
Η αυτοβιογραφία του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη ξεκινάει με μια νοσταλγική νότα από τα παιδικά του χρόνια, στο χωριό του, το Νησί Ημαθίας. Το χωριό ονομάστηκε έτσι γιατί στις αρχές του 20ού αιώνα, τα λιγοστά σπίτια του ήταν χτισμένα σε μια νησίδα που προεξείχε από τα βαλτόνερα στις όχθες της λίμνης των Γιαννιτσών. Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης περιγράφει δύσκολα χρόνια,- όχι μόνο οικονομικά- αφού όλη η οικογένεια ήταν αναγκασμένη να δουλεύει διαρκώς στα χωράφια και εκείνος μικρό παιδί ακόμα, έως και την εποχή που ήταν στο πανεπιστήμιο φοιτητής, δεν μπόρεσε ποτέ να απολαύσει διακοπές, αφού ο πατέρας του τον ήθελε διαρκώς μαζί του στις καλλιέργειες. Διαβάζοντας αυτές τις σελίδες, αντιλαμβάνεσαι πόσο έχει αλλάξει η Ελλάδα τα τελευταία 50 χρόνια.
Φυσικά το μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχουν τα όσα γράφει για την τρομοκρατία. Και ειδικά τα όσα γράφει για το πώς, 3 περίπου χρόνια από τότε που ανέλαβε το υπουργείο Δημόσιας Τάξης, αυτός και οι επικεφαλής της αντιτρομοκρατικής, απέκτησαν τις πρώτες πληροφορίες για την ηγεσία της 17Ν και ειδικότερα για το πρόσωπο του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου. Οι πληροφορίες προέρχονται από ένα πρόσωπο την ταυτότητα του οποίου δεν αποκαλύπτει ούτε σήμερα, ο ίδιος τον ονομάζει Χι (όπως με αυτό το όνομα επικοινωνούσαν λέει και τότε) και ο οποίος είναι πιθανότατα μεταμεληθείς τρομοκράτης της οργάνωσης Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας. Τους μιλάει για τον "άνθρωπο με το κουλό χέρι" που συμμετείχε στη δολοφονία του Γουέλς (Παύλος Σερίφης), για τον δραστήριο στρατολόγο που όμως δεν μετείχε σε χτυπήματα (δεν αναφέρει το όνομα), φωτογραφίζει πρόσωπα για τα οποία υπήρχαν ενδείξεις στην Αστυνομία ότι είναι τρομοκράτες (Βασίλης Τζωρτζάτος) και τέλος τους μιλάει για τον Ψηλό, τον αρχηγό της οργάνωσης, το όνομα του οποίου δεν γνωρίζει αν και τον είχε συναντήσει στις αρχές της μεταπολίτευσης.
Το πιο απίθανο περιστατικό που τους αφηγείται ο Χι είναι η συνάντησή του το 1978 με τον Κάρλος, τον διαβόητο διεθνώς τρομοκράτη γνωστό και ως Τσακάλι.
"Εκείνη την εποχή, αφηγείται ο Χι στον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, είχε γίνει κάποιου είδους συνάντηση εκπροσώπων αρκετών ευρωπαϊκών αυτοαποκαλούμενων επαναστατικών οργανώσεων στο Βελιγράδι επί Τίτο ακόμα. Η τρομοκρατία ήταν τότε αρκετά ενεργή και τα μέλη της εφόσον βρίσκονταν σε έδαφος φιλικό είχαν αποθρασυνθεί. Ο Κάρλος ήθελε να μιλήσει πρώτος, αλλά ο Χι που ένιωθε Έλληνας μάγκας, τόλμησε να φέρει αντίρρηση.
"Γιατί να μιλήσεις εσύ πρώτος;" Του είπε και το Τσακάλι τον προκάλεσε με την αστεία εφηβική πρόκληση, που τη λένε οι ενήλικες μόνο μεταφορικά, αλλά αυτός κυριολεκτούσε. "Θα τις βγάλουμε στο τραπέζι να τις μετρήσουμε κι όποιος την έχει πιο μεγάλη αυτός θα μιλήσει πρώτος". Και καθώς φαίνεται ο Κάρλος είχε εξαιρετικά φυσικά προσόντα, βγήκε κερδισμένος στην αναμέτρηση και μίλησε πράγματι πρώτος."
Οι πληροφορίες που τους δίνει ο Χι τους επιτρέπουν κάποια στιγμή να σκεφτούν να προχωρήσουν σε συλλήψεις (του Τζωρτζάτου π.χ.) αλλά διστάζουν γιατί ξέρουν ότι τα υπόλοιπα μέλη της 17Ν θα εξαφανιστούν. Η ιστορία θα πάρει τελείως άλλη τροπή, τον Ιούνιο του 2002, όταν η βόμβα θα σκάσει στα χέρια του Σάββα Ξηρού. Τα υπόλοιπα, η εξάρθρωση της 17Ν είναι λίγο πολύ γνωστά.
Γνωστά πράγματα, αλλά φυσικά έχει πολύ ενδιαφέρον να βλέπεις πώς έζησαν την εξάρθρωση της 17Ν- που εμείς βλέπαμε στις ειδήσεις, με τη μία σύλληψη να ακολουθεί την άλλη και η μία γιάφκα την άλλη- πώς έζησαν τα συγκλονιστικά αυτά γεγονότα οι άνθρωποι που είχαν αναλάβει τις έρευνες και τις ανακρίσεις. Μεγάλο το ενδιαφέρον, ακόμα και όταν διαισθάνεσαι ότι ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης δεν λέει όλη την αλήθεια. Όταν για παράδειγμα εξηγεί την ομολογία του Σάββα Ξηρού και τις πληροφορίες που έδωσε για τα άλλα μέλη της οργάνωσης, στο γεγονός ότι ο τότε επικεφαλής της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας Στέλιος Σύρος, είχε- λέει- μια μεγάλη ικανότητα να αποσπά ομολογίες και πληροφορίες…(Υποθέτουμε βοήθησε και η χημεία, αλλά όλα αυτά είναι φήμες.)
Προσωπικά πάντως, το κομμάτι που σημείωσα με μολύβι στο βιβλίο, δεν είναι η ιστορία του τέλους της 17Ν αλλά τα όσα προηγήθηκαν. Οι γκάφες της ΕΛΑΣ, που ως ένα σημείο ερμηνεύουν και την αδυναμία των διωκτικών αρχών να συλλάβουν τους τρομοκράτες. Γιατί υπάρχει ως άλλη ερμηνεία και οι απόψεις που είχαμε τότε στην Ελλάδα για τους τρομοκράτες.
Γκάφες που έχουν να κάνουν με την δημοσιοϋπαλληλική αντίληψη για την εργασία και το καθήκον, με τον γνωστό "ωχαδερφισμό" που συναντάμε στο δημόσιο. Αδιαφορία για την εργασία και την ηθική της που βλέπουμε και σε σημερινές υποθέσεις, όπως ο αστυνομικός της Βουλής που κατηγορείται για την κακοποίηση των παιδιών του και που παρά τα δεκάδες παραπτώματά του, τις καταδίκες και τις ενδείξεις για προβληματική προσωπικότητα, συνέχιζε να υπηρετεί (και μάλιστα σε VIP υπηρεσία), χωρίς κανείς στην υπηρεσία του να ενδιαφερθεί.
Η πιο θεαματική γκάφα που οι περισσότεροι πλέον έχουμε ξεχάσει, είναι η ιστορία του φιάσκου της Λουίζης Ριανκούρ το 1992.
"Τηλεφώνησε τότε μια γυναίκα, γράφει ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, στον αρχηγό της αστυνομίας, μακαρίτη σήμερα και του είπε: "Αύριο, μέλη της 17Ν θα μαζευτούν γιατί θέλουν να οργανώσουν ένα χτύπημα και θα συναντηθούν στο τάδε σημείο". Στήθηκαν λοιπόν στην περιοχή της επικείμενης συνάντησης, στην Ριανκούρ, οι δυνάμεις της Αντιτρομοκρατικής προκειμένου να κατοπτεύουν τον χώρο. Όμως δυστυχώς έγιναν αντιληπτοί από τους τρομοκράτες οι οποίοι αμέσως διέφυγαν. Δέκα χρόνια αργότερα, στη δίκη της 17Ν αποκαλύφθηκε ότι οι αστυνομικοί που είχαν πάει εκεί με πολιτικά στέκονταν δυο δυο πλάι στα αυτοκίνητά τους, πίνοντας καφέδες, ακουμπώντας τα κυπελλάκια στο καπό και κουτσομπολεύοντας μεταξύ τους. Οι τρομοκράτες, πολύ πιο υποψιασμένοι γύρω από τα συνωμοτικά φυσικά τους κατάλαβαν αμέσως."
Επαγγελματισμός μηδέν, πλήρης αδιαφορία και τα κυπελλάκια με τον καφέ στο καπό. Και φυσικά η άλλη όψη της έλλειψης επαγγελματισμού είναι η διαφθορά. Συνεχίζει ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης με μια λιγότερο γνωστή ιστορία:
"Είκοσι μέρες αργότερα, μια γυναίκα πάλι τηλεφώνησε στον αρχηγό της αστυνομίας λέγοντάς του: "Κοιτάξτε, εγώ σας τα είπα, δεν τα καταλάβατε αλλά αυτή τη φορά δεν θα είναι τζάμπα, θα μου δώσετε τόσα. Θα τα φέρετε στο τάδε σημείο, θα τα αφήσετε και θα φύγετε. Κι εγώ θα δώσω τα ονόματα. Πήγε λοιπόν ένας αξιωματικός, άφησε τα χρήματα εκεί που υπέδειξε η γυναίκα, κάπου στα βόρεια προάστια, πέρασε ένας με μια μηχανή χωρίς πινακίδες, άρπαξε τον σάκο και έφυγε. Το κρίσιμο εδώ είναι ότι η πρώτη με τη δεύτερη γυναίκα δεν ήταν το ίδιο πρόσωπο.
Ο αρχηγός της αστυνομίας δεν το ήξερε φυσικά αυτό. Τι είχε γίνει; Κάποιοι διεφθαρμένοι αστυνομικοί, ξέροντας την πρώτη ιστορία, έστησαν το σκηνικό απάτης με τη δεύτερη γυναίκα ίσα ίσα για να αρπάξουν χρήματα. Αυτή η δεύτερη γυναίκα δεν ήταν άλλη από τη Μαρία Τσιντέρη, μόνο που σε εκείνη την περίπτωση χρησιμοποίησε κάποιο ψευδώνυμο".
Να υποθέσουμε ότι τώρα το ελληνικό δημόσιο λειτουργεί διαφορετικά; Πιο αποτελεσματικά; Θα ήθελα να το πιστέψω αλλά δυσπιστώ.
Πηγή: capital.gr
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr