Σε πείσμα του κλίματος αισιοδοξίας που καλλιεργείται από την κυβέρνηση δια της επιλεκτικής προσοχής και ερμηνείας ορισμένων μακροοικονομικών μεγεθών το 2026, οι εκτιμήσεις για την τριετία 2027-2029 στέλνουν σήμα κινδύνου και καταδεικνύουν τα όρια των ακολουθούμενων αναπτυξιακών επιλογών: μετά το 2026 προβλέπεται μείωση του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ, από το 2,4% το επόμενο έτος στο 1,3% το 2029, οριακή αύξηση – κατ’ ουσία καθήλωση - του ρυθμού αύξησης των επενδύσεων, από το 10,1% το 2026 στο 0,8% το 2029, και επίμονη ανεργία στην "περιοχή" του 8%. Αυτά δείχνει όχι η εκτίμηση κάποιου διεθνούς οργανισμού αλλά ο επίσημος δημοσιονομικός προγραμματισμός της χώρας, στον οποίο αναδύονται και οι διαρθρωτικές αδυναμίες του ακολουθούμενου μοντέλου ανάπτυξης.
Καθώς η εκτίμηση περί διψήφιου ρυθμού αύξησης των επενδύσεων το 2026 εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την αξιοποίηση των τελευταίων διαθέσιμων κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), η ικανότητα να απορροφηθούν πόροι ύψους περίπου 7,2 δισ. ευρώ θέτει ήδη μία σημαντική αβεβαιότητα για το ερχόμενο έτος: είναι εφικτό να απορροφηθεί ένα ποσό σημαντικά υψηλότερο από ό,τι εκταμιεύθηκε σε ετήσια βάση από το ΤΑΑ τα προηγούμενα χρόνια; Η εμπειρία των προηγούμενων ετών δείχνει ότι η απορρόφηση σπανίως ξεπέρασε τα 4 – 4,5 δισ. ετησίως, γεγονός που καθιστά τον στόχο των 7,2 δισ. πιθανότατα ανέφικτο. Η μη επίτευξη του στόχου αυτού θα "ψαλιδίσει" την αυξητική πρόβλεψη όχι μόνο των επενδύσεων, αλλά και του προβλεπόμενου ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ.
Ανεξαρτήτως της έκβασης αυτού του φιλόδοξου στοιχήματος, η ολοκλήρωση της χρηματοδότησης από το ΤΑΑ το 2026 δημιουργεί ένα μεγάλο επενδυτικό κενό, το οποίο δεν μπορεί να καλυφθεί από την προβλεπόμενη αύξηση του ΠΔΕ. Παρά τις διακηρύξεις της περί "αναδιάρθρωσης της παραγωγικής βάσης" και "μετασχηματισμού του αναπτυξιακού προτύπου", η κυβέρνηση γρήγορα στράφηκε προς μια "πελατειοκεντρική", αδιαφανή και κοντόφθαλμη διαχείριση των έκτακτων χρηματοδοτήσεων του ΤΑΑ, μετατρέποντας σημαντικό μέρος των διαθέσιμων πόρων σε σχήματα που ενίσχυσαν την κατανάλωση αντί για την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας. Άραγε, η κυβέρνηση που εισηγήθηκε και θεσμοθέτησε την εκτίμηση του δημοσιονομικού κόστους των προεκλογικών πολιτικών προγραμμάτων θα τολμήσει να ξεκινήσει έναν έγκυρο, ανεξάρτητο, απολογισμό του παραγωγικού, αναπτυξιακού και κοινωνικού αντικτύπου που είχαν οι δαπάνες του ΤΑΑ;
Το γεγονός πάντως της εξακολουθητικής υστέρησης της χώρας μας σε σύγκριση με την Ε.Ε. τόσο στις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου ως ποσοστό του ΑΕΠ όσο και στην παραγωγικότητα της εργασίας δείχνει ότι, παρά την πρωτοφανή εισροή κοινοτικών πόρων την τελευταία τετραετία, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές διαρθρωτικές προκλήσεις σε σχέση με την αύξηση της παραγωγικότητας, τη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας αγαθών και υπηρεσιών.
Με την ολοκλήρωση του περίφημου "Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας" καθίσταται πιο επιτακτική η εστίαση πολιτικών και κινήτρων με σκοπό την προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας, παράλληλα με την απλοποίηση του κανονιστικού περιβάλλοντος και τη μείωση των διοικητικών βαρών για τις επιχειρήσεις. Για τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση των ποιοτικών θέσεων εργασίας είναι αναγκαία η μείωση της αναντιστοιχίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας, με αναβάθμιση της επαγγελματικής κατάρτισης και ποιοτική επανακατάρτιση των ανέργων. Η ανεμπόδιστη πρόσβαση σε δομές φροντίδας παιδιών και ηλικιωμένων αποτελεί διπλή προτεραιότητα λόγω των δημογραφικών πιέσεων, ενώ η κατεύθυνση περισσότερων πόρων στους νεότερους αγρότες και ιδιαίτερα των πιο απομακρυσμένων περιοχών είναι κρίσιμη για τη συγκράτηση της φυγής από το αγροτικό επάγγελμα και την τόνωση της περιφερειακής συνοχής.
Η μεγάλη "βουτιά" κρίσιμων δημοσιονομικών δεικτών μετά το 2026 – ζήτημα που ευλόγως η κυβέρνηση επιχειρεί να εξοβελίσει από τη δημόσια συζήτηση – δείχνει και τα όρια ενός εύθραυστου μοντέλου ανάπτυξης που βασίστηκε στην έντονα πληθωριστική κατανάλωση, στην αύξηση του μαζικού τουρισμού, στην αγορά real estate και το μοντέλο παρασιτικής ανάπτυξης που εισήγαγε με τον αφελληνισμό της ακίνητης περιουσίας και τέλος στους έκτακτους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Το ζητούμενο είναι μια βιώσιμη, ισχυρή ανάπτυξη που θα αυξήσει το βιοτικό επίπεδο των πολλών και θα ανταποκριθεί στις μελλοντικές πιέσεις του υψηλού δημόσιου χρέους, των σοβαρών επενδυτικών αναγκών, της γήρανσης του πληθυσμού και των κλιματικών απειλών. Χωρίς επαναπροσδιορισμό προτεραιοτήτων και αλλαγή πολιτικής, η χώρα θα συνεχίσει να βαδίζει, μένοντας όμως ολοένα και πιο πίσω και για το λόγο αυτό το αίτημα για πολιτική αλλαγή έχει καταστεί πλέον πλειοψηφικό.
Η Μιλένα Αποστολάκη είναι βουλευτής ΠΑΣΟΚ στον Βόρειο Τομέα Αθηνών, δικηγόρος
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr