
Αντιλαμβάνομαι ότι ο τίτλος του σημερινού μου κειμένου θα μπορούσε να εκληφθεί μονάχα ως χλεύη από μια σημαντική μερίδα συμπολιτών μας και ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη από αυτούς: σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα να ερμηνευθεί ως σουσουδισμός, τσογλανισμός ή όποια άλλη από τις παθογένειες που συνάδουν με τη συμπεριφορά κάποιου "προνομιούχου". Σύμφωνα με μια έρευνα που διάβασα πρόσφατα, ο ένας στους δύο συμπολίτες μας εφέτος δεν είχε καν την οικονομική δυνατότητα μιας τετραήμερης "απόδρασης" και από τους άλλους, τους "δραπέτες", οι περισσότεροι είτε θα φιλοξενούνταν από συγγενικά τους πρόσωπα είτε θα προσάρμοζαν βίαια τις διακοπές τους στο βαλάντιό τους, τουτέστιν θα ήταν υποχρεωμένοι να ανεχθούν στον τόπο προορισμού "συνθήκες διαμονής" που στον τόπο προέλευσης δεν θα τις εύχονταν ούτε για τον χειρότερο εχθρό τους.
Πριν από μερικά χρόνια μια φίλη μου από τη Φρανκφούρτη είχε νιώσει την πρώτη της μεγάλη δυσάρεστη έκπληξη όταν, με μύρια βάσανα, είχε εξασφαλίσει ένα πολυπόθητο πενθήμερο σ’ ένα φημισμένο ελληνικό νησί και παραδόξως όλα τριγύρω της, από τις επιγραφές στα εστιατόρια έως τις μουσικές τους επιλογές, της θύμιζαν τη… Φρανκφούρτη. "Ποιος νοσηρός εγκέφαλος", είχε αναρωτηθεί, "μπορεί να φαντάστηκε ότι θα ήθελα να διανύσω μια απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων μόνο και μόνο για να βρεθώ ξανά σε μια απομίμηση της Φρανκφούρτης συν ολίγη από παραλία και τζατζίκι;". Στους αντίποδες ένας άλλος φίλος μου, πάλι από τη Γερμανία, γκρίνιαζε γι’ αυτό που ο ίδιος βάφτισε ως "εκβιαστικό κουλέρ λοκάλ", δηλαδή της ισχυρής δόσης από τζατζίκια, μουσακάδες, συρτάκια και ταπ-ταπ στην πλάτη, με τα οποία ήθελαν σώνει και καλά να τον μυήσουν στο ανεξάντλητο "ελληνικό κέφι". Για τους διαμετρικά αντίθετους λόγους επέστρεψαν αμφότεροι κατάκοποι στην πατρίδα τους· χρειάζονταν επειγόντως διακοπές ώστε να συνέλθουν από τις… διακοπές τους.
Όσο και αν ακουστεί αλλόκοτο, φαίνεται πως η κόπωση δεν επέρχεται ως συνέπεια των διακοπών, αλλά την κουβαλάμε μαζί μας και την μεταφέρουμε από τόπο σε τόπο. Όλο και πιο συχνά ακούμε τον εαυτό μας να συνδέει τις "διακοπές" με την "αποτοξίνωση" -από τα κινητά, από τους υπολογιστές, από την καθημερινότητά μας- και όλο και πιο συχνά διαπιστώνουμε πως είμαστε ανίκανοι να "αποτοξινωθούμε": αποκηρύσσουμε με πομπώδεις διακηρύξεις την "ομοιομορφία" και το "άγχος" της ζωής μας στο κλεινόν άστυ και, σαν τελειωμένα πρεζόνια, στριμωχνόμαστε εκεί όπου η φωτορύπανση και η ηχορύπανση δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τη φωτορύπανση και την ηχορύπανση που εγκαταλείψαμε λίγες μέρες νωρίτερα.
Είπες· "Θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα.
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ’ είν’ η καρδιά μου — σαν νεκρός — θαμένη.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει.
Όπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα."
Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού — μη ελπίζεις—
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ’ όλην την γη την χάλασες.
Έχουν περάσει εκατόν δεκαπέντε χρόνια από τότε που ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης έγραψε το ποίημα που, μαζί με την "Ιθάκη" και τους "Βαρβάρους", είναι από τα πιο γνωστά του παγκοσμίως. Αναμφίβολα η δική του "Πόλις" απέχει από τις δικές μας πολύ περισσότερο από όσο μαρτυρά η ηλικία της: τεχνολογικά μάς χωρίζουν… αιώνες. Έχω την αίσθηση όμως ότι για την ίδια πόλη μιλάει κατά βάθος. Για την ίδια κόπωση.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr