
Τον Μάρτιο του 2010, με απόφαση του τότε υπουργού Πολιτισμού Παύλου Γερουλάνου, ανέλαβα αντιπρόεδρος στο αλήστου μνήμης Εθνικό Κέντρο Βιβλίου. Ο διορισμός μου συνέπεσε δυστυχώς με το ξέσπασμα της άγριας οικονομικής κρίσης που είχε πυροδοτηθεί ενάμιση χρόνο νωρίτερα στην άλλη άκρη του Ατλαντικού κι έμελλε να πλήξει με ιδιαίτερη σφοδρότητα την πατρίδα μας τα επόμενα χρόνια (συνεχίζει να την πλήττει ακόμη και σήμερα): με την πρώτη εκ των άνωθεν "παραγγελιά" για απολύσεις, πήρα το καπελάκι μου κι έφυγα· δεν είχε νόημα κατ’ εμέ να παραμείνω σε έναν οργανισμό, του οποίου η συρρίκνωση είχε ήδη δρομολογηθεί, μια συρρίκνωση που μαθηματικά θα οδηγούσε στην πλήρη του εξαφάνιση (κάτι που συνέβη τρία χρόνια αργότερα).
Πρόλαβα όμως, κατά το δίμηνο της παραμονής μου στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, να ενημερωθώ με μία σειρά από έρευνες που κατέγραφαν την αναγνωστική δυναμική στην Ελλάδα. Την αναγνωστική, προσέξτε, όχι την αγοραστική –κι επ’ αυτού θα επανέλθω λίγο παρακάτω. Σύμφωνα λοιπόν με μια από αυτές στις έρευνες, ο ένας στους δύο Έλληνες (χονδρικά) δεν διαβάζει κανένα εξωσχολικό βιβλίο στη ζωή του ολόκληρη. Μιλάμε για ένα εξωφρενικά υψηλό ποσοστό, όχι μονάχα για τον "σοφότερο λαό του κόσμου", αλλά και για οιονδήποτε άλλο λαό –το υψηλότερο στην Ευρώπη (δυτική και ανατολική) κι ένα από τα υψηλότερα στην υφήλιο, ανάμεσα στις χώρες τουλάχιστον που βρίσκονται σε ανάλογο επίπεδο αναλφαβητισμού με το δικό μας: μεταξύ λαών, με άλλα λόγια, που "μπορούν" να διαβάσουν, αλλά "δεν" διαβάζουν (αυτούς που αποκαλούμε ως "λειτουργικά αναλφάβητους"). Εάν σημείωσα παραπάνω τη διαφορά της αναγνωστικής δυναμικής από την αντίστοιχη αγοραστική είναι επειδή οι εν λόγω έρευνες απέδειξαν ότι υπάρχει σαφής απόσταση μεταξύ των δύο: αγοράζουμε πολύ περισσότερα βιβλία από όσα διαβάζουμε –είτε επειδή δεν μας περισσεύει "χρόνος" για να τα διαβάσουμε, είτε επειδή ενσυνείδητα τα τοποθετούμε κατευθείαν στο ράφι χωρίς καν να τα ξεφυλλίσουμε, είτε επειδή τα προορίζουμε ευθύς εξαρχής ως "δώρα" ώστε να (μην) τα διαβάσει κάποιος άλλος. Μια ωραία ατμόσφαιρα.
Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με παρασάγγας πιο καλλιεργημένη και πιο εμπεδωμένη την αναγνωστική νοοτροπία, η οικονομική κρίση και η διάδοχη πανδημία αναζωογόνησαν τόσο την αγοραστική όσο και την αναγνωστική δυναμική: στην πρώτη περίπτωση οι άνθρωποι στράφηκαν μαζικά προς τα βιβλία ως συγκριτικά φθηνότερα καταναλωτικά αγαθά, ενώ στη δεύτερη, έστω και μέσω του δυσάρεστου εξαναγκασμού του lockdown, βρήκαν τον "χρόνο" να τα διαβάσουν. Στην Ελλάδα εντούτοις, ελλείψει αυτής ακριβώς της νοοτροπίας –του εθισμού, αν προτιμάτε-, μπορεί να σημειώθηκε κάποια άνοδος στις διαδικτυακές πωλήσεις βιβλίων (και παρέμεινε ως "χούι" και μετά το πέρας του εγκλεισμού), αλλά η αναγνωστική δυναμική όχι μόνο παρέμεινε στο ίδιο χαμηλό επίπεδο, αλλά βαίνει διαρκώς σε όλο και χαμηλότερο. Βλέπετε, εάν δεν συνηθίσεις από πιτσιρίκι να διαβάζεις βιβλία, ακόμη και μέσα σε μια αχανή βιβλιοθήκη να σε κλειδαμπαρώσουμε, θα ρίξεις όλα τα βιβλία κάτω μέχρις ότου εντοπίσεις την πρώτη συσκευή κινητού ή τον πρώτο τηλεοπτικό δέκτη. Είναι να μην σου τύχει.
Εντάξει. Μπορεί στην πατρίδα μας να εκδηλώνεται με σφοδρή ένταση, αλλά σίγουρα δεν είναι αποκλειστικά ελλαδικό φαινόμενο. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, λόγου χάριν, έχει καταγραφεί πλέον ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών και, ειδικότερα, η συντριπτική πλειοψηφία των νέων "ενημερώνεται" αποκλειστικά από τα social media. Τα αποτελέσματα αυτής της αποκλειστικότητας είναι σήμερα περισσότερο και από εμφανή: οι πιο πολλοί βολοδέρνουν σε έναν κόσμο χωρίς ειρμό κι έρμα, αθύρματα θνησιγενών οπτικών εντυπώσεων και ακραίων τερατολογιών που ψηφίζουν (όσοι και όποτε πάνε να ψηφίσουν) πολιτικούς "κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν" τους. Η δυστοπία που περιέγραφε πριν από δεκαετίες με ανατριχιαστική διορατικότητα ο αείμνηστος κορυφαίος αστροφυσικός Καρλ Σέιγκαν –"η τεχνολογία θα ποδηγετεί έναν κόσμο που δεν θα καταλαβαίνει τίποτε από τεχνολογία"- είναι ήδη πραγματικότητα. Εμείς, όσοι (εξακολουθούμε να) διαβάζουμε βιβλία, θα ξεχωρίζουμε στο πλήθος σαν εξωτικά πτηνά, σαν την αίρεση των Άμις, ας πούμε, που τριγυρνάει ανάμεσα σε ολοένα και πιο εξελιγμένα αυτοκίνητα (το πρώτο χωρίς οδηγό επέδειξε προ ημερών ο Ίλον Μασκ) με άλογα και κάρα, ταγμένοι στη ρομαντική όσο και μάταιη αναζήτηση "αφηγήσεων" που προσφέρουν νόημα σ’ ένα α-νόητο σύμπαν, "αφηγήσεων" που θα πάρουμε μαζί μας στο μνήμα. Αμήν.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr