
Η ιστορία του Manna είναι βαθιά συνδεδεμένη με τις μεταμορφώσεις που γνώρισε η ίδια η ελληνική κοινωνία τον τελευταίο αιώνα. Η πρώτη χρήση του κτιρίου, ως σανατόριο, συνδέεται με τη Ναταλία Μελά (1868–1933), αδελφή του Παύλου Μελά. Εκείνη υπήρξε η ψυχή πίσω από τη φιλανθρωπική οργάνωση "Η Μητέρα του Στρατιώτη", η οποία ίδρυσε το σανατόριο στα τέλη της δεκαετίας του 1920.
Η Ναταλία Μελά, γνωστή για το έντονο φιλανθρωπικό και κοινωνικό της έργο, οραματίστηκε έναν χώρο που θα φιλοξενούσε και θα φρόντιζε ασθενείς με φυματίωση. Σε μια εποχή που η ασθένεια θέριζε και δεν υπήρχαν αποτελεσματικά φάρμακα, η διαμονή σε περιβάλλον με καθαρό αέρα και υγιεινές συνθήκες θεωρούνταν απαραίτητη για την ανάρρωση. Έτσι, επέλεξε τα δάση της Αρκαδίας, με το πλούσιο οξυγόνο και το υψόμετρο, για να στεγαστεί το σανατόριο.
Το Manna πήρε το όνομά του από αυτή την οργάνωση και για περίπου μια δεκαετία λειτούργησε ως χώρος θεραπείας και αποκατάστασης. Η συμβολή της Ναταλίας Μελά υπήρξε καθοριστική, καθώς ήταν εκείνη που έθεσε τις βάσεις για την πρώτη ζωή του κτιρίου, δίνοντάς του τον χαρακτήρα ενός χώρου αφιερωμένου στη φροντίδα και στην ελπίδα.
Σχεδιάστηκε από Ελβετούς αρχιτέκτονες, με αναφορές στην κεντροευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, διαφοροποιούμενο έντονα από τον κυρίαρχο νεοκλασικισμό της εποχής. Ο αρχικός του ρόλος ήταν να λειτουργήσει ως σανατόριο για ασθενείς φυματίωσης, οι οποίοι αναζητούσαν θεραπεία μέσα στο καθαρό οξυγόνο και το υγιεινό κλίμα των αρκαδικών δασών. Για περίπου μια δεκαετία, το Manna υπήρξε ένα κέντρο ίασης, φιλοξενώντας ανθρώπους που ήλπιζαν στη δύναμη της φύσης και του περιβάλλοντος για να ανακτήσουν την υγεία τους.
Η πορεία του, όμως, άλλαξε δραματικά με την ανακάλυψη της πενικιλίνης το 1938. Η αποτελεσματική φαρμακευτική αντιμετώπιση της φυματίωσης κατέστησε τα σανατόρια περιττά και το Manna εγκαταλείφθηκε. Από τότε ξεκίνησε μια περίοδος μακράς ερήμωσης. Το κτίριο δεν έμεινε απλώς άδειο, αλλά μετατράπηκε σε "ορυχείο" οικοδομικών υλικών για τα γύρω χωριά. Τα πολύτιμα πέτρινα στοιχεία του, όπως τα περβάζια των παραθύρων, αποσπάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν σε νέες κατασκευές, ενώ η ξύλινη στέγη του αφαιρέθηκε και επαναχρησιμοποιήθηκε σε νοσοκομείο της Τρίπολης. Ο εξοπλισμός του λεηλατήθηκε και, με το πέρασμα των δεκαετιών, η φύση το τύλιξε, μετατρέποντάς το σχεδόν σε στοιχειωμένο μνημείο της περιοχής.
Για πολλές δεκαετίες το Manna έμοιαζε να έχει ξεχαστεί. Ωστόσο, η ιστορία του δεν έμελλε να τελειώσει εκεί. Ο Στράτης Μπατιάς, που είχε περάσει παιδικά καλοκαίρια στην περιοχή, αποφάσισε να δώσει ξανά ζωή στο κτίριο. Με όραμα να δημιουργήσει έναν σύγχρονο χώρο φιλοξενίας και ευεξίας, ανέθεσε στους αρχιτέκτονες K-Studio και Monogon την αποκατάσταση και τον επανασχεδιασμό του. Η πρόκληση ήταν μεγάλη: έπρεπε να γεφυρωθεί ένα κενό σχεδόν ενός αιώνα, να αποκατασταθεί η ιστορική ταυτότητα του κτιρίου και ταυτόχρονα να προσαρμοστεί στις ανάγκες της σύγχρονης εποχής.
Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό. Με σεβασμό στα αρχικά μορφολογικά στοιχεία, χρήση τοπικών υλικών και τη συμβολή τοπικών τεχνιτών, το Manna αναγεννήθηκε ως ένα πολυτελές ξενοδοχείο που τιμά την κληρονομιά του και προσφέρει μια εμπειρία μοναδική στους επισκέπτες του. Σήμερα, οι χώροι του δεν φιλοξενούν πλέον ασθενείς αλλά ταξιδιώτες που αναζητούν απομόνωση, ευεξία και σύνδεση με τη φύση. Το σπα, οι χώροι ευεξίας, το ανοιχτό μαγειρείο και οι δραστηριότητες στο δάσος μετατρέπουν τη διαμονή σε μια ολιστική εμπειρία.
Έτσι, το Manna διένυσε μια πορεία που ξεκινά ως σανατόριο φυματίωσης, περνά μέσα από δεκαετίες εγκατάλειψης και λεηλασίας και καταλήγει σήμερα να αποτελεί ένα από τα πιο πολυβραβευμένα ξενοδοχεία παγκόσμιας ακτινοβολίας. Είναι ένα ζωντανό παράδειγμα του πώς η ιστορική μνήμη μπορεί να συνυπάρξει με τη σύγχρονη δημιουργία, προσφέροντας όχι μόνο φιλοξενία αλλά και ένα ταξίδι στην ίδια την έννοια της αναγέννησης.








Η αρχιτεκτονική αξία του
Το Manna αποτελεί ένα ζωντανό παράδειγμα του πώς η αρχιτεκτονική μπορεί να γεφυρώσει το παρελθόν με το παρόν, διατηρώντας την ιστορική μνήμη αλλά ταυτόχρονα επαναπροσδιορίζοντας την έννοια της φιλοξενίας και της ευεξίας.
Αρχικά, το κτίριο λειτούργησε ως σανατόριο για ασθενείς φυματίωσης, σχεδιασμένο από Ελβετούς αρχιτέκτονες με έντονες αναφορές στη κεντροευρωπαϊκή αρχιτεκτονική. Για δεκαετίες, μετά την ανακάλυψη της πενικιλίνης που κατέστησε περιττές τις εγκαταστάσεις του, το κτίριο εγκαταλείφθηκε, λεηλατήθηκε και σχεδόν χάθηκε μέσα στη φύση. Όμως, το όραμα του Στράτη Μπατιά, που είχε περάσει τα παιδικά του καλοκαίρια στην περιοχή, αναβίωσε το Manna και του έδωσε μια νέα ζωή.
Η ανακαίνιση δεν αποτέλεσε απλώς μια αρχιτεκτονική παρέμβαση· ήταν μια πράξη σεβασμού στην ιστορία και στην τοπική ταυτότητα. Η συνεργασία με τις αρχαιολογικές αρχές, η ανακατασκευή χαμένων μορφολογικών στοιχείων, η χρήση τοπικών υλικών και η συμμετοχή ντόπιων τεχνιτών έδωσαν στο έργο έναν αυθεντικό χαρακτήρα. Η αίσθηση του χώρου – από τα ξύλινα δίκτυα στα δωμάτια μέχρι τα terrazzo δάπεδα και τις λεπτομέρειες μετάλλου – δημιουργεί ένα καταφύγιο όπου η φύση, η ιστορία και ο σύγχρονος σχεδιασμός συναντιούνται.
Η φιλοσοφία του Manna είναι ξεκάθαρη: ένας χώρος απομόνωσης αλλά και κοινότητας, ένας προορισμός για αναζωογόνηση, είτε πρόκειται για σύντομες αποδράσεις είτε για μακρύτερες διαμονές. Οι επισκέπτες μπορούν να συμμετέχουν ενεργά στην καθημερινότητα, από το ανοιχτό μαγειρείο μέχρι τις δραστηριότητες στη φύση, ενώ το σπα και οι χώροι ευεξίας προσφέρουν μια εμπειρία αναγέννησης σε άμεση επαφή με το τοπίο.
Αυτή η μοναδική προσέγγιση δεν θα μπορούσε να μείνει απαρατήρητη. Το Manna έχει πλέον καθιερωθεί διεθνώς ως ένα από τα κορυφαία έργα φιλοξενίας της εποχής μας. Το 2024 κατέκτησε τη 2η θέση στην παγκόσμια κατάταξη των καλύτερων ξενοδοχείων στα βραβεία AHEAD Global, μια διάκριση που το τοποθετεί στο ίδιο επίπεδο με μερικά από τα πιο φημισμένα ξενοδοχεία διεθνώς.
Το 2025, η αναγνώριση συνεχίστηκε με ακόμη πιο ηχηρό τρόπο: στα Tourism Awards, το Manna τιμήθηκε με ένα βραβείο Platinum και έξι βραβεία Gold, επιβεβαιώνοντας τον ηγετικό του ρόλο στον ελληνικό τουρισμό και τη διεθνή ξενοδοχειακή σκηνή. Η πολυπλοκότητα του έργου, ο σεβασμός στο φυσικό και ιστορικό περιβάλλον, αλλά και η καινοτομία στον σχεδιασμό και στις υπηρεσίες, αποτέλεσαν βασικά στοιχεία που ξεχώρισαν.
Σήμερα, το Manna συγκαταλέγεται δικαίως στα πιο πολυβραβευμένα ελληνικά έργα των τελευταίων ετών. Δεν πρόκειται μόνο για ένα ξενοδοχείο· είναι ένα σύμβολο της σύγχρονης ελληνικής δημιουργικότητας, ένα case study για το πώς η ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς μπορεί να συναντήσει τον σύγχρονο τρόπο ζωής και να δημιουργήσει μια εμπειρία που ξεπερνά τα όρια της φιλοξενίας.
Η ιστορία του Manna δείχνει πώς ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο του Μεσοπολέμου μπορεί να μετατραπεί σε σημείο αναφοράς παγκόσμιας εμβέλειας. Αποτελεί απόδειξη ότι η Ελλάδα δεν προσφέρει μόνο ήλιο και θάλασσα, αλλά και έργα αρχιτεκτονικής και φιλοξενίας που εμπνέουν, συγκινούν και κατακτούν διεθνείς κορυφές.















Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr