
Απάντηση στο ερώτημα του ενός εκατομμυρίου αναζήτησαν επιστήμονες μετά τον θάνατο της μακροβιότερης γυναίκας στον κόσμο. Πώς κατάφερε να φτάσει μέχρι τα 117, χωρίς μάλιστα να υποφέρει από κάποια σοβαρή νόσο. Η Ισπανίδα Μαρία Μπράνιας Μορένα, η γυναίκα που έζησε μέχρι την ηλικία των 117 ετών, αποδείχθηκε ότι είχε γονίδια που διατηρούσαν τα κύτταρά της "νεότερα". Είχε όμως, και ένα άλλο όπλο στη φαρέτρα της για να πετύχει τη μακροζωία: το μικροβίωμα ενός βρέφους.
Γεννημένη στις ΗΠΑ το 1907, η Μορένα πέθανε τον περασμένο Αύγουστο στην Ισπανία. Ανακοινώνοντας τον θάνατό της, οι οικείοι της μίλησαν για "τύχη και καλά γονίδια", κάτι στο οποίο αναφερόταν και η ίδια όταν την ρωτούσαν το μυστικό της.
Μια μελέτη του μικροβιώματος και του DNA της υπεραιωνόβιας όμως, την οποία οι επιστήμονες άρχισαν να διεξάγουν πριν από τον θάνατό της και ολοκλήρωσαν μετά, καταλήγει στη διαπίστωση ότι τα γονίδια που κληρονόμησε επέτρεπαν στα κύτταρά της να αισθάνονται και να συμπεριφέρονται ουσιαστικά σαν να ήταν 17 χρόνια νεότερα από ό,τι ήταν ημερολογιακά.
Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι ότι το μικροβίωμά της, δηλαδή τα βακτήρια στο έντερο που διαδραματίζουν κορυφαίο ρόλο στη διατήρηση της υγείας, ήταν παρόμοιο με αυτό ενός βρέφους. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν οι ερευνητές με επικεφαλής τον καθηγητή Γενετικής του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης Μανέλ Εστελέρ, κορυφαίο ειδικό σε θέματα γήρανσης.
Η καταλανική εφημερίδα Ara αφιέρωσε εκτενές ρεπορτάζ στα εντυπωσιακά ευρήματα για τη ζωή και την υγεία της Μορένα.
Το "προνομιακό γονιδίωμα", όπως το χαρακτήρισε η ομάδα του Εστελέρ βοήθησε τη Μορένα να διατηρήσει τη διαύγειά της σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής της, ενώ οι παθήσεις που αντιμετώπιζε κατά τη διάρκεια της μακράς ζωής της περιορίζονταν σε μεγάλο βαθμό σε πόνους στις αρθρώσεις και ελαφρά απώλεια ακοής.
Η καταλανική εφημερίδα σημειώνει ότι η έρευνα με αντικείμενο τη γυναίκα που πέθανε στα 117 αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη έρευνα που έχει γίνει μέχρι σήμερα για έναν λεγόμενο υπεραιωνόβιο - κάποιον δηλαδή που φτάνει στην ηλικία των 110 ετών ή και παραπάνω.
Γιαούρτια, βόλτες και φίλοι
Πέρα από τα αμιγώς ιατρικά ευρήματα, οι ερευνητές στάθηκαν σε μια σειρά από επιλογές που έκανε η Μορένα στον τρόπο ζωής της που αποδείχθηκε ότι τη βοήθησαν επίσης να επωφεληθεί στο έπακρο από τη μοναδική γενετική της σύνθεση. Σε όλη της τη ζωή, ακολουθούσε μεσογειακή διατροφή που περιελάμβανε τρία γιαούρτια καθημερινά.
Επίσης, απέφευγε την κατανάλωση αλκοόλ και το κάπνισμα, απολάμβανε τους περιπάτους και περιτριγυριζόταν διαρκώς από την οικογένεια και τα αγαπημένα της πρόσωπα. Οι επιστήμονες είναι κάθετοι ότι αυτή επαφή με κοντινούς της ανθρώπους συνέβαλε στο να καθυστερήσει ο σωματικός και πνευματικός εκφυλισμός που θα μπορούσε να έχει μειώσει τη ζωή της.
Έζησε δύο δεκαετίες σε οίκο ευγηρίας
Χήρα, μητέρα, γιαγιά και προγιαγιά, η Μαρία Μπράνιας Μορένα πέθανε στις 19 Αυγούστου σε οίκο ευγηρίας στην πόλη Ολότ της βορειοανατολικής Ισπανίας, όπου έζησε τις δύο τελευταίες δεκαετίες της ζωής της.
Η Μορένα γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο στις 4 Μαρτίου 1907, από γονείς μετανάστες από την Ισπανία και το Μεξικό. Η οικογένεια έζησε στο Τέξας και τη Νέα Ορλεάνη, προτού επιστρέψει στην Ισπανία το 1915 - εν μέσω του Α' Παγκοσμίου Πολέμου - και εγκατασταθεί στην Καταλονία.

Μερικά από τα σημαντικότερα παγκόσμια γεγονότα που έζησε ήταν ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος, ο Β' παγκόσμιος πόλεμος, η πανδημία γρίπης του 1918 και ο Covid-19.
Πέρασε Covid ασυμπτωματική
Μάλιστα, κατά την πανδημία του κορονοϊού, έγινε πρωτοσέλιδο επειδή προσβλήθηκε από τον ιό το 2020, όταν η Ισπανία ήταν μία από τις χώρες που επλήγησαν περισσότερο και δεν υπήρχαν ακόμη προστατευτικά εμβόλια. Όμως, ήταν ασυμπτωματική και ανάρρωσε εύκολα.
Κέρδισε την αναγνώριση από τα Παγκόσμια Ρεκόρ Γκίνες ως ο γηραιότερος άνθρωπος του πλανήτη τον Ιανουάριο του 2023 μετά τον θάνατο της Γαλλίδας μοναχής Λουσίλ Ραντόν που πέθανε 118 ετών.
Στην ερώτηση του ιστότοπου του οργανισμού Γκίνες για τη μακροζωία της, την είχε αποδώσει σε μια ζωή με "τάξη, ηρεμία, την καλή σχέση με την οικογένεια και τους φίλους, επαφή με τη φύση, συναισθηματική σταθερότητα, χωρίς ανησυχίες και τύψεις, θετικές σκέψεις" ενώ είχε πει ότι πάντοτε στη ζωή της έμενε μακριά από "τοξικούς ανθρώπους".

Ο καθηγητής Εστελέρ και οι συνάδελφοί του δήλωσαν στο ισπανικό πρακτορείο EFE ότι ελπίζουν ότι η μελέτη τους παρέχει χρήσιμες πληροφορίες σε όσους προσπαθούν να αναπτύξουν φάρμακα και θεραπείες για ασθένειες που σχετίζονται με την ηλικία. Και τόνισαν ότι η περίπτωση της Ισπανίδας υπεραιωνόβιας "αποτελεί παράδειγμα για το πώς η γήρανση και η ασθένεια - τουλάχιστον σε ορισμένες συνθήκες - δεν χρειάζεται απαραίτητα να συμβαδίζουν".
Από αυτή την εβδομάδα, ο γηραιότερος άνθρωπος στον κόσμο ήταν η Βραζιλιάνα Ινά Καναμπάρρο Λούκας, 116 ετών, σύμφωνα με τον ιστότοπο LongeviQuest, που καταγράφει τους υπεραιωνόβιους ανά τον πλανήτη.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr