
Η κυβέρνηση με δηλώσεις του υπουργού Εσωτερικών Π. Κουρουμπλή άνοιξε το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου λίγες ημέρες μετά την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ. Είχε προηγηθεί η συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Γενικό Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπα την οποία προκάλεσε ο Αλέξης Τσίπρας προκειμένου να προβάλλει τις προθέσεις της κυβέρνησης να προωθήσει αλλαγές στον εκλογικό νόμο προς το αναλογικότερο.
Για μία ακόμη φορά ο εκλογικός νόμος γίνεται επικίνδυνο παιχνίδι στα χέρια του κυβερνώντος κόμματος με στόχο να εξυπηρετήσει σκοπιμότητες σε μία περίοδο όμως που η χώρα βιώνει βαθύτατη οικονομική κρίση για έκτο συνεχή χρόνο
Βέβαια ο γραμματέας του ΚΚΕ έριξε πόρτα στον Πρωθυπουργό λέγοντας ότι το κόμμα του δεν πρόκειται να προσφέρει στήριξη στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης. Πίσω από την φαινομενική τήρηση των υποσχέσεων από το κυβερνών κόμμα με το άνοιγμα της συζήτησης για την αλλαγή του εκλογικού νόμου, η κυβέρνηση ουσιαστικά επιδιώκει να φτιάξει άμυνες απέναντι σε μία ενδεχόμενη νίκη της ΝΔ, χρησιμοποιώντας τα υλικά του παλαιού πολιτικού συστήματος που σε παρόμοιες περιπτώσεις ήταν η αλλαγή του εκλογικού νόμου.
Για μία ακόμη φορά ο εκλογικός νόμος γίνεται επικίνδυνο παιχνίδι στα χέρια του κυβερνώντος κόμματος με στόχο να εξυπηρετήσει σκοπιμότητες σε μία περίοδο όμως που η χώρα βιώνει βαθύτατη οικονομική κρίση για έκτο συνεχή χρόνο.
Συνταγή από το παρελθόν
Πρωταγωνιστές των εκλογικών νόμων που προσπαθούσαν να ανακόψουν τον καλπασμό προς την εξουσία των αντιπάλων ήταν στο παρελθόν οι Μ. Κουτσούγιωργας, Κ. Σκανδαλίδης και εσχάτως ο Π. Παυλόπουλος. Η βασική δικαιολογία που προβαλλόταν για την αλλαγή των εκλογικών νόμων κυρίως από τους υπουργούς του ΠΑΣΟΚ που σχεδίαζαν τα εκλογικά συστήματα προκειμένου να ανακόψουν την επιστροφή της ΝΔ στην εξουσία, ήταν – όπως και τώρα από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ- η μετατροπή σε αναλογικότερο σύστημα και «η αναλογικότερη έκφραση του εκλογικού σώματος».
Μόνο που αυτήν την φορά το Μέγαρο Μαξίμου παίζει με την φωτιά της …ακυβερνησίας καθώς οι προτάσεις που έρχονται στον δημόσιο διάλογο μπορεί να κάνουν αναλογικότερο τον εκλογικό νόμο και να γοητεύουν τα μικρότερα κόμματα αλλά οδηγούν σε ένα μοντέλο συνεργασίας του πρώτου κόμματος με άλλους μικρότερους πολιτικούς σχηματισμούς που με μαθητική ακρίβεια βάζουν σε κίνδυνο την πολιτική σταθερότητα.
Οι προτάσεις της κυβέρνησης για τον εκλογικό νόμο συμπυκνώνονται στο τρίπτυχο: μείωση του μπόνους για πρώτο κόμμα από 50 έδρες σε 20-30 - «σπάσιμο» των μεγάλων εκλογικών περιφερειών όπως η Β Αθήνας – μείωση του ποσοστού εισόδου των κομμάτων στην βουλή από 3% στο 2 ή 2,5%. Η μείωση του μπόνους στο πρώτο κόμμα αποτελεί αίτημα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης όπως επίσης και το σπάσιμο των μεγάλων εκλογικών περιφερειών. Πάνω σε αυτό το αίτημα των κομμάτων της Κεντροαριστεράς …«πατάει» η κυβέρνηση για να μειώσει το μπόνους και να ανακόψει – όπως υποστηρίζουν κυβερνητικά στελέχη – την άνοδο της ΝΔ του Κυρ. Μητσοτάκη. Παράλληλα όμως η μείωση του μπόνους οδηγεί το πολιτικό σύστημα της χώρας σε έναν νέο διπολισμό αυτήν την φορά μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ που αναμένεται να συνθλίψει τα μικρότερα κόμματα. Όμως ακόμα και στην περίπτωση που τα δύο μεγάλα κόμματα αθροιστικά λάβουν έως και 75-80% δεν θα μπορεί το πρώτο κόμμα να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να πάρει ξανά 36% μετά την ανάληψη των μέτρων που έρχονται μέχρι τα μέσα του 2016. Με το νέο εκλογικό νόμο ουσιαστικά θα υποχρεώνονται τα κόμματα σε συνεργασίες προκειμένου να συγκροτηθεί κυβέρνηση ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο ακόμα και από την δεύτερη θέση », σημειώνει στο TheTOC.gr, κυβερνητικός παράγοντας.
Το «κλειδί» της κυβερνητικής πρότασης
Το βασικό κλειδί όμως της κυβερνητικής πρότασης για την αλλαγή του εκλογικού νόμου που «εγκλωβίζει» τα μικρότερα κόμματα είναι η μείωση του ποσοστού που δίνει το εισιτήριο για την Βουλή από 3% σε 2 ή 2,5%. Με αυτήν την κίνηση η κυβέρνηση ανοίγει την όρεξη για την δημιουργία κόμματος με αναφορές στο τουρκικό προξενείο στην Θράκη που μέχρι σήμερα είχε εμποδιστεί από την προϋπόθεση του 3% ενώ παράλληλα δημιουργεί εμπόδια στην προοπτική συνεργασίας των κομμάτων και των κινήσεων της Κεντροαριστεράς (ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ- Ποτάμι- Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών) που ενδέχεται να αναζητήσουν μία νέα ευκαιρία στις επερχόμενες εκλογές και να διεκδικήσουν αυτόνομα την είσοδό τους στην βουλή. Με τα ποσοστά που έλαβαν στις τελευταίες εκλογές τα κόμματα αλλά και τις προϋποθέσεις της μείωσης του ποσοστού για την είσοδο στην βουλή στο 2% και μπόνους 20 εδρών στο πρώτο κόμμα, η βουλή θα είχε διαμορφωθεί ως εξής: ΣΥΡΙΖΑ 115 (-30), ΝΔ 84 (+9) , Χρυσή Αυγή 21(+3), Δημοκρατική Συμπαράταξη 20 (+3), ΚΚΕ 18 (+2), Ποτάμι 13 (+2), Ένωση Κεντρώων 11 (+2) , ΑΝΕΛ 12 (+1) Λαϊκή Ενότητα 8 (+8). Μία εννιακομματική βουλή με την συγκεκριμένη σύνθεση θα μπορούσε να δώσει κυβερνητική πλειοψηφία με το πρώτο κόμμα και την συνεργασία τριών μικρότερων κομμάτων ή ακόμα και με το 2ο κόμμα και την συνεργασία 4 μικρότερων κομμάτων (εάν στην θέση του 2ου κόμματος ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ).
Κίνδυνος ακυβερνησίας
Πολιτικοί αναλυτές και ειδικοί των δημοσκοπήσεων εκτιμούν ότι αυτό το μοντέλο εκλογικού νόμου είναι πιθανό να οδηγήσει σε ακυβερνησία καθώς από την μία πλευρά με τον διπολισμό αποκλείει συνεργασία των δύο μεγάλων κομμάτων και από την άλλη προωθεί τον σχηματισμό πολυκομματικών κυβερνήσεων οι οποίες δεν έχουν δείξει μεγάλη αντοχή ακόμα και σε εξαιρετικά κρίσιμες περιόδους.
Σε κάθε περίπτωση ακόμα και αυτή η πρόταση εκλογικού νόμου για να ισχύσει από τις επόμενες εκλογές θα πρέπει να έχει την θετική ψήφο 200 βουλευτών γεγονός που σημαίνει ότι πρέπει να υπερψηφιστεί από ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και από την Δημοκρατική Συμπαράταξη, το Ποτάμι, την Ένωση Κεντρώων αλλά και την Χρυσή Αυγή. Με βάση την σημερινή πολιτική κατάσταση και τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς φαίνεται ότι μία τέτοια πρόταση δεν θα μπορούσε να υποστηριχτεί από 200 βουλευτές χωρίς όμως να αποκλείεται η στήριξή της από κόμματα της αντιπολίτευσης όπως η Ένωση Κεντρώων.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr