
Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Standad & Poor's αναβάθμισε την αξιολόγηση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, και ειδικότερα στο ΒΒΒ- από BB+ (που ήταν μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική), με σταθερό το outlook.
Σύμφωνα με τον οίκο, τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας βελτιώνονται χάρη στις προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης. Μετά την κρίση χρέους του 2009 - 2015, έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην αντιμετώπιση των οικονομικών και δημοσιονομικών ανισορροπιών της χώρας. Ο οίκος αναμένει ότι οι περαιτέρω διαρθρωτικές οικονομικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις, σε συνδυασμό με τα μεγάλα κονδύλια της ΕΕ, θα στηρίξουν την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη την περίοδο 2023 - 2026 και θα στηρίξουν τη συνεχή μείωση του δημόσιου χρέους.
Ο οίκος αναμένει ότι η κυβέρνηση θα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα τουλάχιστον 1,2% του ΑΕΠ φέτος, υπερβαίνοντας τον στόχο του 0,7%, παρά το σημαντικό δημοσιονομικό κόστος λόγω των πρόσφατων πυρκαγιών και πλημμυρών. Προβλέπει ακόμη ένα μέσο πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού της τάξης του 2,3% του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2024-2026. Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, οι πολιτικές πιέσεις πιθανόν να περιπλέξουν την ικανότητα της κυβέρνησης να διατηρήσει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, και αυτό θα μπορούσε να επιβραδύνει την πρόοδο στη μείωση του χρέους στα τελευταία έτη του ορίζοντα των προβλέψεών μας και πέραν αυτού.
Η καθαρή νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές φέτος με απόλυτη πλειοψηφία - τονίζει ο οίκος - και η αποφυγή ενός δυνητικά ασταθούς συνασπισμού, επιτρέπει στην κυβέρνηση να συνεχίσει να βασίζεται στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες του παρελθόντος. Το εκλογικό αποτέλεσμα φαίνεται σε γενικές γραμμές να αποτελεί για τη συνέχιση της πολιτικής της ΝΔ και ο οίκος αναμένει ότι η κυβέρνηση θα προωθήσει τη μεταρρυθμιστική της ατζέντα. Αυτό περιλαμβάνει την περαιτέρω αντιμετώπιση του ακόμη μεγάλου δημόσιου χρέους, την κατοχύρωση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων στο σύστημα δικαιοσύνης και υγείας, μεταξύ άλλων προσπαθειών για την ενίσχυση της ελληνικής ανταγωνιστικότητας.

Ο οίκος εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα μειωθεί στο περίπου 146% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του έτους, γεγονός που θα αποτελούσε σημαντική βελτίωση από το υψηλό επίπεδο του 189% του ΑΕΠ το 2020. Αυτό αντανακλά κάπως τον αντίκτυπο του πληθωρισμού, αλλά βαρύνει επίσης την ταχεία οικονομική επέκταση μετά την πανδημία του κορονοϊού. Ενώ το χρέος παραμένει υψηλό, το προφίλ του είναι ένα από τα πιο ευνοϊκά από όλα τα κράτη που αξιολογεί ο οίκος, η μέση σταθμισμένη ωρίμανση του χρέους της γενικής κυβέρνησης ήταν 19,7 έτη στο τέλος Ιουνίου 2023 και οι πληρωμές τόκων καταλαμβάνουν σήμερα ένα σχετικά μέτριο 5,7% των εκτιμώμενων εσόδων της γενικής κυβέρνησης.
Στο μεταξύ, τονίζει ότι η Ελλάδα παραμένει εκτεθειμένη στους μεταβαλλόμενους ανέμους της παγκόσμιας οικονομίας. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι κίνδυνοι από μια ενδεχόμενη οικονομική επιβράδυνση που θα μπορούσε να επηρεάσει τους σημαντικούς για την οικονομία κλάδους του τουρισμού ή της ναυτιλίας που έχουν εξωστρεφή προσανατολισμό, ή μια άλλη ξαφνική αύξηση των τιμών της ενέργειας. Αυτές οι εξελίξεις θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τη βελτιωμένη δυναμική των πιστωτικών δεικτών της Ελλάδας. "Οι αξιολογήσεις μας εξακολουθούν να περιορίζονται από το ακόμη μεγάλο δημόσιο χρέος και την αδύναμη εξωτερική θέση", τονίζει ο οίκος.
Αιτιολόγηση της αναβάθμισης
Όπως σημειώνει η S&P, η σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση έχει θέσει τη δημοσιονομική πορεία της Ελλάδας σε σταθερά βελτιωτική τροχιά. Υποστηριζόμενη από μια πολύ ταχεία οικονομική ανάκαμψη, η ελληνική κυβέρνηση έχει καταφέρει να υπερκαλύπτει τακτικά τους δικούς της δημοσιονομικούς στόχους.
Υπενθυμίζεται ότι στις 15 Σεπτεμβρίου, ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης είχε προβεί σε διπλή αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας στη βαθμίδα Ba1 με σταθερές προοπτικές (outlook) - ένα σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα -, από τη βαθμίδα "Ba3" που διατηρούσε από το 2020.
Μία εβδομάδα νωρίτερα, στις 8 Σεπτεμβρίου, ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar, έδωσε στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα, αναβαθμίζοντας το αξιόχρεο της Ελλάδας στη βαθμίδα BBB (low) με σταθερές προοπτικές (trend), από τη βαθμίδα BB (high) - που ήταν μία βαθμίδα χαμηλότερα από τη λεγόμενη επενδυτική - και τις σταθερές προοπτικές. Ακόμη, σημειώνεται επίσης ότι στις 4 Αυγούστου έδωσε την επενδυτική βαθμίδα και η Scope Ratings, αφού αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε ΒΒΒ-, ενώ άλλαξε το outlook σε σταθερό από θετικό. Να σημειωθεί ωστόσο ότι η Scope δεν αναγνωρίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι αξιολογήσεις της δεν λαμβάνονται τυπικά υπόψιν.

Σημειώνεται ότι ο κύκλος των αξιολογήσεων για φέτος κλείνει με την τρίτη αξιολόγηση της Fitch την 1η Δεκεμβρίου.
Χατζηδάκης: "Ας τη διαβάσουν όσοι ροσπαθούν να υποτιμήσουν τις προσπάθειες της Κυβέρνησης"
Μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης της S&P με την οποία η Ελλάδα αποκτά την επενδυτική βαθμίδα ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης έκανε την ακόλουθη δήλωση:
"Η S&P είναι ο τέταρτος κατά σειρά οίκος αξιολόγησης και ο δεύτερος αναγνωρισμένος από την ΕΚΤ που αποδίδει τους τελευταίους μήνες επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα μετά από 13 χρόνια. Η ίδια η έκθεση της S&P είναι παραπάνω από θετική και τόσο εύγλωττη που προσωπικά δεν έχω τίποτε να προσθέσω. Ας τη διαβάσουν όσοι κατ’ εξακολούθηση προσπαθούν να υποτιμήσουν τις προσπάθειες και τα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής στην οικονομία.
Η χώρα είναι μπροστά σε ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας καθώς συνδυάζονται το σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής με την πολιτική σταθερότητα. Και είναι πατριωτικό μας καθήκον να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία και να προχωρήσουμε μπροστά προς όφελος όλων των Ελλήνων, ιδιαίτερα δε των ασθενέστερων.

Όπως υπογράμμισα πρόσφατα και στο ECOFIN, η Ελλάδα ανεξάρτητα από την έκβαση των διαπραγματεύσεων που είναι σε εξέλιξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τους νέους κανόνες δημοσιονομικής σταθερότητας, είναι και θα παραμείνει προσανατολισμένη στην πολιτική της δημοσιονομικής σοβαρότητας. Πολιτική που αποτελεί τη μοναδική σταθερή βάση για την διατήρηση της αξιοπιστίας της χώρας στις διεθνείς αγορές, την προσέλκυση επενδύσεων και την διατηρήσιμη ανάπτυξη".
Υπενθυμίζεται ότι η S&P υπογραμμίζει στη σχετική της έκθεση, πως αποδίδει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα επειδή συντρέχουν οι ακόλουθοι παράγοντες:
1. Η σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση που έχει επιτευχθεί, η οποία υποστηρίζεται από ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας και έχει σαν αποτέλεσμα, η ελληνική κυβέρνηση να υπερκαλύπτει τους δημοσιονομικούς στόχους που η ίδια θέτει.
2. Η καθαρή εντολή που έλαβε η Νέα Δημοκρατία στις εκλογές, η οποία επιτρέπει στην κυβέρνηση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις.
3. Η συνεχιζόμενη μείωση του δημοσίου χρέους το οποίο σύμφωνα με την S&P αναμένεται να διαμορφωθεί στο 145% του ΑΕΠ το 2023 και στο 138 % το 2026, έναντι 189 % του ΑΕΠ το 2020. Ο οίκος σημειώνει ακόμη ότι ενώ το χρέος παραμένει υψηλό, "το προφίλ του είναι ένα από τα πιο ευνοϊκά από όλα τα κράτη που αξιολογούμε καθώς η μέση σταθμισμένη διάρκεια του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης ήταν 17,2 έτη στο τέλος Ιουνίου 2023 και οι πληρωμές τόκων αντιστοιχούν σε σχετικά χαμηλό (5,6%) ποσοστό των εσόδων της γενικής κυβέρνησης".
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση: "Η ανάκαμψη από την κρίση χρέους και στη συνέχεια από την πανδημία COVID-19 ενίσχυσε την αύξηση των επενδύσεων και την εμπιστοσύνη στην οικονομία. Η ταχεία ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών οδήγησε σε σημαντική πρόοδο στη μείωση της φοροδιαφυγής και σε βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα. Οι ισχυρές επιδόσεις του τουρισμού, της ναυτιλίας και της μεταποίησης τα τελευταία χρόνια, παράλληλα με την πρόοδο στην πώληση και διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώθησαν σε πρόσθετες επενδύσεις".
Σημειώνεται ακόμη το υψηλότερο ποσοστό ανάπτυξης σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ, παρά τις επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών. Και αυτό λόγω των επιδόσεων – ρεκόρ στον τουρισμό, της αύξησης των επενδύσεων, της μείωσης της ανεργίας και της βελτίωσης της χρηματοδότησης της οικονομίας. Επίσης, ότι ο πληθωρισμός αρχίζει να εξομαλύνεται και βαδίζει προς τον στόχο της ΕΚΤ για επίπεδα κάτω του 2%.
ΠΗΓΗ: Capital.gr
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr