντίνου Δημόπουλου στοιχειώνει τα καλοκαίρια, όχι μονάχα όσων είμαστε πια κάποιας ηλικίας, αλλά –με τη μυριοστή πλέον τηλεοπτική της επανάληψη- σχεδόν των πάντων. Έχω την αίσθηση πως η μαυρόασπρη "Μανταλένα", παρέα με το ύστερο έγχρωμο "Δόλωμα" (1964) του Αλέκου Σακελλάριου, πετυχαίνει την Αλίκη Βουγιουκλάκη στην καλύτερή της ώρα: όταν είναι αυθεντικά "εκείνο" που εναγώνια θα επιχειρήσει να μιμηθεί στην κατοπινή περίοδο της καλλιτεχνικής της σταδιοδρομίας. Συγκρατείστε αυτήν την παρατήρηση· θα μας χρησιμεύσει στην πορεία.
Η νοσταλγία "χτυπάει κόκκινο" και στους πολιτικούς μας. Κυρίως στους πολιτικούς μας, για να είμαστε ακριβείς. Από όσους ώριμους πολιτικούς έχω γνωρίσει προσωπικά (και δεν έχω γνωρίσει και λίγους), ελάχιστοι είναι αλώβητοι από τη νοσταλγία, αποδεσμευμένοι από την αυταπάτη ότι η "καλύτερή" τους "ώρα" μπορεί να επαναληφθεί και να βρεθούν πάλι πολλοί πρόθυμοι από το εκλογικό σώμα για να μπουν στη "βάρκα" τους.
Λένε πως η ελπίδα πεθαίνει τελευταία –μην σας πω ότι ζει και μεταθανάτια, τουλάχιστον στις προσδοκίες εκείνων που ζουν με την αθεράπευτη νοσταλγία μιας άλλης εποχής. Ιδίως το καλοκαίρι, που υποχρεωτικά αραιώνουν τα πολιτικά "συμβάντα" ή αδρανεί έστω η διάθεσή μας να τα παρακολουθήσουμε, οι ώριμοι πολιτικοί μας (βλέπετε με πόση προσοχή δεν τους αποκαλώ "απόμαχους") παρασύρονται από φαντασιώσεις για εντυπωσιακά φθινοπωρινά comebacks· μια δεύτερη ευκαιρία και, ενίοτε, μια τρίτη.
Αυτές τις ημέρες, τρία ονόματα πολιτικών βρίσκονται στα χείλη κάθε Κασσάνδρας και κάθε Τειρεσία, δίχως να επιβεβαιώνουν ακόμη τις φήμες οι ίδιοι, καθώς δεν έχουν ολοκληρώσει εκείνο που οι κυνικοί θα αποκαλούσαν "έρευνα [πολιτικής] αγοράς": ο Αντώνης Σαμαράς, ο Κώστας Καραμανλής και ο Αλέξης Τσίπρας. Αξίζει να εξετάσουμε τις περιπτώσεις τους χωριστά επειδή, πέρα από σημαντικές ομοιότητες, έχουν και αξιομνημόνευτες ιδιομορφίες.
Ο Αντώνης Σαμαράς, εάν τελικά επιστρέψει, θα επιστρέψει για τρίτη φορά και ήδη έχει πιστωθεί ένα comeback τόσο εντυπωσιακό όσο και το μεταπολιτευτικό αντίστοιχο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Με το ευρύτερο "μητσοτακέικο" έχει αναπτύξει άλλωστε συν τω χρόνω μια σαδομαζοχιστική σχέση που θα τη ζήλευε κάθε φιλόδοξος μυθιστοριογράφος: αβερωφικής πολιτικής καταγωγής ο ίδιος (σε καιρούς που ο πάλαι ποτέ "κεντρώος" Ευάγγελος Αβέρωφ είχε μετατοπιστεί οριστικά στα δεξιά του εκκρεμούς, πρωτίστως λόγω της μοιραίας του "έχθρας" με τον Ανδρέα Παπανδρέου), αναδείχτηκε σε νεαρή ηλικία ως υπουργός Εξωτερικών από τον Μητσοτάκη Πατέρα, για να χρεωθεί εν συνεχεία την ανατροπή του, να διασχίσει μια δεκάχρονη "πολιτική έρημο" με μηδαμινές πιθανότητες "επιστροφής", αναπάντεχα –ακόμη και για τον ίδιον- να επικρατήσει της Κόρης Μητσοτάκη στο κόμμα που "πρόδωσε", να συγκυβερνήσει με το ΠΑΣΟΚ του Βαγγέλη Βενιζέλου και (την πρώτη χρονιά) με την ΔΗΜΑΡ του Φώτη Κουβέλη, να τον διαδεχτεί στο πηδάλιο (ύστερα από τη σύντομη μεταβατική παρένθεση Μεϊμαράκη) ο Μητσοτάκης Υιός και, μετά από μια σειρά κομματικά τζαρτζαρίσματα, ο Μητσοτάκης Υιός να τον διαγράψει· ούτε ο Νίκος Φώσκολος τέτοιο σενάριο, να βρίθει τόσων απιθανοτήτων. Στο μεταξύ ο Σαμαράς μετατοπίζεται στην άκρα δεξιά του πολιτικού φάσματος και φορτώνεται στην καμπούρα του μερικά υπολογίσιμα χρονάκια: άλλο
comeback επιχειρείς ως πενηντάρης και άλλο ως εβδομηντάρης.
Ο Κώστας Καραμανλής, πέντε χρόνια μικρότερος από τον Αντώνη Σαμαρά, διήνυσε και σαφώς λιγότερο θυελλώδη πολιτική διαδρομή. Μετά από μια κυβερνητική πενταετία όπου στάθηκε αναπάντεχα τυχερός, παρέδωσε το σκάφος λίγο πριν προσκρούσει στα βράχια και, ακολουθώντας το παράδειγμα του ξακουστού θείου του, επένδυσε τα επόμενα χρόνια στη "σιωπή", με ελάχιστα, όχι και τόσο άξια μνείας, "διαλείμματα". Γι’ αυτήν ακριβώς τη "σιωπή", και πώς μπορεί να ερμηνευθεί άλλοτε ως πολιτική σοφία και άλλοτε ως πολιτική αμηχανία, υπάρχει κι ένα σχετικό ανέκδοτο, αναγόμενο στην πρώτη "οκταετία" του θείου. Λέγεται πως τότε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, με το εντυπωσιακό παράστημά του, περιφερόταν στο Λούβρο από αίθουσα σε αίθουσα, κοιτούσε τα πρωτοποριακά εκθέματα σιωπηλός με το διφορούμενα εμβριθές του ύφος και κάποια στιγμή δήλωσε στα γαλλικά με τη βαριά σερραίικη προφορά του:
"Εγώ αυτά δεν τα καταλαβαίνω· τίποτε αρχαία έχετε;". Είπαμε: η "σιωπή" είναι δίκοπο μαχαίρι· ποτέ δεν ξέρεις πώς θα την αποτιμήσουν οι ψηφοφόροι σου. Τέλος, ο Βενιαμίν της πρωθυπουργικής παρέας, ο Αλέξης Τσίπρας, είναι και ο μόνος που μπορεί εύλογα να ισχυριστεί ότι "δεν τον έχουν πάρει τα χρόνια" -άλλο εάν πολλοί πιστεύουν ότι είναι και ο πιο "ξεπερασμένος" από τους τρεις, με πρόωρη πολιτική γήρανση δυσδιάκριτα λιγότερο ολέθρια από ανήκεστο βλάβη. Βλέπετε, μπορεί εφέτος τον Ιούλιο να κλείνει μόλις τα πενήντα ένα, αλλά έχει φροντίσει κι έχει ξοδέψει το πολιτικό του κεφάλαιο (το asset του, όπως θα του άρεσε να το αποκαλεί με τα… αξιέπαινα –μονάχα για την Μέρκελ- αγγλικά του) με τον χειρότερο και πιο αναπόδραστο τρόπο. Είμαι της γνώμης πως, από τις πολλές "αμαρτίες" στις οποίες έχει "περιπέσει", το "ξέπλυμα" της ακροδεξιάς, στο πρόσωπο των ανεκδιήγητων Ανεξαρτήτων Ελλήνων, θα είναι εκείνη που θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε μακροπρόθεσμα.
Δεν έχει λοιπόν κανένας από το τρίο ελπίδες για ένα βιώσιμο comeback; Ποτέ μην λες ποτέ. Εδώ είναι Μπαλκάνια, η χερσόνησος των φαντασιώσεων και των παραισθήσεων, το περήφανο "γαλατικό χωριό" που ψήφισε 61% ΟΧΙ πριν από δέκα χρόνια. Έχουμε ακόμη Ιούλιο, το θερμόμετρο διαρκώς ανεβαίνει και ουδείς δύναται να προβλέψει εάν οι μπόρες του φθινοπώρου θα διαδεχτούν τους καλοκαιρινούς καύσωνες ή εάν θα παρέμβουν ανακουφιστικά τα αυγουστιάτικα μελτέμια. Όλοι –και πρώτοι οι πρώην πρωθυπουργοί μας- έχουν δικαίωμα στο όνειρο. Σάμπως αυτοί θα κληθούν να πληρώσουν τη λυπητερή;
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr