Ανοικτή στο ενδεχόμενο λήψης και πρόσθετων μέτρων για την αντιμετώπιση του στεγαστικού εμφανίζεται η κυβέρνηση με τον αρμόδιο υπουργό Οικονομικών να βάζει όμως από τώρα αρκετές "κόκκινες γραμμές".
Ο Κυριάκος Πιερρακάκης, αποκλείει το ενδεχόμενο επιβολής πλαφόν στο ύψος των ενοικίων υποστηρίζοντας ότι αυτό θα οδηγήσει αύξηση των συναλλαγών "κάτω από το τραπέζι" αλλά και σε περαιτέρω έλλειψη στέγης.
Απομακρύνεται επίσης το ενδεχόμενο παρεμβάσεων στο ύψος του ΕΝΦΙΑ, καθώς οι μειώσεις που έχουν γίνει στα πρώτα χρόνια της κυβερνητικής θητείας -αθροιστικά ο ΕΝΦΙΑ μειώθηκε κατά περίπου 35%- αλλά και η δυνατότητα περαιτέρω ψαλιδίσματος της επιβάρυνσης για τα ασφαλισμένα ακίνητα, κρίνεται ότι φέρνουν τον ΕΝΦΙΑ σε ικανοποιητικά επίπεδα πόσο μάλλον όταν οι υπολογισμοί γίνονται επί των αντικειμενικών αξιών του 2020, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με τα σημεία επίπεδα των εμπορικών τιμών.
Από την άλλη, φαίνεται να παραμένει στο τραπέζι η παρέμβαση στην κλίμακα φορολόγησης του εισοδήματος από ενοίκια σε μια προσπάθεια να μειωθεί η εκτεταμένη φοροδιαφυγή που καταγράφεται στα συγκεκριμένα εισοδήματα.
H "λογική" είναι να εφαρμοστεί και στα ακίνητα το παράδειγμα της πολιτικής που δοκιμάστηκε στα διανεμόμενα κέρδη των επιχειρήσεων: να μειωθούν οι συντελεστές ώστε να αυξηθεί ο όγκος του φορολογητέου εισοδήματος. Με τα μερίσματα, πέρυσι καταγράφηκαν εισοδήματα ρεκόρ άνω των 8,5 δις. ευρώ και η μείωση του συντελεστή στο 5% συνέβαλε σε αυτό.
Εξετάζεται λοιπόν κατά πόσο μια ελάφρυνση στους συντελεστές φορολόγησης των εισοδημάτων από ενοίκια, μπορεί να φέρει και την αύξηση της φορολογητέας ύλης. Τα στοιχεία που προέκυψαν από τις περυσινές φορολογικές δηλώσεις είναι αποκαλυπτικά: Η συντριπτική πλειοψηφία των ιδιοκτητών εμφανίζουν εισοδήματα κάτω των 12.000 ευρώ τον χρόνο ακριβώς για να αποφύγουν τον συντελεστή φορολόγησης του 35% που εφαρμόζεται από τα 12.000 ευρώ και πάνω (σ.σ. πόσο μάλλον τον συντελεστή του 45% που ισχύει για τα ακόμη υψηλότερα εισοδήματα).
Η λογική είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε να "αξίζουν" οι επενδύσεις για τις ανακαινίσεις ακινήτων που σήμερα παραμένουν κλειστά και ανεκμετάλλευτα. Η αξιοποίηση του στοκ των κλειστών ακινήτων μπορεί να γίνει πολύ γρηγορότερα συγκριτικά με την αύξηση της προσφοράς μέσω της ανέγερσης νέων κατοικιών, ειδικά "κοινωνικών". Για να αξίζει μια ανακαίνιση, πρέπει να επισπευστεί ο χρόνος απόσβεσης της επένδυσης.
Προ μιας τέτοιας απόφασης, ο ιδιοκτήτης έχει να λάβει υπόψη του τους ακόλουθους παράγοντες:
1. Το ποσό που θα απαιτηθεί για την ανακαίνιση
2. Τη φορολογική ελάφρυνση ή την επιδότηση που μπορεί να λάβει. Αυτή τη στιγμή δίνεται έκπτωση φόρου έως 16.000 ευρώ σε βάθος 5ετίας αν εκδοθούν τα σχετικά παραστατικά και αν τηρούνται οι προϋποθέσεις. To μέτρο εξαγγέλθηκε ότι ισχύει και για το 2025. Όσον αφορά στις επιδοτήσεις, παραμένει ανοικτό το πρόγραμμα "ανακαινίζω – νοικιάζω" που δίνει επιδοτήσεις έως 8.000 ευρώ και πάλι υπό προϋποθέσεις (να είναι το ακίνητο τρία χρόνια κλειστό κλπ)
3. Το ενοίκιο που μπορεί να εξασφαλίσει το ακίνητο καθώς αυτό προσδιορίζει το "μεικτό έσοδο"
Τον φόρο εισοδήματος που θα επιβληθεί σε αυτό το εισόδημα, καθώς αυτός καθορίζει τελικώς και το ύψος της καθαρής απόδοσης. Κανονικά, πρέπει να συνυπολογιστεί και το ύψος του ΕΝΦΙΑ τον οποίο εξακολουθεί να καταβάλλει ο ιδιοκτήτης.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr