
"Δεν τους κάναμε τη χάρη, και Καμίνη και Μπουτάρη!" πανηγυρίζαμε το βράδυ της 14ης Νοεμβρίου 2010 την εκλογή των δημάρχων.
Σε ποιους δεν είχαμε κάνει τη χάρη; Στο πολιτικό κατεστημένο που -και ας είχε πέσει η Ελλάδα στα βράχια, και ας είχε αναγκαστεί, προκειμένου να αποφύγει την άτακτη χρεοκοπία, να μπει στον ζυγό των μνημονίων- επέμενε να έχει ως πρώτο μέλημα του τη διατήρηση της δεσπόζουσας θέσης και των προνομίων του. Και σε όσους εξ ακροδεξιών και ακροαριστερών έβλεπαν την βαθιά κρίση σαν μια χρυσή ευκαιρία. Σαν ένα κύμα που θα το καβαλούσαν και παριστάνοντας τους ούλτρα επαναστάτες, σπέρνοντας το μίσος, τάζοντας στους πάντες τα πάντα, θα μας κάθονταν στο σβέρκο. Όπως τελικά συνέβη.
Ο Γιώργος Καμίνης στην Αθήνα και ο Γιάννης Μπουτάρης στη Θεσσαλονίκη προέρχονταν ως υποψήφιοι από την κοινωνία των πολιτών. Καθηγητής της Νομικής ο πρώτος, Συνήγορος του Πολίτη, με προσωπικότητα και με σταδιοδρομία που ουδεμία σχέση είχε με τα παιδιά του κομματικού σωλήνα. Βίος και πολιτεία ο δεύτερος.
Το ένα χαρακτηριστικό του Μπουτάρη ήταν πιο θελκτικό από το άλλο.
Επιχειρηματίας, παραγωγός ενός προϊόντος που μπορούσαμε να το γευτούμε, να το απολαύσουμε στο ποτήρι μας. Άνθρωπος της δράσης. Τις ωραίες ιδέες, που οι περισσότεροι τις μηρυκάζουν μια ζωή, ηδονιζόμενοι από τον ήχο της φωνής τους ή από το ίχνος της γραφίδας τους, ο κυρ-Γιάννης αγωνιζόταν να τις κάνει έργο. Οικολογικά μανιφέστα εκείνοι; Μη κυβερνητική οργάνωση ο Μπουτάρης, για τη σωτηρία της ελληνικής αρκούδας και της άγριας πανίδας γενικά, με απτά αποτελέσματα. Πολιτικολογίες από απόσταση ασφαλείας εκείνοι; Ανάμειξη δυναμική ο Μπουτάρης στα κοινά, στην τοπική αυτοδιοίκηση. Όχι εντασσόμενος σε κάποιο κόμμα, υποτασσόμενος στη γραμμή του. Αλλά συμπορευόμενος με όποιους, στις εκάστοτε συνθήκες, έκρινε χρησιμότερους.
Η γοητεία του οφειλόταν βεβαίως και στην ιδιοσυγκρασία του. Με τον συνδυασμό του διονυσιακού στοιχείου με το απολλώνειο. Του λιμανιού με το σαλόνι. Της αστικής παιδείας με τις βλάχικες ρίζες - κοινό σημείο αυτό με τον Ευάγγελο Αβέρωφ, ο οποίος επίσης λάτρευε τη γη και δημιούργησε το Μέτσοβο όπως το ξέρουμε. Των παθών με το μέτρο. Ακόμα κι όταν είχε παραδοθεί στο αλκοόλ, παρέμενε -διηγούνταν- πλήρως λειτουργικός στη δουλειά του, κοινωνικά ευπρεπής, ποτέ δεν κατρακύλησε στα τάρταρα. Και ανέκαθεν υπήρξε παρεμβατικός και ρηξικέλευθος.
Όσο γνωρίζαμε τον Μπουτάρη εμείς οι Αθηναίοι, οι "χαμουτζήδες", τόσο γοητευόμασταν. Βλέπαμε στο πρόσωπό του την ιδιοπροσωπία της Θεσσαλονικής, του Βορρά γενικά, που διέσωζε το κοσμοπολίτικο και βαλκανικό συνάμα παρελθόν του και αντανακλώνταν επί δεκαετίες στα γράμματα και τις τέχνες. Στον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη και στον Διονύση Σαββόπουλο. Στον Γιώργο Ιωάννου, τον Μανόλη Αναγνωστάκη, τον Κωστή Μοσκώφ αλλά και στον Νίκο Παπάζογλου και στα "Ξύλινα Σπαθιά", μέχρι και πρόσφατα στον Λεξ. Στον Γιώργο Σκαμπαρδώνη, τον μεγαλύτερο εν ζωή Έλληνα διηγηματογράφο, και στους Καβαλιώτες "Χειμερινούς Κολυμβητές". Και στον Θασίτη Βασίλη Βασιλικό…
Υπήρχε ασφαλώς και η άλλη Θεσσαλονίκη, η θρησκόληπτη, η εχθροπαθής, των κλειστών οριζόντων και των παρακρατικών συμμοριών, του Γκοτζαμάνη και των καραγκιόζηδων που ντύνονταν Μεγαλέξανδροι. Αυτή τη Θεσσαλονίκη ο Γιάννης Μπουτάρης την κέρδισε δύο φορές στις κάλπες.
Όταν τα πράγματα για την Ελλάδα πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο, τα κόμματα που είχαν κυριαρχήσει κατά τη Μεταπολίτευση αποσαθρώνονταν, ο Σύριζα αντλούσε από τους "Αγανακτισμένους" και η Χρυσή Αυγή κέρδιζε τις φτωχογειτονιές περνώντας γιαγιάδες απέναντι και δέρνοντας μετανάστες, είδαμε στο πρόσωπο του Γιάννη Μπουτάρη έναν εν δυνάμει εθνικό ηγέτη. Να κατηφορίσει, ονειρευόμασταν, στην πρωτεύουσα και να πάρει τα ηνία. Να επιβληθεί με τον ήρεμο μα και δυναμικό τρόπο του. Να διαπραγματευτεί εκείνος με τους δανειστές, με τη βιωμένη του γνώση της αγοράς. "Όνειρα θερινής νυκτός…" μας έλεγαν οι πιο ρεαλιστές. "Ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται…" Είχαν δίκιο. Ο κυρ-Γιάννης αρνήθηκε την κεντρική πολιτική σκηνή.
Επί των ημερών του στη δημαρχία, η Θεσσαλονίκη επούλωσε εν μέρει τις πληγές του παρελθόντος της. Αποτίναξε το άγος του ξεριζωμού των Εβραίων. Ανοίχτηκε στον κόσμο ως τουριστικός προορισμός. Είχε προφανώς η διοίκηση Μπουτάρη τα τρωτά της, τις αβελτηρίες της. Η παρακαταθήκη της ωστόσο στάθηκε συνολικά πολύ θετική.
Το ίχνος που αφήνει ο κυρ-Γιάννης είναι λαμπρό. Εξ ου και τον νεκρολογούμε ως άξιο της πατρίδας.
Το ερώτημα τίθεται αδυσώπητο: θα βρει ο Μπουτάρης επιγόνους; Θα φανούν ωραίοι τύποι σαν κι εκείνον, που να κατεβαίνουν στον δημόσιο στίβο όχι για να πλουτίσουν ούτε για να βουλώσουν ψυχικές τους τρύπες αλλά από ειλικρινή λαχτάρα προσφοράς στο σύνολο; Που να απαρνιούνται τη βολή τους και να μπλέκουν με τα πίτουρα, να αφιερώνουν ώρες ατελείωτες, ενέργεια ανυπολόγιστη αντιμετωπίζοντας κάθε τυχάρπαστο, βολεμένο, γρόθο ή απατεώνα, δίνοντας καθημερινά τη μάχη του αυτονόητου;
Προϊόντος του χρόνου, έννοιες όπως "το καθήκον του πολίτη", "η ενεργή συμμετοχή στα κοινά", "η διεκδίκηση αξιωμάτων στη δημοκρατία" θολώνουν. Στον καιρό των κανιβαλιστικών σόσιαλ μίντια, που κατακρεουργούν χαρακτήρες, των φέικ νιούς που θα είναι οσονούπω πειστικότερα από την αλήθεια, του απενοχοποιημένου κυνισμού και της τρέντι χυδαιότητας, η ιδιώτευση φαντάζει ως ο μόνος ασφαλής τρόπος ζωής. Το "ου μπλέξεις" τείνει να καταστεί συνταγή επιβίωσης.
Αποτέλεσμα; Τα μαργαριτάρια στα γουρούνια. Και ο Λευκός Οίκος στον Ντόναλντ Τραμπ.
Ο μέγας ευεργέτης Ιωάννης Σισμανόγλου (1857-1951) έλεγε μια φράση, η οποία κοσμεί την προμετωπίδα του ιδρύματος του. "Από την κοινωνία τα αποκτήσαμε, στην κοινωνία οφείλουμε να τα αποδώσουμε." Στις παραπάνω λέξεις συνοψίζεται το νόημα της ζωής και του Γιάννη Μπουτάρη.
Πηγή: Capital.gr
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr