
Χαμηλότερα ακόμη και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατεβάζει τον πήχη της ανάπτυξης για το 2017 η ελληνική κυβέρνηση. Προβλέπει, μέσω του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, ότι το ΑΕΠ θα αναπτυχθεί το 2017 κατά μόλις 1,8% όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβλεψε χθες ανάπτυξη 2,1% και ενώ ο αρχικός στόχος ήταν 2,7%.
Οι προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου, έρχονται στην επιφάνεια μέσα από την έκθεση αξιολόγησης των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προβλέψεων του «μεσοπρόθεσμου» που συνέταξε το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο. Ουσιαστικά προκύπτει ότι η πρόβλεψη για το ΑΕΠ κατεβαίνει χαμηλότερα για όλη την περίοδο μέχρι και το 2021. Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης είχε ως αποτέλεσμα να «εξαφανιστεί» πλέον η πρόβλεψη για ανάπτυξη της τάξεως του 3% και άνω.
Οι νέες προβλέψεις, είναι οι εξής: Το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,8% το 2017 για να διαμορφωθεί στα 187,811 δις. ευρώ (σε σταθερές τιμές 2010). Για το 2018, προβλέπεται ανάπτυξη 2,4%, για το 2019 μεγέθυνση της τάξεως του 2,6% και για το 2020 αύξηση του ΑΕΠ σε ποσοστό 2,3% η οποία και θα φέρει το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν στα 201,88 δις. ευρώ. Για το 2021 προβλέπεται ανάπτυξη 2,2%.
Μέσω της έκθεσης του Συμβουλίου, γίνονται και άλλες «αποκαλύψεις»: Ο λογαριασμός των μέτρων για το 2020 ανεβαίνει στα 1,9 δις. ευρώ και για το 2021 στα 2,1 δις. ευρώ. Έτσι, φτάνουμε στα 4 δις. ευρώ.
Μέτρα υπάρχουν και για το 2018: Τι αναφέρει το σχετικό απόσπασμα
Οι πρόσφατες νομοθετικές παρεμβάσεις, οι οποίες εφαρμόστηκαν μερικώς εντός του 2016 απέδωσαν περίπου 640 εκατ. ευρώ, ενώ τα αντίστοιχα προβλεπόμενα έσοδα για το 2017 και μετά εκτιμώνται στο ύψος των 2.500 εκατ. ευρώ. Οι παρεμβάσεις, οι οποίες εφαρμόστηκαν πρώτη φορά το έτος 2017, προβλέπεται να αποδώσουν περίπου 500 εκατ. ευρώ, ενώ οι παρεμβάσεις εφάπαξ χαρακτήρα για το έτος 2016 εκτιμάται ότι ανήλθαν σε ποσοστό 30% του πρωτογενούς πλεονάσματος του έτους.
Ο μόνιμος χαρακτήρας των μέτρων δεν διασφαλίζει από μόνος του την υψηλή απόδοσή τους στο χρόνο, δεδομένου ότι αυτή εξαρτάται από σειρά παραγόντων, όπως η αύξηση της απασχόλησης, η βελτίωση του οικονομικού κλίματος, η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κ.τ.ό. Πέραν των ως άνω αναφερθεισών παρεμβάσεων μονίμου χαρακτήρα, υπάρχουν ήδη ψηφισθείσες παρεμβάσεις με πρώτη εφαρμογή το έτος 2018 και με εκτίμηση απόδοσης περίπου 400 εκατ. ευρώ ανά έτος.
Επιπλέον, οι παρεμβάσεις δημοσιονομικού χαρακτήρα που προβλέπονται με την ψήφιση του Μ.Π.Δ.Σ. εκτιμάται ότι θα αποδώσουν 1.900 εκατ. ευρώ για το έτος 2020 και 2100 εκατ. για το έτος 2021. Σημειωτέον ότι τα συγκεκριμένα μέτρα (μείωση αφορολόγητου) προγραμματίζεται να συνδυαστούν με μέτρα αντιστάθμισης της δημοσιονομικής επιβάρυνσης, τα οποία, όπως έχει συμφωνηθεί στο πλαίσιο της τεχνικής συμφωνίας για τη 2η αξιολόγηση, θα έχουν ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα κατά το 2020. Τα μέτρα αυτά με το ΜΠΔΣ επεκτείνονται και κατά το έτος 2021.
Πέραν της ανάπτυξης, γίνονται οι ακόλουθες προβλέψεις και όσον αφορά στα υπόλοιπα δημοσιονομικά μεγέθη:
1. Ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου, προβλέπεται να αυξηθεί κατά 5,9% το 2017, κατά 10,8% το 2018, κατά 12,1% το 2019, κατά 9,6% το 2020 και κατά 7,7% το 2021. Επιβεβαίωση αυτών των προβλέψεων θα ανεβάσει το μέγεθος του ακαθάριστου σχηματισμού κεφαλαίου από τα 22,314 δις. ευρώ που αναμένεται να διαμορφωθεί το 2017, στα 32,699 δις. ευρώ το 2021.
2. Για όλη την περίοδο του μεσοπρόθεσμου, προβλέπεται ταχύτερη αύξηση των εξαγωγών συγκριτικά με τις εισαγωγές. Έτσι, τα ποσοστά αύξησης των εξαγωγών έναντι των εισαγωγών είναι τα εξής:
· 3,3% έναντι 2,8% για το 2017
· 4% έναντι 3,5% για το 2018
· 4,4% έναντι 4,3% για το 2019
· 3,2% έναντι 3,1% για το 2020
· 3% έναντι 2,9% για το 2021
3. Η δημόσια κατανάλωση αναμένεται να διατηρηθεί πάνω κάτω στα ίδια επίπεδα λόγω της προσπάθειας συγκράτησης των δημοσίων δαπανών. Έτσι, αποτυπώνεται οριακή αύξηση 0,1% για το 2017 και για το 2018 και αύξηση της τάξεως του 0,5% για το 2019 και για το 2020. Αντίθετα, η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται να «τρέξει» με ρυθμό της τάξεως του 1,2% έως 1,4% για όλη την υπό εξέταση περίοδο.
4. Η ανεργία αναμένεται να υποχωρήσει στο 21% το 2017, στο 19,8% το 2018, στο 18,3% το 2019, στο 17,1% το 2020 και στο 16,3% το 2021.
5. Ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 1,2% το 2017, στο 1,1% το 2018, στο 1,3% το 2019, στο 1,6% το 2020 και στο 1,8% το 2021.
Όσον αφορά στα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η έκθεση, έχουν ως εξής:
Το μεσοπρόθεσμο, εκφράζει την αισιοδοξία για την έξοδο της χώρας από την έντονη οικονομική κρίση της παρελθούσας επταετίας. Η μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική σταθερότητα στηρίζεται σε δύο πυλώνες: Τον αυστηρό έλεγχο και ανακατανομή των δαπανών, με συγκεκριμένους στόχους ανά Υπουργείο και τη διατήρηση μιας δομής του φορολογικού συστήματος που ήδη από το 2016 ενσωματώνει δυνατότητες «υπεραπόδοσης» με μόνιμη, δηλαδή διαρθρωτική βάση, σε συνδυασμό με την πιο αποτελεσματική φορολογική διοίκηση. Με αυτά τα δεδομένα, η δημοσιονομική διαχείριση βρίσκεται σε ένα νέο καθεστώς, διαφορετικό απ’ ότι ίσχυε στο παρελθόν, ουσιαστικά σε ένα πλαίσιο «μεσοπρόθεσμης διατηρησιμότητας».
Με αυτή την έννοια, οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα κρίνονται κατ’ αρχήν εφικτοί. Παραμένει βέβαια το ερώτημα κατά πόσον μια συνεχώς περιοριστική δημοσιονομική πολιτική είναι συμβατή με τους στόχους για την διατήρηση θετικών ρυθμών αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ. Ο συνδυασμός υψηλής φορολογικής επιβάρυνσης και υψηλών ασφαλιστικών εισφορών θα περιορίζουν τη δυνατότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης να συμβάλει στην αύξηση του ΑΕΠ, και αυτό αποτυπώνεται στις εκτιμήσεις του Μεσοπρόθεσμου. Με δεδομένη την ουσιαστικά μηδενική συμβολή του εξωτερικού ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών στην αύξηση του ΑΕΠ, απομένει ως μοναδικός προωθητικός παράγοντας ο σχηματισμός παγίου κεφαλαίου, δηλ. οι δημόσιες και κυρίως οι ιδιωτικές επενδύσεις.
Οι αισιόδοξες εκτιμήσεις που αποτυπώνονται στο Μεσοπρόθεσμο για τη σημαντική αύξηση των επενδύσεων στην πενταετία 2017-2021 προϋποθέτουν σταθεροποίηση των προσδοκιών, σημαντική βελτίωση του επενδυτικού και επιχειρηματικού κλίματος, υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων, επιστροφή σε ομαλές συνθήκες λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος και φυσικά άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.
Πολλές από αυτές τις προϋποθέσεις παραμένουν σήμερα ως «ζητούμενα», και με αυτήν την έννοια οι εκτιμήσεις για διατηρήσιμους ρυθμούς μεγέθυνσης της τάξης του 2,4% ετησίως κρίνονται αισιόδοξες. Στον βαθμό που δεν επιτευχθούν οι εκτιμώμενοι ρυθμοί μεγέθυνσης, οι δημοσιονομικοί στόχοι ενδεχομένως δεν θα είναι επιτεύξιμοι και θα καταστήσουν αναγκαία τη λήψη «διορθωτικών μέτρων».
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr